Πολύ τυχερή (με το μεγεθυντικό επίθημα -ούκλα, όπως: χερούκλα, ψαρούκλα).
Τέτοιο ωραίο παλικάρι έχει γκόμενο, η τυχερούκλα, και τον ψήνει...
Πολύ τυχερή (με το μεγεθυντικό επίθημα -ούκλα, όπως: χερούκλα, ψαρούκλα).
Τέτοιο ωραίο παλικάρι έχει γκόμενο, η τυχερούκλα, και τον ψήνει...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Αντιμετωπίζω, χωρίς να το περιμένω, μεγάλη ταλαιπωρία ή δυσκολία.
Άσε, πήγαμε από Αλεξάνδρας, κι είχε μια κίνηση... Φάγαμε την πίπα του αιώνα!
Δες ακόμη: πίπα, πίπα κώλο, πίπα κώλο εμπλοκή (και στο διάλειμμα τσιμπούκι), και ρίχνω, τρώω, πέφτω.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!