Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Σκληρή φράση -συνοδευτική τσαμπουκάδων στην Κρήτη. Σημαίνει «με βλέπεις που σε βλέπω;» και αποτελεί α. την τελευταία φράση πριν το σημείο χωρίς επιστροφή ή
β. μια τελευταία ευκαιρία στον άλλο να λακίσει
πριν τα μπουκέτα και τα κατακαυκαλίδια αρχίσουν να προσγειώνονται σε μάπες.

Ο χρήστης επιχειρεί να εγκαθιδρύσει eye contact με τον συνομιλητή καθώς στην ίριδα του πρώτου σκιαγραφείται με απόλυτη καθαρότητα το μέγεθος της μαλακίας του τελευταίου.
Συνοδεύεται από άλλες φράσεις όπως «μίλιε όμορφα (=θα μιλάς ωραία, στα Θεσσαλονικώτικα: θα μιλλλάς καλλλά), και πολλά άλλα...
Τελικά, χρησιμοποιείται και απλά ως προειδοποίηση όταν light μαλακίες φαίνονται στον ορίζοντα, και σημαίνει από την πλευρά του χρήστη ένα κατηγορηματικό »όι«.

  1. - Ρε μαλάκα, τί σού 'κανε το κοπέλι και το βρίζεις; - Τι τι ρε μα.... - Με θωρείς που σε θωρώ ρε μαλάκα; Μην του ξαναγγίξεις, γιατί θα σε μισερώσω, το κατάλαβες;

  2. - Δανείζομαι την κάμερα γι' απόψε, έτσι; Καληνύχτα δικέ μ... - Έεεεεπ - Τι έεεπ; - Με θωρείς που σε θωρώ;... Είδες κι εσύ κάμερα και χάρηκες....

(από nick, 17/09/08)(από xalikoutis, 18/09/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι σφαίρες, στην κρητική (βλ. κομπιουτεράκια)

- Πόσες καραμέλες έπαιξες στον πρόγαμο;
- Έξε χιλιάδες.
- Ώφου μάνα μου!

(από nick, 16/09/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η Κρήτη εκσυγχρονίζεται. Και για το ξεκαθάρισμα λογαριασμών χρησιμοποιεί πια την τεχνολογία. Ονομαστικά μόνο. Γιατί, στην κρητική, η λέξη «κομπιουτεράκια» είναι η τελευταία συνθηματική λέξη της μόδας για τα όπλα.

- Μπρε Θειά! Στο χωριό σου έχει κομπιουτεράκια;
(η θεία έχει μείνει λίγο πίσω και εννοεί την αριθμομηχανή)
- 'ντα στην Αθήνα τα έχω παιδί μου, ήντα να τα κάμω επά πέρα...
(κόκκαλο ο τύπος)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κρυφοπρόστυχη έκφραση που λεγότανε/λέγεται στην Κρήτη από γυναίκες για γυναίκες. Πρόκειται για έπαινο προς τις πολύ δουλευταρούδες χωρικές, οι οποίες τα κατάφερναν σε όλες τις αγροτοκτηνοτροφικές εργασίες (τρύγος, ελιές, άρμεγμα, βοσκή, τυροκομικά, σκάψιμο, κόψιμο ξύλων, πότισμα, κλάδεμα, θέρισμα, αλώνισμα και ξανά από την αρχή) το ίδιο καλά με τους άντρες, ενώ έκαναν φυσικά και όλα τα οικιακά. Έτσι, η μόνη δουλειά που δε μπορούσαν εκ φύσεως να κάνουν ήταν να τον κερνάνε (όχι ρακί, ρακί κερνούσαν).

Η φράση απαρχαιώθηκε όταν διαδόθηκαν και στην επαρχία τα στραπ-ον.

βλ. φωτό

(από xalikoutis, 15/09/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ζωντόβολο ή ζωντανό στη δυτική Κρήτη. Γενικά ο βλάκας. Αρχαία λέξη. Λέγεται στις πόλεις από σβούρους και πετσιά.

  1. - Που λερώθηκες ρε;
    - Πήγε ο Μανώλης να πιεί από τη μπύρα μου και μ' έκανε πουτάνα!...
    - Έ, το έχνος!

