Το επίθετο αναφέρεται στα εξής:

  1. Περίπτωση ατόμου που είναι τόσο καθηλωμένος με κάτι, που στην πράξη είναι λες και τον έχουν «συνδέσει» με καλώδιο. Αναφέρεται συχνά σε καμένους και nolifers.

  2. Όποιος φέρει πάνω του ηλεκτρονικό εξοπλισμό. Εδώ υπάρχουν οι εξής δύο περιπτώσεις: α) Εξοπλισμός υπολογιστή (π.χ. headset), μικρόφωνο τηλεοπτικού παρουσιαστή ή floor manager και γενικά κάθε είδους ηλεκτρονικά καλώδια που εξυπηρετούν μια εργασία.
    β) Κοριός με στόχο την παρακολούθηση συνομιλίας από κατάσκοπο, ντετέκτιβ, αστυνομικό της ασφάλειας κτλ. Σε ορισμένες περιπτώσεις δε, ο κοριός συνδέεται με live κύκλωμα σε mini van όπου συνήθως οι συνομιλίες παρακολουθούνται από στρουμφάκια.

  3. Άτομο που είναι κολλημένο με μία πεποίθηση, τόσο που δεν ξεκολλάει με την καμία (αναφέρεται και για τις θρησκείες)

Αντίστοιχα παραδείγματα των παραπάνω ορισμών:

  1. - Πάμε στο Σπύρο για καφέ;
    - Άσε με μωρέ με τον μαλάκα. Πήγα χθες για να πούμε καμιά μαλακία να περάσει η ώρα κι αυτός ήτανε καλωδιωμένος 3 ώρες στο Facebook. Γάμησέ τα σου λέω, δεν πάει afk ούτε για τουαλέτα.

2α. - Ελένη, βγαίνουμε live σε 1'!
- Τι λέτε ρε παιδιά; Εδώ δεν είμαι ακόμα καλωδιωμένη, θα έρθει κάποιος να μου περάσει ένα...μικρόφωνο;

2β. - Μπήκε ο δικός σου μέσα στην έπαυλη;
- Ναι.
- Καλωδιωμένος;
- Ναι, κομπλέ. Σε λίγη ώρα θα έχουμε και ήχο.

  1. Το παλικάρι είναι πλέον τίγκα καλωδιωμένος με την θρησκεία. Πιστεύει ότι πρέπει να κάνουμε σεξ μετά τον γάμο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία