1) Κατ'αντίθεση προς τον μπήχτη, η γυναίκα που γαμιέται ασύστολα.
Είναι μεγάλη μπηχτρα. Τον αρπάζει στα 17 μέτρα.
2) (Πιο πρόσφατο και σπανιότερο, για σεξουαλικά απελευθερωμένη γυναίκα) Αντίστοιχο του μπήχτης: γυναίκα που την πέφτει σε όλους.
1) Κατ'αντίθεση προς τον μπήχτη, η γυναίκα που γαμιέται ασύστολα.
Είναι μεγάλη μπηχτρα. Τον αρπάζει στα 17 μέτρα.
2) (Πιο πρόσφατο και σπανιότερο, για σεξουαλικά απελευθερωμένη γυναίκα) Αντίστοιχο του μπήχτης: γυναίκα που την πέφτει σε όλους.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Επιτατικά: τουρλομπήχτρα, κουφαλομπήχτρα.
Δε μας γαμιέται η τουρλομπήχτρα που θα μας κάνει και μάθημα ηθικής.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ταυτόσημο, αλλά πιο μερακλιδικο, με το εμφανιζόμενο κείμενο συνδέσμου
Άσε, τράβηξα ντάμα από δώδεκα κι'επεσα στο λάκκο με τα τσιμπούκια.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!