Μετά από όλα αυτά τα ενημερωτικά λήμματα περί χταποδιών και λοιπών συγγενών, έρχεται να συγκλονίσει το slang.gr το ρήμα χταποδιάζω, το οποίο χρησιμοποιείται από χιλιάδες συμπολίτες μας σε δύο του γραμματικές μορφές:
Χταπόδιασα: είμαι αλοιφή, είμαι πτώμα, βαριέμαι τόσο που έχω απλώσει σαν χταπόδι που το έχουν χτυπήσει σε βράχο να μαλακώσει
Το χταπόδιασε: το σούφρωσε, το λαχάνιασε, το τσαμάκιασε ή γενικά το έκανε δικό του και δεν λέει να το αφήσει, το άρπαξε ωσάν το χταπόδι.
Ρε φίλος, χέσε με που θες να σου κάνω και καϊφέ, δεν με βλέπεις που χταπόδιασα λέμε, αφού;
- Ρε τον πούστη τον μπουστόγερο, από τις 8 είναι εδώ και έχει χταποδιάσει την ομπρέλα, γαμώ το φελέκι μου, γαμώ! Θα μας κάψει την κωλοτρυπίδα ο ηλίας και δεν έχω φέρει και αντηλιακό!
- Νέμα προμπλέμα, μωρό μου, αν θέλεις έχω εγώ καλή κρέμα για σένα, με πρωτεΐνη!
- Δεν γαμιέσαι να ασπρίσεις, ρε παπαρίωνα και συ!
11 σχόλια
Jonas
για το 2: οι Άγγλοι γουρουνιάζουν και εμείς χταποδιάζουμε
Vrastaman
Σλανγκοφραποχταπολιμπιδιάρικο λήμμα!
MXΣ
'στω! Aυτό με τα γουρούνια δεν το έπιασα ωρε Jonas! σπάσ' τα και ξαναρίχ' τα!
allivegp
Ευτυχώς το Μουντιάλ του χταποδιού και της βουβουζέλας φτάνει στο τέλος του.
Jonas
απ' εδώ:
–verb (used with object) 9. to appropriate selfishly; take more than one's share of.
vikar
Με τη σημασία αυτή ακριβώς ξέρω το κροκοδειλιάζω.
Jonas
το γουρουνοχτάποδο έγραψε, μπάι δε γουέη!
MXΣ
;-)
Στο παράδειγμα 2 ο γέροντας μπορεί να αποκαλεσθεί και καβατζόπουστας...
ο αυτοκτονημενος
καλοο !!
που να δείτε και την ψυρολαμπίδα
MXΣ
Σημείωσις διά τον όρον τσαμάκιασε του ορισμού:
εκ του απίθανου ρήματος τσαμακάω / τσαμακιάζω που προέρχεται από εκφυλισμό της μορφής «τ'αμάκιασε», νταρνάκικο με ετυμολόγηση από το αμάκα - δείτε εκεί για πιό πολλες πλεροφορίες.
Khan
Εγώ, πάντως, Βράστα, σκέφτομαι μόνο το μήδι που έβαλε ο ΜΧΣ να κάνει οκταποδοφραπέ. Αυτά είναι!