#1
donmhtsos

στο καϊνάρι

Ἐδῶ: kaynar teriminin Türkçe İngilizce sözlükte anlamı

  1. boiling Put the eggs into the boiling water. - Yumurtaları kaynar suyun içine koyun.
  2. very hot
  3. piping hot
  4. scalding hot
  5. slang hash, hashish
  6. boiling; very hot, piping hot
  7. boiling (water)
  8. spring; fountainhead
  9. boils (machine translation). Water boils at 100 degrees. - Su 100 derecede kaynar.

ἐπιβεβαιώνονται τόσο ἡ ἐτυμολογία ἀπὸ Keyser Soze (σχόλιο#3): τουρκ. kaynar=βραστὸς (μετάφραση #1. boiling), ὅσο καὶ ἀπὸ BuBis (σχόλιο #5): "στα τούρκικα slang πάντως σημαίνει χασίσι." (μετάφραση #5. slang hash, hashish).

Συνοψίζοντας ἡ ἐτυμολογία εἶναι:

καϊνάρι<τουρκ. slang kaynar=χασὶς< τουρκ. κοιν. kaynar=βραστὸς

Πηγή εδώ

#2
donmhtsos

στο κανακάρης

Μαρὲ γιέ μου κανακάρη

#3
donmhtsos

στο τσόνι

Ἐξαιρετικὸ τὸ λῆμμα ποὺ "ἀνέσυρες", Σούλτω! Ὁρισμὸς σχόλια, τὰ πάντα ὅλα σοῦπερ!

Παράκληση: Κάποιος λατινομαθὴς ἄς μεταφράσει τὰ σχόλια Χότζα καὶ johnblack, γιατὶ ἡ μετάφραση τοῦ google εἶναι τρία π'λιὰ κι ἕνα τσόν'.

#4
donmhtsos

στο αναρχοσυνδικάλας

άναρχοσυνδικαλισμὸς ὑπῆρξε κατὰ τὸ παρελθὸν, ἱδιαίτερα μέχρι τὸν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, πολὺ σημαντικὸ κομμάτι τοῦ παγκόσμιου ἐργατικοῦ κινήματος. Οἱ ἀναρχοσοσιαλιστὲς ἦταν μιὰ ἀπὸ τὶς κυριώτερες ἐργατικὲς δυνάμεις τῶν ἀρχῶν τοῦ περασμένου αἰώνα καὶ ἔπαιξαν πολὺ σημαντικὸ ρὸλο στὸν Ἰσπανικὸ ἐμφύλιο, ιδιαίτερα στὴν περιοχὴ τῆς Καταλωνίας. Κεντρικὴ φυσιογνωμία υπῆρξε ὁ Buenaventura Durruti. Στὴ διάρκεια τοῦ Ἰσπανικοῦ ἐμφυλίου ὑπῆρξαν σφοδρὲς συγκροὺσεις μὲ τὶς δυνάμεις τοῦ Ἰσπανικοῦ ΚΚ, ποὺ περιγράφονται στὸ βιβλιο Πεθαίνοντας στὴν Καταλωνία, τοῦ George Orwell καθὼς καὶ στὴν ταινία Land and Freedom (Γῆ καὶ ἐλευθερία) τοῦ Ken Loach.

#5
donmhtsos

στο νταμίρα

@Bender Ὅσον αφορᾶ στὴν ντατούρα δὲν εἶμαι γνώστης τοῦ θέματος σὲ βάθος. Πιθανὸν νὰ ἔχεις δίκιο.

Γιὰ τὸ ντουμπλὲ δὲς καὶ τὸ προηγοὺμενο σχόλιό μου, ἀκριβῶς πρὶν ἀπὸ τὸ δικὸ σου.

#6
donmhtsos

στο γιατί

Κάτι ἀντίστοιχο συμβαίνει στὰ τούρκικα, ὅπου κάποιοι σύνδεσμοι (π.χ. τὸ için=γιὰ) μπαίνουν στὸ τέλος (onun için=αὐτὸ γιὰ). Βέβαια, γιὰ νὰ πορτοκαλίσουμε λιγάκι, ἐκτὸς ὰπὸ τὸ γὰρ, ὑπάρχει καὶ τὸ τιμῆς ἕνεκεν.

#7
donmhtsos

στο ντουμπλές

@ Khan. Σχετικὰ μὲ τὸ "κάθε είδους αργιλέ με διαμάντι όλο ντουμπλέ", μετὰ ἀπὸ σχετικὸ ψάξιμο βρῆκα κάποια σχόλια ἐδῶ κι ἐδῶ, ἀπὸ τὰ ὁποῖα μποροῦμε νὰ συμπεράνουμε ὅτι, στὴν προκειμένη περίπτωση, ντουμπλὲ σημαίνει ἐπενδεδυμένο, δηλαδὴ ὁ μάγκας δὲ ζητάει πολλὰ, μοναχὰ ἕναν ἀργιλὲ σκεπασμένο μὲ διαμάντια!

#8
donmhtsos

στο νταμίρα

@ Khan. Σχετικὰ μὲ τὸ "κάθε είδους αργιλέ με διαμάντι όλο ντουμπλέ", μετὰ ἀπὸ σχετικὸ ψάξιμο βρῆκα κάποια σχόλια ἐδῶ κι ἐδῶ, ἀπὸ τὰ ὁποῖα μποροῦμε νὰ συμπεράνουμε ὅτι στὴν προκειμένη περίπτωση ντουμπλὲ σημαίνει ἐπενδεδυμένο, δηλαδὴ ὁ μάγκας δὲ ζητάει πολλὰ, μοναχὰ ἕναν ἀργιλὲ σκεπασμένο μὲ διαμάντια!

#9
donmhtsos

στο κωλοπετούρα

κωλοπετούρα γουγλίζεται ἀρκετὰ καὶ προφανῶς ἔχει πανελλαδικὴ ἐμβέλεια.

Πάντως ὁ Στεφάκιας (ἐδῶ, ἐδῶ κι ἐδῶ), ὅπως καὶ ἄλλοι ψαράδες τῆς Κύθνου, τὴν ἔλεγε κωλοπετόνιο.

#10
donmhtsos

στο κωλοπετούρα

Τὴ σούρντιση τὴ λέμε καὶ στὴν Κύθνο. Ἀπὸ μιὰ ματιὰ στὸ γούγλη βρῆκα:

Στον Κόμη (1995)βρίσκουμε λημματογραφημένη τη λέξη σούρντιση διάρροια’. Η σούρντιση ή σούρδιση έχει κι αντίστοιχο ρήμα σουρδίζω / σουρντίζω ‘παθαίνω διάρροια’. Ρήμα και ουσιαστικό έχουν πανελλήνια εξάπλωση σύμφωνα με το αρχείο του ΚΕΝΔΙ . Ο Πάγκαλος (1994-2003) ετυμολογεί το ρήμα σουρδίζω της Α. Κρήτης από το γαλλικό sourdre ‘αναβλύζω’. Αφενός η μεγάλη γεωγραφική διάδοση του τύπου από τις Κυκλάδες (Σύρο, Πάρο, Μήλο, Άνδρο) , τη Στερεά Ελλάδα, τη Σκύρο, μέχρι την Κω και τη Βιθυνία, αφετέρου η μη ικανοποίηση του φωνολογικού και μορφολογικού και σημασιολογικού κριτηρίου, μας έκανε να αμφισβητ ήσουμε την πρόταση περί γαλλικού δανείου και να στραφούμε προς την αναζήτηση άλλης πηγής δανεισμού, πιο συγκεκριμένα στην τουρκική γλώσσα. Αναζητώντας τη λέξη στο διαδίκτυο, βρήκαμε ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο στο οποίο δίνεται η πληροφορία ότι η σούρδιση σημαίνει και ‘πορδή’. Όντως στην τουρκική υπάρχει ρήμα osurmak ‘πέρδομαι’ από το οποίο παρήχθη το διαλεκτικό ρήμα. Από το αοριστικό θέμα osurdu + παραγωγικό επίθημα -ίζω και με σίγηση του άτονου αρκτικού /ο/ σχηματίστηκε αρχικώς το ρήμα σουρδίζω , που απέκτησε τη διευρυμένη σημασία ‘παθαίνω ιάρροια’ και κατόπιν από αυτό σχηματίστηκε και το ουσιαστικό σούρδιση. ἐδῶ

#11
donmhtsos

στο ρωσόκαυλος

τὰ σπάει τὸ ἆσθμα!

