το, [ουσ.] Όργανο μέτρησης ποδοσφαιρικών ικανοτήτων. Ο όρος προέρχεται από τον συνδυασμό της παραδοσιακής μονάδας μέτρησης «καντάρι» (ξέρει πολλά καντάρια μπάλα) και του ονόματος του Πάολο Μοντέρο, μυθικού δρεπανηφόρου άρματος από την Ουρουγουάη που έκανε καριέρα στη Γιουβέντους και του οποίου οι ικανότητες ισοδυναμούν με 1 unit στο καντερόμετρο (χωρίς μονάδες).

  1. - Τι λέει ο Σέρβος χαφ του Βηταεθνικού;
    - Τι να πει ρε! τον βάλανε στο καντερόμετρο και έγραψε αρνητικά ψηφία.

  2. - Άκου να δεις φίλε, καλός ο Πελέ δε λέω, αλλά μπροστά στον Ντιέγκο δεν πιάνει μια. Ο κοντός όπου κι αν έπαιξε έσπασε τα καντερόμετρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απεγνωσμένη προσπάθεια επιχειρηματολογίας απέναντι σε συνομιλητή που δεν καταλαβαίνει τίποτα, λόγω περιορισμένης νοημοσύνης, αδιαφορίας ή και των δύο (συνήθως γκάου ή αζαντάουα). Η προσπάθεια αποβαίνει μοιραίως άκαρπη με μοναδικό αποτέλεσμα την υπερκατανάλωση σάλιου από πλευράς του ομιλητή.

- Ρε τον μαλάκα τον Νίκο. Πόσες φορες του χω πει να μην ασχολειται μαζί της.
- Μη χαλάς σάλιο ρε. Αφού ο τύπος είναι γκάου

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που αναφέρεται στο μεταφορικό μέσο που συνιστούν το ζεύγος των δύο κάτω μας άκρων (κοινώς πόδια).

Αναφέρεται ως ο πλέον προφανής (και οικολογικός) τρόπος μετακίνησης σε περιπτώσεις απουσίας εναλλακτικής λύσεως.

  1. - Φεύγεις; Μα καλά πού θα βρεις ταξί τέτοια ώρα;
    - Έλα μωρέ, κοντά είμαι. Θα πάρω το τραμ 2 στην τελική.

  2. - Ρε μαλάκα, δεν έρχεσαι να με πάρεις με τη μηχανή; Έχω το παπί συνεργείο και δε θέλω να χαλάω λεφτά σε ταξί.
    - Τότε να πάρεις το τραμ 2! Παλιοτσιγκούνη!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία