Μετά από όλα αυτά τα ενημερωτικά λήμματα περί χταποδιών και λοιπών συγγενών, έρχεται να συγκλονίσει το slang.gr το ρήμα χταποδιάζω, το οποίο χρησιμοποιείται από χιλιάδες συμπολίτες μας σε δύο του γραμματικές μορφές:

  1. Χταπόδιασα: είμαι αλοιφή, είμαι πτώμα, βαριέμαι τόσο που έχω απλώσει σαν χταπόδι που το έχουν χτυπήσει σε βράχο να μαλακώσει

  2. Το χταπόδιασε: το σούφρωσε, το λαχάνιασε, το τσαμάκιασε ή γενικά το έκανε δικό του και δεν λέει να το αφήσει, το άρπαξε ωσάν το χταπόδι.

  1. Ρε φίλος, χέσε με που θες να σου κάνω και καϊφέ, δεν με βλέπεις που χταπόδιασα λέμε, αφού;


  2. - Ρε τον πούστη τον μπουστόγερο, από τις 8 είναι εδώ και έχει χταποδιάσει την ομπρέλα, γαμώ το φελέκι μου, γαμώ! Θα μας κάψει την κωλοτρυπίδα ο ηλίας και δεν έχω φέρει και αντηλιακό!
    - Νέμα προμπλέμα, μωρό μου, αν θέλεις έχω εγώ καλή κρέμα για σένα, με πρωτεΐνη!
    - Δεν γαμιέσαι να ασπρίσεις, ρε παπαρίωνα και συ!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Jonas

για το 2: οι Άγγλοι γουρουνιάζουν και εμείς χταποδιάζουμε

#3
MXΣ

'στω! Aυτό με τα γουρούνια δεν το έπιασα ωρε Jonas! σπάσ' τα και ξαναρίχ' τα!

#4
allivegp

Ευτυχώς το Μουντιάλ του χταποδιού και της βουβουζέλας φτάνει στο τέλος του.

#5
Jonas

απ' εδώ:

–verb (used with object) 9. to appropriate selfishly; take more than one's share of.

#6
vikar

Με τη σημασία αυτή ακριβώς ξέρω το κροκοδειλιάζω.

#7
Jonas

το γουρουνοχτάποδο έγραψε, μπάι δε γουέη!

#8
MXΣ

;-)
Στο παράδειγμα 2 ο γέροντας μπορεί να αποκαλεσθεί και καβατζόπουστας...

#9
ο αυτοκτονημενος

καλοο !!
που να δείτε και την ψυρολαμπίδα

#10
MXΣ

Σημείωσις διά τον όρον τσαμάκιασε του ορισμού:

εκ του απίθανου ρήματος τσαμακάω / τσαμακιάζω που προέρχεται από εκφυλισμό της μορφής «τ'αμάκιασε», νταρνάκικο με ετυμολόγηση από το αμάκα - δείτε εκεί για πιό πολλες πλεροφορίες.

#11
Khan

Εγώ, πάντως, Βράστα, σκέφτομαι μόνο το μήδι που έβαλε ο ΜΧΣ να κάνει οκταποδοφραπέ. Αυτά είναι!