(και θαλασόγκαβλος και θαλασόγκαυλος και θαλασσόκαυλος)

Ουσιαστικό από τα θάλασσα + (γ)κάβλα ή καύλα, που αναφέρεται σε άτομο που εμφανίζει ακατάσχετη προσκόλληση με το υγρό στοιχείο. Η έννοια της λέξης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον πατέρα της ψυχολογίας τον Φρόυντ και την εμμονή του στο υγρό στοιχείο. Εξ ου και η ικανοποίηση των λουόμενων κατά τη διάρκεια της διακόρευσης των κυμάτων.

- Πόση ώρα είναι μέσα ο άλλος;μΛες να πνίγηκε;
- Όχι ρε συ, μην ανησυχείς... Αφού σου το 'χω ξαναπεί... είναι μεγάλος θαλασσόκαβλος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Galadriel

χμμμ το θάλασσα το γράφεις με ένα λ κι όλα τ' άλλα με δύο λ - παίζει κάποιος συμβολισμός ή να τα ισιώσουμε όλα;

#2
Khan

Ο Ζουράρις είναι από Θεσσαλλλονίκη μην ξεχνιόμαστε. Εγώ ως σλανγκαρχίδης το πρώτο που θα διόρθωνα θα ήταν το Ζουρλάρης σε Ζουρλάρις. Πώς να το κάνουμε, Ζουράρης με ήτα είναι ασέβεια.

#3
Vrastaman

Ρόζ λύρα ἧς, το αναγραμμαντείο σε καλωσορίζει!

#4
iron

«η ικανοποίηση των λουόμενων κατά τη διάρκεια της διακόρευσης των κυμάτων» ή «από τα κύματα»;;;

πες μου ζουρλάρη πες μου, γιατί πρέπει να πάω να το ψάξω αυτό λίγο, αφού μάλλον την έχω αυτή τη γρίππη...