  2. βλ. στο media 03.57

(από xalikoutis, 11/09/08)

Βλ. και σχετικό λήμμα ζουλάπι, το

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πώς λέμε στην Κρήτη:

«...Κοίτα, σε τελική ανάλυση πρόκειται για δικό σου ζήτημα. Εγώ σου είπα την γνώμη μου, έχω κάποιες επιφυλάξεις, αν και δεν είναι σίγουρα η σκέψη σου άτοπη, δεδομένων των συνθηκών. Τώρα πρέπει εσύ να τα ζυγιάσεις και να αναλάβεις και τις συνέπειες της απόφασής σου...» ;

- Ξια σου!

- Θα το πουλήσω μου φαίνεται ρε Αντώνη, κι ας χάσω. Τώρα τα χρειάζομαι τα λεφτά κι όχι όταν θα 'μαι 60...
- Ξια σου...

http://adre.espivblogs.net/files/2014/03/ksa-sou-efimerida-teuxos-3-print-01.jpg (από xalikoutis, 06/05/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κούπα στην Κρήτη είναι το ποτήρι κρασί που πίνεται μονορούφι κι άσπρο πάτο (βλ. και τα σχετικά ρίτσουαλς στα media). Κατοστάρα είναι η πλέον ζόρικη κούπα κρασί: 100 ml στο νεροπότηρο. Η βασιλική οδός προς το κουρούμπελο.
Τελευταία γίνεται και με αγροτικό.

- Πίνεις μπρε κούπες;
- Κατοστάρες.
- Μπράάάάβο ανήψο!

(από xalikoutis, 09/09/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μισό του μισού της εξής μαντινάδας:

Στη σηκωμένη τ’ αλλουνού ποτέ να μην καθίζεις
γιατί μαθαίνει ο κώλος σου και δε ξεσυνηθίζεις.

Λέγεται στην Κρήτη προς όσους έχουν το κακό χούι να εκμεταλλεύονται την σύντομη απουσία σου για να κάτσουν στην καρέκλα σου ή στην καλή θέση που έχεις προλάβει σε μέρη και περιστάσεις όπου οι καρέκλες ή οι καλές θέσεις σπανίζουν.

Ρε Μάνο, βολευτήκαμε βλέπω δίπλα στο παράθυρο... έλα, έλα, όπως έκατσες, στη σηκωμένη τ' αλλουνού...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο Μαύρος Γάτος ήταν γνωστό μπαρ της πόλης των Χανίων στα late 80's που έκλεισε και ξεχάστηκε κάπου στα μέσα του '90. Συνέχισε όμως να ζει μέσα από δημοφιλείς στα λυκειόπαιδα ραδιοφωνικές φάρσες, οι παραγωγοί των οποίων έκαναν στον αέρα τηλεφωνικό μανικουλέ σε ανυποψιάστους φίλους ακροατών κατά παραγγελία των τελευταίων. Όταν άναβαν τα αίματα και άρχιζε το βρισίδι, οι παραγωγοί έκλειναν ραντεβού για «να τσι παίξουνε» στο Μαύρο Γάτο. Ο ακροατής μπριζωμένος έψαχνε να βρεί το μπαρ....

Έμεινε ως χαβαλεδιάρικη και εκτονωτική αποστροφή σε ψευτοτσαμπουκάδες μεταξύ φίλων, χρησιμοποιείται πού και πού ακόμη και τώρα από όσους ήταν έφηβοι στα 90's.

- Ωραία φίλε η αδερφή σου... δεν το 'ξερα πως έχεις αδερφή...
- Έχω αδερφή, αλλά δεν είναι για τα μούτρα σου...
- Τι παραξηγιέσαι μωρέ... στο Μαύρο Γάτο και φέρε και την παρέα σου...

(από Kiwibox, 16/09/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

κούργιαλος / κουργιάλι / κουργιαλιά

Ο ορεσίβιος ή χωρικός που κατεβαίνει στην πόλη με ιμπεριαλιστικές διαθέσεις ως προς γυναίκες, μπάρια κλπ. με τα γνωστά αξεσουάρ (4χ4, μαύρο πουκάμισο κλπ κλπ). Χρησιμοποιούνταν στα Χανιά, τείνει να αντικατασταθεί από το πέτσακας, ο, πετσί, το.

- Δεν πέρασε πανελλήνιες και δουλεύει στου θείου του στο χωριό και το παίζει κούργιαλος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία