Ο μεγάλος φλώρος.

- Πώς ντύθηκες έτσι ρε συ σα φλωρόκουπας;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παράφραση του είμαι και ο πρώτος. Χρησιμοποιείται περιπαικτικά.

- Το πέρασα το μάθημα με 5 μετά από 5 φορές που τό 'δωσα!
- Τι λε ρε φιλάρα! Μπράβο! Είσαι και ο κρότος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται αντί για το συγχαρητήρια (κυρίως σε περιπτώσεις ηλίθιας πράξης).

- Έχεσα έξω από τη χέστρα - έτσι για σπάσιμο ρε μαλάκα!
- Τα συλλαλητήριά μου! Είσαι πιο ηλίθιος και απ' τα μπρόκολα!

(από patsis, 26/07/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός γυναίκας της οποίας οι θηλές του στήθους έχουν διαφορετική θέση από την κανονική ή κοιτάν το υπερπέραν.

- Μαλάκα, τσέκαρες το γκομενάκι;
- Ποια ρε συ, αυτή την τυφλοβύζα; Ούτε με σφαίρες!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ασχολούμαι υπερβολικά με τον ερωτικό μου σύντροφο.

- Α δεν μπορώ φιλάρες να βγω σήμερα. Με εχει στριμώξει η δικιά μου, έχουμε επέτειο.
- Α καλά..., τάισε τη μαϊμού εσύ και εμείς θα πάμε για ρετσίνες.

(από xalikoutis, 23/10/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που κλείνεται μέσα στο σπίτι και δε βγαίνει έξω απο αυτό. Ο βαριεστημένος για έξοδο, εκδρομή κλπ.

Χρησιμοποιείται αποκλειστικά στην περιοχή του Βοΐου Κοζάνης.
Ετυμολογία: Οι απόγονοι της ιστορικής οικογένειας Παπαζώλη ντρεπόταν να κυκλοφορήσουν στην πόλη μετά την ήττα των Ορλωφικών, στην οποία είχε συντελέσει ο ίδιος ο Παπαζώλης (ο οποίος και καταγόταν από τη Σιάτιστα της Κοζάνης).

-Πάμε καμιά βόλτα ρε σεις. Τι κλειστήκατε μέσα σαν τα Παπαζουγλάδικα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Όργανο αυνανισμού που συνίσταται σε έναν δονητή προσκολλημένο σε μια φουσκωτή μπάλα εκγύμνασης με δυο πλαστικά χερούλια. Λειτουργεί μέσω της εκούσιας αναπήδησης του υποκειμένου.

  2. Το μαλακιστήρι.

- Τι πετάγεσαι σαν πουτσομπαλονάκι; - Άσ' τον, ρε μαλάκα, να δούμε τι θέλει να πει.

(από patsis, 24/07/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Γουστάρεις ρε άρρωστη;
  2. Καλά να πάθεις.

(προφανώς πορνογραφικής προέλευσης.)

  1. - Κι άλλο μωρή. Τσούζει τώρα Σούζη, τσούζει;

  2. - Τσούζει Σούζη; Σ' τά 'λεγα εγώ. Δεν θες να μ' ακούσεις...

Η προέλευση της φράσης είναι μάλλον το παλιό (αντιγραφή, κλασικά) rock'n'roll τραγούδι του Καρβέλα Σούζη τσούζει, από τον δίσκο «Τσούζει»... Ιδού και το link για τους στίχους...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ηλιθιοηλίθιος.

- Τι βλακόβλακας, Θεέ μου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Ως επίθετικός προσδιορισμός: ο άχρηστος.
  2. Ο τόσο ασήμαντος που δεν αξίζει να ζει ή να γινεται λόγος γι' αυτον.
  3. Ως επιφώνημα: άντε γαμήσου!
  1. - Πρέπει να χωρίσεις απο αυτόν τον τζάμπα ζει. Θα σου φάει τη ζωή!

  2. - Τζάμπα ζει, ρε συ αυτός. Μ' αυτόν θα ασχολούμαστε;

  3. - Τζάμπα ζεις, ρε μαλάκα! Δε το βλέπεις το φανάρι;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία