Ο πρωκτός υποτιμητικά, ιδίως επί πρωκτικής συνουσίας.

Συνώνυμο: σκατοσακούλα.

-Θέλω να κάνω οθωμανικό με τη γκόμενά μου αλλά δεν δέχεται.
-Έλα μωρέ, από τη σκατοθήκη; Καλά κάνει και δεν θέλει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ομοφυλόφιλος που έχει πολύ αδρά χαρακτηριστικά και γενικά είναι επιθετικός και αρρενωπός.

-Κοίτα τον τύπο με τη χάρλεϊ, όλο σφήνες μου κάνει!
- Φαίνεται αγριόπουστας, μην του κολλάς καθόλου γιατί κινδυνεύεις...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται μεταφορικά σε περίπτωση που κάποιος αποδεικνύεται ιδιαίτερα τυχερός -κωλόφαρδος- σε κάποιο παιχνίδι, πχ. τάβλι και χάριν αστειότητας είναι το όργανο που θα μετρήσει το βάθος της κωλοφαρδίας.

-Τρίτη φορά εξάρες!
-Δεν παίζεσαι με τίποτα, να φέρουμε το κωλοβυθόμετρο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δεν σκέφτομαι προτού μιλήσω και λέω το πρώτο που μου έρχεται στο νου, η οποία αποστροφή εκτιμάται ως ανόητη ή προσβλητική ή αδιάκριτη από τον συνομιλητή.

-Άσε, ξεχάστηκα και πέταξα ένα άκυρο χθες μπροστά στην κοπέλα μου για την πρώην μου και τη στενοχώρησα!
-Αφού όταν μιλάς βουτάς τη γλώσσα στον κώλο και όχι στο μυαλό πρώτα, καλά να πάθεις!

Πρβλ. και βουτάω τη γλώσσα στο μυαλό.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που αφοδεύει γρήγορα.

Απαντάται και ως γρηγοροκατρουλής.

Συνώνυμο: γρηγοροκατούρητος
Αντίθετο (με την έννοια αυτού που δεν πάει συχνά στην τουαλέτα, ή που δεν έχει πάει ακόμα, ιδίως στην Κρήτη απαντάται): ακατούρητος.

-Καλά ήρθες κιόλας από την τουαλέτα;
-Ναι, είμαι γρηγοροκατουρλής!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αποκλείεται, ούτε να το σκέφτεσαι, αποτελεί έκφραση αποδοκιμασίας που χρησιμοποιούνταν στο στρατό και σήμαινε ότι αποκλείεται να πραγματοποιηθεί αυτό που ζητείται ή απαιτείται

Συνώνυμο: και μπορέλι.

Με σαφή προέλευση από τον παλιό παίκτη του ΠαναθηναΪκού Χουάν Χοσέ Μπορέλι.

-Εσύ είσαι για σκουπιδιάρα σήμερα;
-Και μπορεί να είμαι εγώ!
ή -Και μπορεί!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφερόταν αρχικά σε αλλαγή ρόλων κατά τη διάρκεια της ερωτικής πράξης μεταξύ ομοφυλοφίλων, αλλά σήμερα σημαίνει περιπαικτικά ή χιουμοριστικά την όποια αμοιβαία ανταλλαγή, κυρίως μεταξύ φίλων.

- Αυτό το αμάξι που οδηγάς δεν είναι του Γιώργου;
- Ναι, αυτός πήρε το δικό μου!
- Τι; Αλλαξοκωλιές κάνατε;

Σχαμουράι (από panos1962, 22/11/09)(από Khan, 08/05/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο χαρακτηρισμός αυτός κατά άλλους προέρχεται από το χαρακτηριστικό σχήμα της κεφαλής πολλών κατοίκων της Ηπείρου, το οποίο χαρακτηριζόταν κατά το παρελθόν κυρίως από έντονη βραχυκεφαλία (υπερβραχυκεφαλοποίηση), δηλαδή πλατύ κρανίο, φαρδύ µέτωπο (πλατυινία), πρόσωπο τριγωνικό σαν ανάποδο Δ.
Οι Χούλσε - Σράιντερ καθώς και ο ανθρωπολόγος Άρης Πουλιανός λένε οτι οι απομονωμένοι ορεινοί πληθυσμοί έχουν τάσεις υπερβραχυκεφαλοποίησης (π.χ. Αυστρία, Ελβετία, Ήπειρος), η οποία έχει υποχωρήσει λόγω των μεγάλων μετακινήσεων των πληθυσμών τα τελευταία χρόνια. Η υπερβραχυκεφαλοποίηση δίνει στο πρόσωπο χαρακτηριστικά που θυμίζουν παγούρι (ανάποδο Δ, πλατύ μέτωπο) και γι'αυτό είχαν ονομαστεί παγουράδες ή παγουροκέφαλοι.
Άλλωστε και οι γείτονες κάτοικοι της Άρτας αποκαλούνται -κυρίως από τους Γιαννιώτες- νερατζόκωλοι, στοχεύοντας κι εδώ τον χαρακτηρισμό σε ανατομικό στοιχείο.

- Καλά Νίκο είσαι σίγουρα Ηπειρώτης και δεν το ξέρεις, έχεις το κλασικό παγουροκέφαλο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τύπος κάτοικου Κρήτης, ο οποίος φοράει συνήθως μαύρα ρούχα, οδηγεί 4x4 αγροτικό διπλοκάμπινο με μαύρα φιμέ τζάμια και συνήθως οπλοφορεί. Aρέσκεται στο να τρομοκρατεί τους γείτονές του παρκάροντας όπου του καπνίσει, σταματώντας το 4x4 στη μέση του δρόμου για να μιλήσει αδιαφορώντας για τους πίσω, βάζοντας μουσική όλες τις ώρες στη διαπασών, επιδιώκοντας να εμπλέκεται σε συμπλοκές -κυρίως με πιο αδύναμούς του και γυναίκες- και να κάνει επίδειξη ανδρισμού σε κάθε ευκαιρία. Έχει έντονα αρνητική και προσβλητική σημασία και απευθύνεται από άλλους Κρητικούς προς αυτόν τον συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου.
Συνώνυμα: πετσί, λουρί, λούρος, πετσόλουρο. Θηλυκό: πετσογκόμενα, πετσού, μηζύθρα.

- Σ' αυτό το μαγαζί δεν πάει ο κόσμος γιατί είναι γεμάτο πέτσακες και γίνονται παρεξηγήσεις και κάνουν φασαρίες συνέχεια!

(από Khan, 10/04/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πόρνη, η τσούλα ή η πολύ πρόθυμη να ικανοποιήσει σεξουαλικά όλους τους ενδιαφερόμενους άντρες, με σαφή κοροϊδευτική αναφορά σε γυναίκες που προέρχονται από το πρώην ανατολικό μπλοκ κι έχουν συνδεθεί με την πορνεία.

- Άκουσες ότι ήρθε στην Ελλάδα η νέα πρέσβειρα καλής θέλησης του ΟΗΕ από την ......νία; (χώρα ανατολικής Ευρώπης)
- Ναι; Ποια, η Νατάσα Τσουτσουνοπέρνοβα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία