Ο τύπος που χώνεται εκεί που δεν το περιμένεις, με την καλή έννοια και όχι με αυτή του ριφιφί ή του πηδήκουλα. Ρεμπελόσκυλο, προσπαθεί να ζήσει με αρπαχτές (βλ. τζίτζικας). Τύπος που χρίζει προσοχής, συνήθως ευγενικός και πάντα χαμογελαστός.

Άνευ παραδείγματος...............στέρεψα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
salina

«Ο τζίτζιρας ο μίτζιρας ο τζιτζιμιτζιχότζιρας, ανέβηκε στη τζιτζιριά στη μιτζιριά στη τζιτζιμιτζιχοτζιριά, να κόψει τζίτζιρα μίτζιρα τζιτζιμιτζιχότζιρα.» Γλωσσοδέτης

#2
dryhammer

« ...και τον πιάσανε οι τζιτζιραίοι οι μιτζιραίοι οι τζιτζιμιτζιχοτζιρέοι και του δώσαν ξύλο τζιτζιρέικο μιτζιρέικο τζιτζιμιτζιχοτζιρέικο» η συνέχειά του.
Επίσης απαντάται και «ο τζίτζιρας ο μίτζιρας οτζιτζιμιτζικότσιρας»