Ο τσιφούτης, τσιγκούναρος, ξηνταβελόνης, σπάγγος, φραγκοφονιάς, ψειροσκοτώνης, της οικονομίας, ο ξεραίνων το παξιμάδι, όλα αυτά.
Μαζεύει ο καρμιροσάκουλος, και δώστου...τι θα τα κάνεις καημένε; Ωρε, έχουν τα σάβανα τσέπες;
Ο τσιφούτης, τσιγκούναρος, ξηνταβελόνης, σπάγγος, φραγκοφονιάς, ψειροσκοτώνης, της οικονομίας, ο ξεραίνων το παξιμάδι, όλα αυτά.
Μαζεύει ο καρμιροσάκουλος, και δώστου...τι θα τα κάνεις καημένε; Ωρε, έχουν τα σάβανα τσέπες;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η φράση «έφαγε κόλλημα» στη γλώσσα των νέων σημαίνει: ο υπολογιστής, το κινητό ή οποιοδήποτε μηχάνημα μπλοκάρισε, έχει παρουσιάσει δυσχέρεια στη λειτουργία του. Ή το «τρώω κόλλημα» σημαίνει ότι αποκτώ εμμονή με κάτι.
Ρε φίλε ο Ρένος έχει φάει κόλλημα με το παιχνίδι μπλάκ οπς, αν συνεχίσει έτσι στο δεύτερο τρίμηνο, από βαθμούς θα πιάσει πάτο.
- Φτου!!! έφαγε κόλλημα το κωλοκινητό...
- Έλα ρε μην τρελαίνεσαι, κάν' το ένα ρισέτ χαλαρά.
Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Το άθυρμα, από το ρήμα αθύρω, παίζω. Η λέξη χρησιμοποιείται για το μαραφέτι (αντικείμενο) που παίζεται το παιχνίδι.
Γιαννιώτικο ιδίωμα.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η γόμα, η κόλλα, από δέντρα όπως η μυγδαλιά.
Αυτή η μαϊμού είχε πολλή πλάκα, ανέβαινε σαν αγέρας πάνω στα δέντρα, για να βρει να φάει κανά γλυκό κομμίδι, είτε μέλι μέσα στις κουφάλες των δέντρων.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο ακροβάτης.
Ήτανε ανεβασμένος απάνω στα ξάρτια, και δεν χαμπάριαζε ολότελα από κρύο. Στο κορμί ήτανε αντρειωμένος και σβέλτος σαν τζαμπάζης.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο καθήμενος οκλαδόν.
Ο μπούμπης ήτανε χοντρός και κοντόφαρδος, μαυριδερός και καθότανε ανεκούρκουδος, σκεπασμένος με τη γούνα του.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!