Η ελληνική βερσιόν της λέξης ταρζανέλια.
Θα αποτολμήσω και ετυμολογική προσέγγιση, όλη δικιά μου:
Κουρέμπελα από το κουρ(άδα) (το ποιόν) και (κουνια-)μπέλα (κατάσταση). Δηλαδή κουράδες που κρέμονται και κάνουν κούνια-μπέλα!!! Όπως και ο Ταρζάν στο συνώνυμο λήμμα.
Πώς ακούγεται;
«Θα σου κάψω τα κουρέμπελα.»
Τα κουρέμπελα τα έκαιγαν με αναπτήρα, για να μην πληγώνεται το εργαλείο τους (καθότι ξερά και σκληρά στις κολλημένες τρίχες).
«Άσ' τον αυτόν... του τάχουν κάψει τα κουρέμπελα» (π.χ. για τον παπούστη)
6 σχόλια
allivegp
Έλεορ, τί άλλο θα διαβάσουμε...
allivegp
πρέπει να είναι και εύφλεκτα, αν κρίνουμε από τη σύσταση τους.
Galadriel
Να ένα λήμμα που ήρθε να καλύψει μεγαλειωδώς αυτό το φριχτό κενό στην γλώσσα μας «πώς λέγεται το ταρζανέλι στα ελληνικά» αααααχαχαχ εύγε νέε
Vrastaman
Cul, το αναγραμμαντείο σε καλωσορίζει στο σλανγκρρρ.
Khan
Περιμένουμε να μας γράψεις για affaires de cul !
jesus
πρόσεχε, κχαν, γιατί «sexe plus histoire de cul égal meurtre».