Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Δεν πρόκειται βέβαια για κάποια συγκεκριμένη ώρα κατά την οποία προτιμά να συνουσιάζεται η συμπαθής φυλή των Ρομά, αλλά για "εξυπνακίστικη", "πληρωμένη" απάντηση στην ερώτηση "τι ώρα είναι;".

Για να εντυπωσιάσουμε το συνομιλητή μας, ή πολύ απλά επειδή δεν έχουμε ρολόι. Βλέπε και η ώρα που γαμούν οι σκύλοι.

- Πρέπει να έχουμε αργήσει, τι ώρα λες νά 'ναι;
- Η ώρα που γαμιούνται οι γύφτοι! Που θες να ξέρω...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

- Μήτσο έχεις μεγάλο σπίτι;
- Ναι, είναι αρκετά ευήλιο, και μάλιστα και πολύ ευγάμηστο;)

Χρησιμοποιείται για να προσδιορίσουμε ένα τόπο-χώρο που προκαλεί των-την ληπτη σε γεματες σεξουαλικες συζητήσεις.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το παλιό καλό "το μπούλο" σε ένα πιο φρέσκο βερσιόν...

Εκεί που πίναμε τον καφέ μας σκάει μύτη ο μαλάκας ο Αλέξης..και του λέω έλα το μπέογλου απο'δω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Οι τρίχες πάνω από τα γεννητικά όργανα της γυναίκας, το τρίχωμα του αιδοίου.

Ο αέρας σήκωσε την φούστα της και επειδή δεν φόραγε βρακί φάνηκε για λίγο ο μπούφος της.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ούμπαλα

Παράδειγμα: Ακου να σου πω μας έπρηξες τα ούμπαλα με τις βλακείες σου συνεχώς. Αει σιχτίρ !

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Παράδειγμα:
Αγάνωτος= Αυτός που δεν γανώθηκε, ο χωρίς κασσίτερος. Η επικασσιτέρωση. Έμειναν αγάνωτα τ' αγγιά, (τα κατσαρολικά).

Αγάνωτη= Αυτή που δεν γαμήθηκε. Τι να την κανς μωρ΄ αυτήνια αγάνωτη είνι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Γανώνω= γαμάω

Σιαφάκωμα = Το γαμήσι.

Σιαφακώνω = Γαμάω.

Απαφτώνω= Κάνω έρωτα.

Γάμσα = Αόριστος του γαμώ. Χρησιμοποιείται κυριολεκτικά π.χ. Χθες γάμσα μια μανάρα αλλά και μεταφορικά όπως στις εκφράσεις: "Την γάμσα" δηλαδή έπαθα ζημιά, πόνος, αρρώστια κ.λ.π.

Παράδειγμα: Γαμάω την γκόμενα. Τν γάνωσε. Την καβάλισι στουν πάτο απ' το χωράφ'. Ντρουπές πράματα αμ' πώς.. τς είδαν ούλοι σλέω!

Παράδειγμα: Τη σιαφάκωσι ο Γιορς τη Μαγδάλω.

Παράδειγμα: Τς πιάσαν ωρέ στ' αχούρ του Γιορ ν' απαφτώνονται. Ούϊ ντρουπή......

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Το αιδοίο.

Ο Μήτσος είπε στον άλλον «της μάνας σου το πρικιδώνι». Φαγώθηκε ο άλλος να μάθει τι σημαίνει πρικιδώνι. Σιγά μην το έμαθε!

από εδώ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αν και παραπέμπει στην πράξη του βιασμού, χρησιμοποιείται για να εκφράσει την συνουσία που χαρακτηρίζεται από περίσσιο πάθος, συνήθως λόγω εκπλήρωσης κάποιου απωθημένου ή τρομερής και συσσωρευμένης γκαύλας ή συνδυασμού και των δύο. Προϋπόθεση ο άντρας να είναι κατάλληλα προικισμένος ώστε να μπορεί να «τιμωρήσει» την ερωμένη του.

- Με κάλεσε η Παναγιώτα να την επισκεφτώ στην Αραπιά που βρίσκεται. Λογικά θα μπεί...
- Θα μπει βιαίως ο Μήτσος μας!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κασέτα ερασιτεχνικής παραγωγής βρώμικης χιπ-χοπ μουσικής του Δημήτρη Μεντζέλου (γνωστός τότε ως Βρωμύλος), με συμμετοχή του Μυθριδάτη και άλλων φίλων, η οποία κυκλοφόρησε το 1992 (πολύ πριν δημιουργηθούν τα Ημισκούμπρια). Πρόκειται για ιδιαίτερα αστεία βεβήλωση ξένων χιπ-χοπ τραγουδιών της εποχής, με φόρεμα στίχων πάνω στις υπάρχουσες μουσικές του τύπου: "το σώβρακο μου βρώμικο και πίσω και μπροστά, κίτρινο από τα κάτουρα, καφέ απ' τα σκατά", "κι αν δε με γουστάρετε σας κλάνω και σας χέζω, στα @@ μου σας γράφω, στον π... μου σας παίζω", και "γιατί έχω ένα π... που ανήκει σε γορίλα, στον κ... όταν στο χώνω βρωμάει και σκατίλα".

- Ποπό τι γέλια ρίχναμε μικροί με την Μεντζελοκασέτα, εγώ είχα φάει 5ήμερη αποβολή όταν την ειχε βρει ο καθηγητής μαθηματικών.

- Αυτό δεν είναι τίποτα, εγώ στο στρατό είχα φάει ένα μήνα φυλακή όταν με έπιασε ο λοχίας να την ακούω στο ΚΨΜ. Αλλά άξιζε, έπεσε πολύ γέλιο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε