Δεν κατάλαβα, αφαιρέθηκα, απέτυχα σε μια προσπάθεια μου να βοηθήσω ή να επιτελέσω μια εργασία.

Προέρχεται από το Δεν νιώθω φιστίκι (κάστανο).

  1. - Μαλάκα τι ασπίδα έχει αυτός ο paladin; Πωω! Δε νιώθει Κάσιους!

  2. - Πάλι μας έκαψε ο Μπάμπης, ρούφηξε τα γκολάκια σαν ανάπηρος!
    - Αφού δε νιώθει Κάσιους ο μαλάκας μωρέ!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκεται για τον ανεγκέφαλο, τον ατζαμή, τον άνθρωπο που τα κάνει θάλασσα σε όλες του τις προσπάθειες, από την προσωπική του ζωή μεχρι το gaming.

(Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως : Ο τελευταίος των μοϊκανών, ο τελευταίος μαλάκας, τελευταίος μόγγολος κλπ)

  1. Ρε μαλάκα τελευταίε, σκατά τά 'κανες, γέμισες καφέ το κάθισμα!!

  2. Πόσο τελευταίος μπορεί να είσαι, μου λες; Πάλι έκλεψες τη σύνταξη του παππού σου;

  3. Ρε τελευταίε, πού πας, πάρε το level, θα σε κόψουν ψωμί άμα χωθείς, xpare καλύτερα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που σημαίνει βαρεμάρα, πρήξιμο, ενόχληση κτλ. Συνήθως αναφέρεται σε μια υποχρεωτική διαδικασία.

-Πωπω ρε φίλε, αυτό το δίωρο έκθεσης με σκοτώνει.
-Μεγάλο τσουρέκι ρε συ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία