Ο ατσούμπαλος, ο άχρηστος.
Πάλι σκόνταψε ο ανάπηρος.
Ο ατσούμπαλος, ο άχρηστος.
Πάλι σκόνταψε ο ανάπηρος.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
1) Ο πολλά βαρύς, ο άντρακλας, αγριάνθρωπος, κάποιος συχνά βίαιος.
2) Ο μεταλλάς, ο πάνκης, κλπ με τα παραπάνω χαρακτηριστικά.
- Ρε μαλάκα, αυτός είναι κάφρος, μου γάμησε το σπίτι!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ή αλλιώς και ρόμπα ξεκούμπωτη (για περισσότερη έμφαση). Όταν κάποιος ξεφτιλίζεται μπροστά σε άλλους.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ονομάζονται κι έτσι και οι φίλαθλοι του (Μ)ΠΑΟΚ.
Σχετικά λήμματα: ΜΠΑΟΚ
Έχασε πάλι ο (Μ)ΠΑΟΚ από τον Ολυμπιακό και τα έκαναν γυαλιά καρφιά πάλι οι βούλγαροι.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Λέξη μεγάλης υβριστικής ισχύος, όταν αυτή λέγεται σε άντρα. (1) Ο δόλιος, ο σιχαμένος, ο άκρως αντιπαθητικός, (2) αυτός που θέλουμε να τον σαπίσουμε στο ξύλο.
Να τον προσέχεις αυτόν, είναι μεγάλο μουνόπανο.
Έλα εδώ ρε μουνόπανο αν έχεις αρχίδια.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο αγαπημένος φίλος των ταξιτζήδων, λεωφορειατζήδων, νταλικέρηδων και γενικότερα του έλληνα οδηγού! Συναντάται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Μόλις τον αντιληφθούνε σπεύδουν να τον χαιρετίσουν ανοίγοντας την παλάμη και συνοδεύοντας τον χαιρετισμό με ένα μακρύ κορνάρισμα.
- Να ρε μαλάκα!!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η πολύ άσχημη και χοντρή γκόμενα.
Πώς είσαι έτσι μωρή φακλάνα γαμώ το κερατό σου;;
Βλ. και χουφτιάρα, μπράσκα, η, όρκα, πατοκαφρόλα, φρι Γουίλι, free Willy, φώκια, χαβούζα, η, χαβούζα, η, μπουρέκλα, θωρηκτό Ποτέμκιν, μποχλάδα /-ω, κεφτές με πόδια, κουνιότα
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η χοντρή μπαζόλα. Η πιο άσχημη. Αυτή που δεν έχει απολύτως τίποτα όμορφο πάνω της... Η καταραμένη...
Σύντομη περιγραφή: Χοντρή σαν τσουβάλι (120kg), σκουρόχρωμη, μουστάκι απαραιτήτως, πολλή τρίχα (σε βυζιά, κώλους, μουνιά, πρόσωπο, χέρια, πόδια, δηλ. παντού), σγουρό, πυκνό, ανέμελο μαλλί -ντίκινσον κατάσταση)...
Συνήθως, επειδή είναι ζώα, ντύνονται προκλητικά μπας και βρούνε κανα πέος, αλλά και ντίρλα να είσαι δεν κάνεις τέτοια λάθη.
Επίσης γνωρίζονται μεταξύ τους και κυκλοφορούνε μαζί ως κοπάδι φώκιας.
- Μην κοιτάξεις δεξιά...
- Τι ρε;
- Περνάει κοπάδι φώκιας...
Βλ. και χουφτιάρα, μπράσκα, η, όρκα, πατοκαφρόλα, φακλάνα, φρι Γουίλι, free Willy, χαβούζα, η, χαβούζα, η, μπουρέκλα, θωρηκτό Ποτέμκιν, μποχλάδα /-ω, κεφτές με πόδια, κουνιότα
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Οι ανθρώπινες μάζες που δεν διαθέτουν την κοινή λογική και απλά άγονται και φέρονται χωρίς ελπίδα να γίνουν κάποτε κανονικοί άνθρωποι.
- Είσαστε ζώα ΖΩΑ!
(zimkostas, με ειδική προφορά γεμάτη απέχθεια, σαν να φτύνεις τον άλλο κατάμουτρα).
Σ.ς. Πρόκειται περί διάσημης ατάκας μιας εξέχουσας προσωπικότητας διαφόρων τσατοκοινωνιών, γνωστού γιαχουτζή σε μόνιμη κόντρα με την γράφουσα με την καλή την έννοια, αν υπάρχει τέτοια. Ζιμ, αν ζεις ακόμα, να ξέρεις ότι αυτή η μαλακία ορισμός που σου αφιέρωσα μου κόστισε έναν καλύτερο βαθμολογικό μέσο όρο στο σλανγκ, τί άλλη θυσία πια.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο μπανιαρισμένος στα σκατά. Χρησιμοποιείται ως όρος όταν δεν υπάρχει αίσθηση της πρωτοτυπίας στο μπινελίκι. Ζώα.
Μπήκε στο σπίτι μου ο σκατιάρης και έκανε ένα μήνα να ξεμυρίσει η σκατίλα.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!