ρουφογκαβλέτα/ ρουφοκαβλέτα/ ρουφοκαυλέτα:

Αυτή η οποία αρέσκεται στην πεολειχία και μάλιστα διαθέτει (ενδεχομένως) ταλέντο σε αυτο. Μπορεί να χρησιμοποιηθει απαξιωτικά ή/και επαινετικά.

  1. - Ωραία και καλή κοπέλα η Μόνικα, έτσι;
    - Σιγά ρε, μία ρουφοκαυλέτα είναι!

  2. - Τι έγινε με τη Γεωργία ρε συ; Καλή στο κρεβάτι;
    - Πο πο φίλε τρελή ρουφοκαυλέτα σου λέω!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
joe909

Το ξέρω ως ρουφοκαυλιέτα, που είναι και πιο παιχνιδιάρικο.