Το ρήμα ψωνίζω, όπως λέγεται στην Κρήτη. Από το /πσ/ αντί του -ψ-. Αν, πχ, γραφόταν με πσ- και προφέραμε ένα ένα τα γράμματα, νάτο. Όταν το πρωτάκουσα πέθανα στα γέλια, το θεώρησα απλώς καταπληκτικό (τελείως παιδιάστικο δε) κι έκτοτε το χρησιμοποιώ σταθερά, κυρίως όταν πρόκειται για πουσούνισμα ρούχων κλπ (θέλω να πω όχι τόσο για είδη πρώτης ανάγκης).

- Πού έχει πάει η Στέλλα ρε πούστη μου και όλη μέρα λείπει; Την χρειάζομαι επειγόντως.
- Α, καλά. Έχει πάει να πουσουνίσει. Δεν την βλέπω να επιστρέφει πριν από τις 9:30...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία