Το άτομο μέσα σε μία παρέα χορτοκαπνιστών που καταναλώνει πολύ μεγαλύτερη ποσότητα του φέου, απ' ό,τι του αναλογεί. Από πού προέρχεται αυτή η χρήση δεν γνωρίζω, όποιος μπορεί ας συμπληρώσει.

Μαλάκα Μήτσο πάλι ξηγιέσαι κροκόδειλο, αν συνεχιστεί αυτό το καλαμπαλίκι θα χύσεις κροκοδείλια δάκρυα!

(από doodoon, 15/04/11)(από Vrastaman, 15/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Nakas

Μπορώ να παραθέσω ένα σχετικό ανέκδοτο, ίσως έχει σχέση:
Η μαϊμού είναι στο δέντρο και κάνει μπάφο. Περνάει η σαύρα, την προσκαλεί η μαϊμού και απολαμβάνουν μαζί το χόρτο. Την πιάνει δίψα τη σαύρα από την πολλή σούρα και πάει να πιεί νερό. Στο ποτάμι βρίσκει τον κροκόδειλο, του λέει ότι η μαϊμού έχει πρώτο μαροκινό και ο κροκόδειλος αποφασίζει να πάει να δοκιμάσει. Καθώς πλησιάζει στο δέντρο τον βλέπει η μαϊμού και λέει: «Αμάν ρε σαύρα! Πόσο νερό ήπιες ρε πούστη;»

#2
knasos

Το παράδειγμα γαμεί τόσο που ευχομαι να μην ξανάκανει τελειώματα το παλικάρι που το είπε.

#3
Vrastaman

Αρχιμύδης!

#4
poniroskylo

Λέγεται και για ανθρώπους που έχουν φάει πάρα πολύ και στη συνέχεια αποχαυνώνονται. Προφανής ο παραλληλισμός με τον κροκόδειλο που τρώει ένα βόδι - λέμε τώρα - και μετά χωνεύει μια βδομάδα.