Διεισδύω με το πέος.

- Την γύρισε μπρούμυτα και της τον φορμάρισε από πίσω.

Βλ. και φερμάρω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο κατά συρροή και κατ' εξακολούθηση βιαστής ή/και δολοφόνος γυναικών, π.χ ο δράκος του Σέιχ-Σου.

Αποφυλακίστηκε ο «δράκος» Κυριάκος Παπαχρόνης. (ΜΜΕ)

(από perkins, 20/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σαχλό κορίτσι με κάποια δόση προκλητικότητας.

-'Ηταν και η Ελενίτσα στο πάρτυ.
- Αυτό το παρτσακλό;

Δες και κάρτσικλο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μου κόπηκε το αίμα: φοβήθηκα.

- Αμάν βρε παιδί μου, πώς μπήκες έτσι αθόρυβα. Μού 'κοψες το αίμα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τύπος αεριτζή, τρακαδόρου, που κυκλοφορεί με ακάλυπτες επιταγές.

Ο ακάλυπτος ήταν χαρακτήρας κωμικής σειράς που ενσάρκωνε ο ηθοποιός Α. Καφετζόπουλος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σαράβαλο αυτοκίνητο.

Ο όρος προέρχεται από τα κακής ποιότητας αυτοκίνητα του πρώην ανατολικού μπλοκ, την δεκαετία του '60-'70, όπως ήταν το Moskvich.

-Τι μάρκα είναι το αυτοκίνητό σας κ. Τάκη;
-Σπρώξοβιτς!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Κακός τεχνίτης.

Αυτόν φώναξες να σου διορθώσει τη βλάβη; Αυτός είναι σκιτζής!

Κακοτεχνίτες: καλαμπόρτζης, κομπογιαννίτης, μπασματζής, ξυλοσχίστης, σκιτζής.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η οδός Στουρνάρη (άνωθεν της οδού Πατησίων), επειδή εκεί είναι μαζεμένα τα περισσότερα καταστήματα για ηλεκτρονικούς υπολογιστές.

- Πάω στην Σίλικον Βάλεϋ να ψάξω για κάρτα γραφικών.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

H λαχτάρα, η αγωνία.

-'Εφαγα χθές ένα αγγούρι, μα τι αγγούρι! Καλυβιώτικο, με τα χώματα μαζί! Έμεινα από μπαταρία στο αυτοκίνητο και στο κινητό ταυτόχρονα! Τρεις ώρες περίμενα να με μαζέψουνε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση-αναφώνηση σχετικά με κάποια κακοτυχία ή για απανωτές κακοτυχίες. Προέρχεται από τις Ιταλικές ταινίες του΄50 (porca=γουρούνα)

- Μ΄έπιασε λάστιχο, έμεινα από μπαταρία και με τρακάρανε, όλα αυτά μέσα σε τρεις μέρες! Πόρκα μιζέρια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία