Νευριάζω, τσατίζομαι.
- Μη μανίζεις ρε μαλάκα...
- Tι να μη μανίζω ρε αφού μου πήδηξες τη γκόμενα!!!
Νευριάζω, τσατίζομαι.
- Μη μανίζεις ρε μαλάκα...
- Tι να μη μανίζω ρε αφού μου πήδηξες τη γκόμενα!!!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει φυσικό αέριο (κοινώς κλανιά) που αποτελείται από πολλές μικρότερες συνεχόμενες κλανιές σε αρμονική ακολουθία, εύηχη και ρυθμική...
-Πω πω ρε μαλάκα τι ήταν αυτό;
-Τίποτα ρε, τώρα άφησα μια ψηφιδωτή κλανιά...
-Το ρεφρέν ήταν γαμάτο ρε, ξαναπαίξ' την...
Βλ. και βροντόφωνος η άοσμος, συρρίζουσα η βρομούσα, υπόκωφος η αναισθησιογόνος, κομπολογάτη, υποπουρτίδιο / υποκλανίδιο
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!