#12
donmhtsos

στο μια ζωή και σήμερα!

Δηλαδὴ ἔφτασε ἡ ΤΑΠΑ!

#13
donmhtsos

στο τσάσκα

Ἡμαρτημἐνου διόρθωσις: στὴν ὄχι στῆν γαμῶ τὴν ἁμαρτία μου!

#14
donmhtsos

στο νταμίρα

Ρίχνοντας μιὰ ματιὰ στὸ γούγλη βρῆκα :

Νταμίρα = το φυτό Datura stramonium ή αλλιώς Τάτουλας που είναι πλούσιο σε αλκαλοειδείς ουσίες και ατροπίνη και χρησιμοποιούνταν ως υποκατάστατο του χασισιού ἐδῶ.

Ἐπίσης βρῆκα καὶ αὐτὸν ἐδῶ τὸν ὁρισμὸ ποὺ δὲν ἐμφανίζεται στοὺς ἐναλλακτικοὺς ὁρισμοὺς τοῦ slang.gr. Tὸ φαινόμενο μὲ τοὺς "χαμένους" ὁρισμοὺς ἔχει ἐμφανιστεῖ κι ἄλλες φορὲς (π.χ. σχόλια στὸ λέσι). Ἄς ρίξουν μιὰ ματιὰ οἱ ἁρμόδιοι.

Τέλος, ἐπειδὴ τὸ νταμὶρ μοῦ 'μοιαζε τουρκομερίτικο, ἀπὸ μιὰ μικρὴ ἔρευνα στὰ λεξικὰ βρῆκα ὅτι damır, στὰ παλιὰ, τὰ ὀθωμανικὰ τούρκικα, σήμαινε λεπτὸς. ἐδῶ . Πάντως ὑπάρχει ἀκόμη ὡς μικρὸ ὄνομα στὴ Βοσνία. Θυμᾶμαι τὸ Νταμὶρ Μουλαομέροβιτς, παλιὸ μπασκετμπωλίστα ποὺ ἔπαιξε σὲ ἀρκετὲς ἑλληνικὲς ὁμάδες. Κάτι ἀντίστοιχο μὲ τὸ ἐγγλεζικο ὄνομα Slim ἤ τὸ ἰσπανικὸ Delgado.

#15
donmhtsos

στο νταμίρα

Καλῶς ὥρισες. Πολὺ ὡραῖα τὰ τραγούδια ποὺ διάλεξες. Νὰ κι ἄλλο ἕνα:

...δεκαοχτὼ βαγὸνια λίρες κοκαΐνες καὶ νταμίρες...

#16
donmhtsos

στο τσάσκα

Τὸ λέγαμε καὶ στῆν Κύθνο.

#17
donmhtsos

στο μπανίζω

ἀπ' τὴν ὥρα στὸ λιμάνι ποὺ σὲ **μπάνισα**

Τὸ θαυμάσιο ρεμπέτικο "Ἡ Πειραιώτισσα" τοῦ Γιάννη Παπαϊωάννου σὲ στίχους Κώστα Μάνεση εἶχε (κι αὐτὸ) τὴν περιπέτειὰ του μὲ τὴ λογοκρισία, ὄχι γιὰ ἀναφορὰ σὲ οὐσίες, ὅπως ἦταν συνηθισμένο στὰ προπολεμικὰ ρεμπέτικα, ἀλλὰ γιὰ πολιτικοὺς λὸγους.

Συγκεκριμένα ἡ πρώτη στροφὴ τοῦ τραγουδιοῦ ἀρχικὰ ἦταν:

Ἀπ' τὴν ὥρα στὸ λιμάνι ποὺ σὲ μπάνισα

στὴν καρδιά μου ἔχεις γίνει καπετάνισσα

Τὸ τραγοῦδι φωνογραφήθηκε στὴ περίοδο τοῦ ἐμφυλίου καὶ ἡ λέξη καπετάνισσα θεωρήθηκε ἀπαράδεκτη ἀπὸ τὴ λογοκρισία, ὡς παραπέμπουσα σὲ "ἄλλες" καταστάσεις καὶ γι'αυτὸ ὁ δεύτερος στίχος ἔγινε:

τὴν καρδούλα μου, κυρὰ μου, τὴν ἀφάνισα

#18
donmhtsos

στο μανούρα

Ἔδωσα λάθος παραπομπὴ γιὰ τὸ μανὸς. Ἡ σωστὴ εἶναι αὐτὴ.

#19
donmhtsos

στο μανούρα

Ξεχάσαμε τὸ μανοῦρι : μανὸς τυρὸς. Ἐξ αὐτοῦ ὁρμώμενος βρῆκα ἐδῶ :

μανός < αρχαία ελληνική μανός :

1.οκνηρός, χαλαρός, μαλθακός, χαύνος

2.αραιός

3.(κυπριακή διάλεκτος) ο φελλός από την δρυ

Τὶ λένε οἱ εἰδικοὶ γι' αὐτὰ;

#20
donmhtsos

στο μανούρα

Γιὰ πολλοστὴ φορὰ μαθαίνω κάτι καινούργιο ἀπὸ κάτι ποὺ νόμιζα πὼς ἤξερα. Γνώριζα τη λέξη manure (κοπριὰ) στὰ ἐγγλέζικα, ἀλλὰ μόλις τώρα, ἀπὸ τὰ σχόλια ποὺ προηγήθηκαν, συνειδητοποίησα ὅτι ἡ κοπριὰ, ἡ μανούβρα καὶ ἡ μανοὺρα ἔχουν τὴν ἴδια ρίζα: τὸ ἐργόχειρο (λατ. manus+opera).

Ἐπ' ευκαιρίᾳ θυμήθηκα καὶ τὴν ἔκφραση τοῦ Τσιφόρου μανουβρὰζ, ποὺ σημαίνει αὐτὸ ποὺ λέμε στὰ ἑλληνικὰ management. Ἄν θυμᾶμαι καλὰ ὑπάρχει στὰ "Παιδιὰ τῆς Πιάτσας" σχετικὸ διήγημα.

#21
donmhtsos

στο μπάνικος

Πολὺ ὡραῖο τὸ ἀπόσπασμα τοῦ παραμυθιοῦ ποὺ μᾶς ἔδωσες Βαρβαρόσα μου καὶ ἡ εἰκόνα τῆς πληθωρικῆς γυναίκας ποὺ πανίζει καὶ φουρνίζει μὲ τὰ βυζιὰ της ξυπνᾶ μνῆμες παιδικὲς στὸ ὑποσυνείδητο. Ἐν τούτοις πιστεύω ὅτι ἡ λέξη ἕχει ἀστικὴ προέλευση καὶ συγκεκριμενα ἀπὸ τὸ λεξιλόγιο τῆς "μαγκιᾶς", γιατὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Τσιφόρο ποὺ προανέφερα, τὴν ἔχω ἀκούσει κι ἀπὸ παλιοὺς πειραιῶτες ποὺ μιλοῦσαν τὰ μάγκικα φυσικὰ, μιᾶς καὶ εἶχαν μεγαλώσει σ' αὐτὸ τὸ περιβάλλον.

#22
donmhtsos

στο ξυλίκι

Ἐπίσης χρησιμοποιεῖται μὲ τὴν ἔννοια: κακὸ, ἄτεχνο ποδόσφαιρο

Κύπελλο Γαλλίας: Στόχος της να σταματήσει το ξυλίκι. Ο Γκαλτιέ ζητάει από τους παίκτες του να παίξουν επιτέλους καλό ποδόσφαιρο. ἐδῶ

#23
donmhtsos

στο έλα μωρή

Τὸ ἔλα μωρὴ... τὸ πρωτοάκουσα πρὶν ἀπὸ καμιὰ πενηνταριὰ χρόνια στοῦ Καραϊσκάκη ἀπὸ τὸ μπαρμπα-Νικόλα τὸν πασατεμπὰ ποὺ φώναζε:

Ἔλα μωρὴ τρελὴ Μποτὶνα!

γιὰ τὸν ὑπέροχο Βασίλη Μποτῖνο, τὸν ἔξω ἀριστερὰ τοῦ Ὀλυμπιακοῦ τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.

Νομίζω (χωρὶς νὰ εἶμαι ἀπόλυτα σίγουρος) ὅτι ὁ ἴδιος (ὁ μπαρμπα-Νικόλας) εῑχε βγὰλει καὶ τὸ θρυλικὸ:"ἔμπαινε Γιοῦτσο" δὲς γιούτσος. Ἐπίσης ἐδῶ κι ἐδῶ.

#24
donmhtsos

στο ροφούζι, ρεφούζι

Ἡ σωστὴ γραφὴ εἶναι şarap καὶ şarabi, ἀντιστοίχως μὲ τὸ παχὺ ş (αὐτὸ μὲ τὸ τσουτσουνάκι ἀπὸ κάτω). Προφέρεται ὅπως τὸ ἀγγλικὸ sh. Τώρα ὅσον ἀφορᾶ στὴν οὐσία τοῦ θέματος εἰκάζω (χωρὶς νὰ ἔχω καμιὰ σχὲση μὲ τὰ καπνὰ, πλὴν αὐτῆς τοῦ παλιοῦ καπνιστῆ) ὅτι τὰ κατωτέρας ποιότητος καπνὰ εἶναι πιὸ σκουρόχρωμα (πρὸς τὸ χρῶμα τοῦ κρασιοῦ ἴσως;), εξ οὗ καὶ ἡ ὀνομασία. Ὅποιος τυχὸν γνωρίζει ἄς μᾶς βοηθήσει.

#25
donmhtsos

στο λέσι

Μοῦ 'χει συμβεῖ καὶ σὲ διπλὸ ψάξιμο (λῆμμα καὶ ὁρισμὸς). Πιὸ ἀποτελεσματικὸ (καὶ πιὸ εὔκολο) ἔχω βρεῖ τὸ ψάξιμο ἀπὸ τὰ σχόλια: Μπαίνω σ'ἕνα τυχαῖο λῆμμα, πατάω νέο σχόλιο, μπαίνω στὴν παραπομπὴ ὁρισμοῦ καὶ ἀρχίζω νὰ πληκτρολογῶ, ὁπότε μοῦ βγάζει ὅλα τὰ συναφῆ.

#26
donmhtsos

στο ροφούζι, ρεφούζι

Πάντως sarap στὰ τούρκικα θὰ πεῖ κρασὶ καὶ sarabi τὸ χρῶμα τοῦ κόκκινου κρασιοῦ (wine red) ἐδῶ (μπορντοροδοκοκκινοκανελοκοραλὶ Μοιραρακιστὶ).

#27
donmhtsos

στο λέσι

Μοῦ' χει συμβεῖ καὶ μὲνα. Κάποιες φορὲς ψάχνοντας κάτι στὴν ἀναζήτηση τοῦ slang.gr δὲ μοῦ δείχνει τίποτα, ἐνῶ ἀμέσως μετὰ ψάχνοντας ἀκριβῶς τὸ ἴδιο στὸ google μὲ παραπέμπει στὸ slang.gr!

#28
donmhtsos

στο λέσι

Με γάντζους στο κατάστρωμε πήδησαν οι Μαλαίσιοι

και μαλακά τον θέσανε σε μια σκοινένια μπράντα.

Του χάιδευε τα δάχτυλα μια μαύρη, η Τζακαράντα,

και μια γριά μαστόρισσα που βρώμαγε σα λέσι.

Νῖκος Καββαδίας Cocos Islands

Πάντως ὁρισμὸς μὲ τὸ ἴδιο νόημα ὑπῆρχε ἐδῶ.

Μὲ τὴν εὐκαιρία θυμήθηκα ἕνα παλιὸ σύνθημα τῶν ἀναρχικῶν ἀπὸ τὴ μεταπολὶτευση:

Καλύτερα μιᾶς ὥρας σκλαβιὰ καὶ φυλακὴ

παρὰ σαράντα χρόνια σκλαβιά καὶ φυλακὴ!

Τότε εἶχαν χιοῦμορ.

#30
donmhtsos

στο -έλι

Μήπως εἶναι ἀνηψιὰ τοῦ μακαρίτη τοῦ Κατραμπανέλjη;