Αναφέρεται στην χειρότερη κατάσταση στην οποία θα μπορούσε να πέσει ένας άνδρας.

Άσ' τα να πάνε φίλε μου, με διώξανε απ' τη δουλειά, η σπιτονυκοκυρά μου μού έκανε έξωση, οι λογαριαμοί τρέχουν... Το μουνί και το μπουκάλι μ' έφεραν σ' αυτό το χάλι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σαν πούστης.

Ώσπερ = σαν.

Κύναιδως (κυν = σκύλος + αιδώς = ντροπή) = Σκυλοντροπή.

Κίναιδος = ξεκωλιάρης, πούστης. Συναντάται σε κωμωδία του Αριστοφάνη, που ως είναι γνωστό ήταν ο μεγαλυτερος βρωμόστομος συγγραφέας της αρχαιότητας.

Καπνίζω... σαν αράπης, σαν πούστης, ώσπερ κίναιδος.

(από Khan, 26/09/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σύνθετο επίθετο που αποδίδεται σε άνδρες που φονεύουν μεγάλες ποσότητες ρακής (τσικουδιάς). Με διάφορα είδη μεζέδων φυσικά, κατά προτίμηση χοχλιούς μπουμπουριστούς.

- Ρε εσείς, εκεί στα χωριά σας στην Σητεία στην Κρήτης είσαστε μεγάλοι ρακοφονιάδες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μικρής ηλικίας πουτανάκι που μπορεί να σε στείλει φυλακή. Ντύνεται προκλητικότατα και η ηλικία του ξεκινά από 12 έως 15 ετών.

Συνώνυμο: Νυμφίδιο.

Κοίτα πώς ξεπετάχτηκε το κοριτσάκι της κας Μαρίας... σαν πορνίδιο ντύνεται.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μέρος που μπορούμε να κάνουμε εύκολη αναστροφή με το αυτοκίνητο μας. Την άκουσα τη λέξη στην Σητεία στην Κρήτη.

Πάμε να βρούμε μιαν αυγαλεσά να στρίψουμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δαυλός στον κώλο του: Το λέμε για να δείξουμε ότι δεν με ενδιαφέρει για το τι κάνουν οι άλλοι. Δεν μας ενδιαφέρει, π.χ. για το αν κάποιος μας αγαπά ή όχι.

  1. - Ό Γιάννης παντρεύτηκε.
    - Δαυλός στον κώλο του.

  2. Όποιος δεν μας αγαπά δαυλός στον κώλο του.

  3. Κάποτε λέγανε στον Μανώλη:
    - Μανώλη, πέθανε ο Γιώργης.
    - Δαυλός στον κώλο του.

Μετά από πολύ καιρό:
- Μανώλη, πέθανε ο Γιάννης.
- Δαυλός στον κώλο του.

Περασαν τα χρόνια ήρθε και η σειρά του Μανώλη.
- Ρε Μανώλη, τι λες τώρα που πεθαίνεις εσύ;
- Δαυλός στον κώλο αυτών που θα πομείνουνε (μείνουν ζωντανοί).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  • [i]Ψωλή μου που 'σουν όμορφη κι' ήφτανες στο φεγγάρι και 'δα θωρώ τ'αρχίδια σου κ' ήκαμες μαξιλάρι.[/i]
  • [i]Ψωλή μου που 'σουν όμορφη και 'ποκαμάρωνα σε και 'δα στην τρύπα του μουνιού θωρώ σε και κοιμάσαι.[/i]
  • [i]Ψωλή μου που 'κανες τσαντίρι το σεντόνι και 'δα που σε χρειάζομαι σε πήραν οι δαιμόνοι.

[/i] Κρητικές χαρακτηριστικότατες μαντινάδες που αφιερώνονται σε όσους έχουν παροπλίσει το πέος τους και δεν μπορούν να εκτελέσουν τα σεξουαλικά τους καθήκοντα.

Δεν χρειάζεται, οι μαντινάδες μιλάνε από μόνες τους.

(από kounelos66, 12/02/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Θα πάμε γαμιώντας, τρέχοντας.

Ωρε μάγκα μου, τι τρέξιμο ήταν κι αυτό. Τσιμπουκιδόν πήγαμε στην δουλεία σήμερα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κυρία που μπουκώνεται με ψωλές διαφόρων μεγεθών. Βλέπε τσιμπουκλού.

Α!!!! η καινούργια της τάξης .... μεγααααααλο ψωλομπούκανο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μην είσαι Παπαροβιόλης ! Αυτός που παίζει το πουλί του (παπάρι), σαν βιολί. Ο αδιάφορος για το ότι συμβαίνει δίπλα του. Ή αν θέλετε αυτός που λέει συνεχώς παπαριές. Λέξη η οποία χρησιμοποιείτε κατά κόρον από τον Καλλιτέχνη ή Πυρηνικό σε χωριό του Ν. Λασιθίου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε