Αυτός που χρηματίζεται, λαδώνεται, και το λαδοτύρι (αυτός που λαδώνει).
- Ααα, κοίτα τον πουλημένο τον διαιτητή, ταπαιρνίδης..
- Τον ξέρεις;
- Δεν είναι επίθετο, λαδώνεται.
- Ααα τον ξεφτίλα.
(Και παρομοίως για τον ταχωνίδη...)
Αυτός που χρηματίζεται, λαδώνεται, και το λαδοτύρι (αυτός που λαδώνει).
- Ααα, κοίτα τον πουλημένο τον διαιτητή, ταπαιρνίδης..
- Τον ξέρεις;
- Δεν είναι επίθετο, λαδώνεται.
- Ααα τον ξεφτίλα.
(Και παρομοίως για τον ταχωνίδη...)
Δες ακόμη: τα χώνω, σχήμα γνωστού αγνώστου και -ίδης.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
1 σχόλιο
Khan
Καλό! Για ελαφρώς διαφορετική σημασία δες Ταχωνίδης και Ταπαιρνίδου. Άλλος μικρασιατικής καταγωγής είναι και ο Ταπαίρνογλου.