Τα φαντασμένα κουνήματα, οι ξιπασιές, οι ψευτοπερηφάνειες (λέγονται και σουσουμίσματα).

Σουσούμης (ο): κουνιστός.

Σουσουμίζομαι: κουνιέμαι, περπατώ κορδωμένος για να επιδειχθώ.

Σουσουμίζω: κινώ, αναταράζω, κουνώ τα δέντρα για να πέσουν οι καρποί.

Με τέτοια σουσούμια πώς να μην την προσέξει κανείς;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Ο ΑΛΛΟΣ

Δεν την ήξερα αυτή την έννοια. Κυριολεκτικά σουσούμια (<συσσήμια < συν + σήμα) είναι τα εξωτερικά χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου.

[I]Ναύτες μου, μην τον είδατε το γιο μου το Γιαννάκη;
-Για πες μας τα σουσούμια του κι αν είδαμε θα πούμε.
-Ήταν ψηλός, ήταν κοντός κι ανοιχτοκουταλάτος...[/I]

(Municipal song)

#2
Fotis Nitsiopoulos

τα εξωτερικά χαρακτηριστικά γωρίσματα ενός, αλλά και οι ιδιαιτερότητές του, κάποιες κινήσεις του, κάποιες χειρονομίες του.Παράδειγμα το πως κρατάει το φλυτζάνι με τον καφέ, πως καπνίζει το τσιγάρο, αν τρώει τα νύχια του κτλ.