Ο ανδροπρεπής, ο αντρουά, με την γαλλοπρεπή κατάληξη . Συνήθως αναφέρεται ειδικά σε ανδροπρεπές στυλ κόμμωσης και χρησιμοποιείται και όταν μια γυναίκα προβαίνει σε παρόμοια στυλιστική επιλογή. Πρόκειται δηλαδή για κάτι ανάλογο του αγορέ.

Πάσα: Τζήζαντας.

  1. Αυτό που θα ξεχωρίσει φέτος το χειμώνα από μία απλή βόλτα μέχρι και τις πασαρέλες είναι [...] τα κοντά καρέ και πολύ κοντά κουρέματα αντρικέ εώς και ξυρισμένα.
    Γενικά φέτος θα λέγαμε οτι είναι μία πολύ TREΝDY χρονιά. (Εδώ).

  2. Μόνο εκείνο το αντρικέ κούρεμα με την ουρά του αλόγου πίσω, ποιός κουρέας μωρή στο έκανε; (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Khan

Κι ένα παράδειγμα που δεν αφορά σε στυλ κόμμωσης, αλλά μάλλον πρόκειται για τυπογραφικό λάθος, οπότε δεν μας απασχολεί:

Γιατί σίγουρα το λάτιν μοντέλο μπαίνει εύκολα στις αντρικέ καρδιές. Με Κουβανέζικη καταγωγή, μένει στο Λας Βέγκας και κάνει σέξι φωτογραφήσεις σε αντρικά περιοδικά. Εύγε! (Εδώ).