Το κορόιδο, ο κακομοίρης, ο καμένος.
Προέρχεται από το τουρκικό gheriz, που σημαίνει «αφελής, ιδανικό θύμα απάτης».
- Χτες το Ακάνθους ήταν κηδεία, αλλά παρ' όλα αυτά ο Θοδωρής άνοιξε σαμπάνια.
- Τι κυρίζι που είναι ώρες-ώρες...(τσεκάροντας το διπλανό τραπέζι)
- Καλά ρε μαλάκα, αυτά τα κυρίζια ήρθαν αντροπαρέα τραπέζι στη Βίσση;
- Ναι ρε, και πήραν και Haig τα κυρίζια.- Αγόρασα μια γαμάτη μπλούζα Sisley και... (διακόπτεται απότομα)
- Ρε, Sisley φοράνε μόνο τα κυρίζια.