Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Αυτός που κλάνει μέσα στη μπανιέρα. Αν είναι πολύ επιδέξιος, δαγκώνει και τις μπουρμπουλήθρες.

- Μωρό μου, θα κάνουμε απόψε μπανάκι μαζί;
- Να κάνουμε, αλλά μην αρχίσεις να κλάνεις πάλι μωρή κλασομπανιέρα!
- Καλά, θα παίξω με τα παπάκια μου...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπαγλαμάς = Όργανο...!

Λαϊκιστί και καραγκιόζης..!!!

Α ρε μπαγλαμά...!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος που χρησιμοποιείται για ανθρώπους είτε πολύ αντιπαθείς άρα όμοιους με τις κενώσεις μιας μύγας, είτε για πολύ μικροκαμωμένους που θυμίζουν πάλι τις κενώσεις μιας μύγας, ως προς το μέγεθος αυτή τη φορά.

(Για γνωστή καθηγήτρια αγγλικών στα Νότια Προάστια - 1,20 με χέρια σε ανάταση & αντιπαθέστατη-)
«Δεν μπορώ να σου πω τώρα, mygokourado is watching us...!»

(από Vrastaman, 09/11/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυριολεκτικά σημαίνει το σπέρμα του ανθρώπου που δεν γνώρισε πατέρα.

Μεταφορικά, άρα και πιο ευρέως διαδεδομένα, σημαίνει τον ηλίθιο, τον ανεπιθύμητο.

Ήρθε πάλι αυτό το μουλόσπερμα ο Γιώργος; Ποιος τον κάλεσε;;;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δηλωτικά, σημαίνει την σερβιέτα, το πανί περιόδου. Συνυποδηλωτικά, όμως, σημαίνει τη γυναίκα-σίχαμα ή απλά μη αρεστή σε εμάς.

- Άι σιχτίρ ρε μουνόπανο!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η παράξενη ηλικιωμένη γυναίκα, με πολλά χρήματα που περηφανεύεται για αυτά, υποτιμώντας όλους τους άλλους. Ο όρος έχει μοναστηρακιώτικη προέλευση.

Η γκαζιέρα η Παπαδοπούλου πάλι κάνει επίδειξη το καινούργιο της αυτοκίνητο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση που προτιμάται από τους ιδιαίτερα θρήσκους ανθρώπους σε στιγμές μεγάλου θυμού, αντί για την εξύβριση των θείων.

- Γαμώ το Χριστόφορο τον πούστη, πάλι ξέχασες να πάρεις κωλόχαρτο;;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφέρεται σε γυναίκες κατά κύριο λόγο -αλλά και άντρες- οι οποίοι δεν είναι ιδιαίτερα θελκτικοί, το αντίθετο μάλιστα. Είναι όρος που χρησιμοποιείται είτε για πολύ άσχημα άτομα είτε για άτομα με ιδόρρυθμο στυλ και ντύσιμο. Πρβλ. μπάζο.

Η Σταυρούλα η Μ. είναι τρελό μπαζόλι. Ντύνεται σαν τυφλός χίπις.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γελοίο και αναξιόπιστο άτομο.

- Πήγα στο Υπουργείο να ρωτήσω τι χαρτιά χρειάζονται και έπεσα σε έναν φοβερό κλαπαρχίδη, ένα-ένα μου τά 'λεγε και με έκανε να πάω και νά 'ρθω πέντε φορές. Όλο κάτι είχε ξεχάσει να μου πει!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος που βασικά χρησιμοποιείται για άτομα άξεστα που δεν ξέρουν να φερθούν και συμπεριφέρονται παρόμοια με το συμπαθές θηλαστικό.

Αυτός ο πιθηκάνθρωπος ο Νίκος, πάλι την πέταξε τη χοντράδα του. Ας τον επιστρέψει κάποιος στο τσίρκο... Τώρα!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία