Σχετικοασχέτως με τους άλλους ορισμούς, στην σεξοσλάνγκ κομοδίνο λέγεται η/ο υπερβολικά παθητική/ος ερωμένη/ος, το έπιπλο. Είναι πολύ διαδεδομένο στην μπουρδελοσλάνγκ.
Ήταν μέτρια ή για την ακρίβεια ένα πολύ πρόθυμο κομοδίνο.
Σχετικοασχέτως με τους άλλους ορισμούς, στην σεξοσλάνγκ κομοδίνο λέγεται η/ο υπερβολικά παθητική/ος ερωμένη/ος, το έπιπλο. Είναι πολύ διαδεδομένο στην μπουρδελοσλάνγκ.
Ήταν μέτρια ή για την ακρίβεια ένα πολύ πρόθυμο κομοδίνο.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Διακριτικό σεξ, κρυφό γαμήσι.
Αναφέρεται σε πλάνα ελληνικών φωσκολικών ταινιών αλλά και άλλων μέγιστων σκηνοθετών του τέλους του προηγούμενου αιώνα, όπου η κάμερα διακριτικά πριν το χώσιμο γύριζε πλάνο στο κομοδίνο με το αμπαζούρ.
- Έσμπρωξες χθες ρε λέα το Λενιώ;
- Αμή...
- Πού παιδί;
- Αρδηττό.
- Η χαρά του ματάκια!
- Τσ... κομοδίνο με καμπαρτίνα.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο αποβλακωμένος, άνθρωπος σε φυτική κατάσταση, που η ύπαρξή του είναι καθαρά διακοσμητική ή χρηστική μόνο για τους άλλους. Συχνά χρησιμοποιείται για εξαρτημένους που έχουν καταλήξει φυτά από την σκληρή χρήση.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!