Η νοσοκόμα στα καλιαρντά. Επίσης η υπηρέτρια στα μπουρδέλα.
Βγαίνει απο το γκαζόζα (κλύσμα). Με άλλα λόγια: «αυτη που κάνει κλύσμα».
- Μωρη ψαμμοσκελού άντε να βρεις καμιά γκαζοζού να σου αβέλει κάνα πουλομουσάφιρο!
Η νοσοκόμα στα καλιαρντά. Επίσης η υπηρέτρια στα μπουρδέλα.
Βγαίνει απο το γκαζόζα (κλύσμα). Με άλλα λόγια: «αυτη που κάνει κλύσμα».
- Μωρη ψαμμοσκελού άντε να βρεις καμιά γκαζοζού να σου αβέλει κάνα πουλομουσάφιρο!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!