Είναι μια πολύ ωραία γκόμενα που όταν πας να της την πέσεις πάει να σε κάνει μανούρα, λες και πήγες να τη βρίσεις. Συνήθως κοιτάζει και γύρω της με ύφος μανουριάρικο γιατί τη ξύνει το κωλί για καυγάδες!

- Ρε δες αυτή εκεί στο μπαρ, να πάω να της την πέσω;
- Ασ' το καλύτερα, ωραία η γκόμενα, αλλά για μανουρομάνουλο την κόβω, θα γίνει φασαρία!

βλ. μανούλι, μανάρι, μανουρομάναρο, μαναρομάναρο, μανουλομάνουλο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία