Παράφραση της γνωστής έκφρασης «τα κάνω λαμπόγυαλο». Δεδομένης της έλλειψης ετυμολογικής ερμηνείας της λέξης γιάμπαλα τόσο στα ελληνικά, όσο και στις περισσότερες γλώσσες και διαλέκτους της υφηλίου, εξετάζεται το ενδεχόμενο να προέκυψε τυχαία από άστοχο αναγραμματισμό της λέξης λαμπόγυαλο.

Μπήκε στο μαγαζί χαλαρός αλλά μόλις είδε τη Σούλα με τον Σάκη γυάλισε το μάτι του αδερφάκι μου και τα έκανε γιάμπαλα. Πέντε νοματαίοι και δεν μπορούσαν να τον κάνουν ζάφτι σου λέω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

To πιστόλι ή το περίστροφο στην πιο μάγκικη εκδοχή του. Απαντάται και ως «σίδερο» ή «σιδερικό».

- Και σηκώνομαι ρε μάγκα μου να τον πλακώσω στα σούτια και τι βγάζει ρε μαλάκα το άτομο;
- Σουγιά;
- Όχι.
- Μαχαίρι;
- Ούτε.
- Αυτές τις μαλακίες που έχουν οι νίντζα;
- Ούτε.
- Ε, τι έβγαλε ρε γαμημένε; Μας έσκασες!
- Κουμπούρι ρε μαλάκα. Είχε σίδερο μαζί του το αρχιδάκι κι έκανε τον μάγκα. Έτσι ξέρω κι εγώ να κουνιέμαι.

(από acg, 10/05/08)(από patsis, 22/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μία πιο σεξουαλική εκδοχή της πασίγνωστης ρήσης «το πάθημα μου 'γινε μάθημα». Οι κωλοραφές μπορεί να είναι κυριολεκτικά το αποτέλεσμα της τυχαίας ή / και απότομης εισόδου κάποιου αντικειμένου στον πρωκτό, χωρίς να έχει προηγηθεί η σχετική διαδικασία προετοιμασίας διά της λιπάνσεως, αυτό που ο πάνσοφος λαός λέει «μας σκίσανε τον κώλο».

Μεταφορικά οι κωλοραφές είναι τα επώδυνα μαθήματα που έχουμε πάρει από κακές επιλογές ή γενικότερα εμπειρίες του παρελθόντος.

- Μην τρελαίνεσαι μεγάλε. Εύκολο είναι: μπαίνεις στο κατάστημα απότομα και φωνάζεις «ληστεία, μην κουνηθεί κανείς καριόληδες, σας έφαγα».
- Πολύ Pulp Fiction βλέπεις μαλάκα. Αλλά επειδή έχω κωλοραφές από τέτοια, άκου με και μένα. Δε δουλεύει έτσι το πράγμα τόσο απλά. Εγώ δεν πάω πάλι στη στενή. Κάν' το μόνος σου αν θες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συμπαθέστατο μικρό ψαράκι (άνω των 4 εκ. γιατί παρακάτω θεωρείται ακόμη γόνος και ντροπή σας αν την τρώτε) το οποίο είναι εξαιρετικός ουζομεζές.

Στην καθομιλουμένη χρησιμοποιείται αφ' ενός για να περιγράψει ομάδα μειρακίων ή πιτσιρικάδων και αφ' ετέρου ως χαρακτηρισμός των μικροεπενδυτών στο γνωστό Ναό της Σοφοκλέους. Στην πρώτη περίπτωση δεν έχει αρνητική χροιά και μάλλον αποτελεί χαριτωμενιά, ενώ στη δεύτερη δημιουργεί σαφείς αρνητικούς συνειρμούς του τύπου «το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό», πράγμα που δεν απέχει από την πραγματικότητα ούτε στη θάλασσα ούτε στο Χρηματιστήριο.

1
Μ' έφαγαν τη ζωή τα ζωντόβολα να τα πάω στο Allou Fun Park και μάσησα τελικά το Σάββατο. Μιλάμε ότι όλη η μαρίδα ήταν μαζεμένη εκεί ρε παιδί μου. Μου πήραν το κεφάλι τα ρημάδια για παιδιά.

2
ΧΑ: Στη "μαρίδα" ξεπούλησαν φορολογικοί παράδεισοι και funds
...Επιβεβαιώνοντας λοιπόν τον άγραφο νόμο των αγορών που θέλει τη "μαρίδα" να τσιμπά στο αγκίστρι της χρηματιστηριακής ανόδου όταν αυτή συνήθως φτάνει στο απόγειό της της, αρκετές χιλιάδες μικροεπενδυτών ξεθάρρεψαν στην πιο ακατάλληλη στιγμή, και εφόρμησαν στο "μέλι" των μετοχών όταν οι τιμές στο Χρηματιστήριο σκαρφάλωναν στα υψηλότερα επίπεδα από τις αρχές της δεκαετίας.
[από το διαδίκτυο]

(από acg, 21/04/08)Βάλε τώρα που γυρίζει... (από Marco De Sade, 16/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πατενταρισμένη και πιστοποιημένη κατά ISO διαδικασία κατά την οποία το ανδρικό μόριο χρησιμοποιείται από τον κάτοχο για διαφορετική χρήση από τις ήδη δύο καταγεγραμμένες. Συγκεκριμένα το πέος τοποθετείται προσεκτικά μεταξύ των δυο τελευταίων κουμπιών ενός πουκαμίσου, το οποίο με τη σειρά του μπαίνει εντός του σλιπ με σκοπό να φρενάρεται η τάση του πουκαμίσου μετά από το πολύ 1 ώρα να ανεβαίνει και να φουφουλιάζει κατά το κοινώς λεγόμενο, αναιρώντας κατά πολύ την εικόνα κομψότητας που θέλει να εκπέμπει ο ιδιοκτήτης του πέους και του ενδυματολογικού συνόλου.

Απαντάται και στη μορφή πεόφρενο, πουτσόφρενο, μαλαπερδόφρενο, μπαργαλατσόφρενο κ.ο.κ. αν και λόγω της δημοφιλίας της καλιαρντής, η χρήση του ως ψωλόφρενο είναι σαφώς συχνότερη.

Συντάσσεται με το ρήμα βάζω και οχι τραβώ (κατά το «τραβώ χειρόφρενο») για να αποφεύγονται τυχόν ατυχήματα.

- Ατσαλάκωτος ρε παιδί μου ο Νώντας. Πέντε ώρες με το κουστούμι και είναι σαν να το 'βαλε μόλις.
- Έχει βάλει ψωλόφρενο σίγουρα, δεν εξηγείται αλλιώς.

Βλ. και μπαργαλάτσος, μαλαπέρδα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μία μαλακία η οποία γίνεται χάριν αστεϊσμού και μην το κάνουμε και πολύ θέμα ρε παιδάκι μου. Η συγκεκριμένη μαλακία σε λεκτικό ή πρακτικό επίπεδο είναι μάλλον άκακη αλλά κοστίζει μία κίτρινη κάρτα στον εκφέροντα, τον οποίο πλέον έχουμε και λίγο υπό στενή παρακολούθηση.

1 ...Και δε μου λες ρε κλάπαρχε! Αυτό το πήγαιν' έλα από τον πρώτο στον πέμπτο και τούμπαλιν για να μου βγάλεις το κωλόχαρτο, για χαριτωμενιά το κάνεις; Γιατί θέλω να σου πω ότι φλερτάρεις με την καταστροφή. Γαμώ την εφορία μου μέσα γαμώ!

2 ...Ξαφνικά λοιπόν εκεί που την έχω πέσει στην ξαπλώστρα και διαβάζω το βιβλίο μου και είμαι μιά χαρά χαρούλα, έρχεται ο παπαρολεβιές ο Σκορδοπούτσογλου και μου πετάει ένα ποτήρι παγωμένο νερό και γίνεται το βιβλίο μουνί καπέλο. Έτσι για χαριτωμενιά... Είπα να τον δείρω θα κλαίει, να τον γαμήσω θα θέλει κι άλλο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κοροϊδευτικός, περιπαικτικός χαρακτηρισμός ομοφυλόφιλου ανδρός. Σύνθετη λέξη εκ των χαϊδεύω και κώλος, αναφέρεται στην τάση για χάιδεμα των οπισθίων άλλου ανδρός ή των δικών τους από άλλον. Η χρήση για γυναίκες (ομοφυλόφιλες και μη) είναι λανθασμένη και θα πρέπει να αποφεύγεται.

Συνώνυμα: αδελφή, συκιά, πισωγλέντης, κουνιστή, γυναικωτός, κίναιδος, πούστης, gay και διάφορες παραφράσεις αυτών (αδέλφω, καπετάν-Πισωγλέντης, κουνίστρα κ.λπ.)

- Δεν το 'χα πάρει πρέφα ρε συ ότι ο Γιακουμής τον παίρνει.
- Έλα ρε μαλάκα, ξεκόλλα! Ο Γιακουμής χαϊδοκώλης;
- Ε άμα σε λέω. Την έπεσε στον Μηνά κανονικά. Γάμησέ τα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μυθικό ον, το οποίο με τη μορφή που το ξέρουμε σήμερα κυκλοφορεί στους δρόμους των ελληνικών πόλεων από τη δεκαετία του 80. Εικάζεται ότι είναι πρώτος ξάδερφος του Μπάμπη του Σουγιά και σίγουρα χρησιμοποιούν τον ίδιο στυλίστα. Φίλοι του είναι ο Κώστας ο Γκοτζίλας, ο Νίκος ο Πεταλούδας και άλλα εκλεκτά μέλη της κενωνίας.

Ο Πέτρος ο Μπαλτάς στυλιστικά έχει μείνει σε μία κακή στιγμή της δεκαετίας του 80 (όχι ότι υπήρχαν και πολλές καλές για όποιον θυμάται) και πιστεύει πολύ στα εξής είδη ένδυσης / υπόδησης: Κολλητό τζην τύπου «σωλήνα» απαραιτήτως μία πιθαμή πιο κοντό από το κανονικό, άσπρη μπουρνουζέ κάλτσα, κοντό σταράκι με τα κορδόνια πιασμένα γύρω απ' τον αστράγαλο και α-πα-ραι-τή-τως φλάινγκ τζάκετ ΜΕΣΑ από το ήδη στενό τζην. Υποθέτω ότι μέσα από το φλάινγκ παίζει απλό άσπρο T-shirt.

Ο Πέτρος ο Μπαλτάς είναι χουλιγκάνος εκ πεποιθήσεως και έχει προσχωρήσει εδώ και χρόνια στο δόγμα «και τα μυαλά στα κάγκελα». Δεν το πολυσκέφτεται, αλλά και να το σκεφτεί δεν θα καταλήξει κάπου αλλού διότι αφ' ενός όλοι του οι γνωστοί είναι του ιδίου δόγματος και αφ' ετέρου η έντονη σκέψη τον βάζει σε endless loops από τα οποία αδυνατεί να ξεφύγει, οπότε γιατί να το κουράσει το πράγμα;

Με την πάροδο του χρόνου, ο Πέτρος ο Μπαλτάς (όπως και οι υπόλοιποι της παρέας) αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα μίας ευρύτερης ομάδας και το όνομά του περιγράφει όλα τα μέλη της.

Χάρις στην πρωτοποριακή έρευνα πεδίου των Α.Μ.Α.Ν., υπάρχει ευτυχώς βιντεακό υλικό το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κοινωνιολογική και ανθρωπολογική εξέταση του φαινομένου από τους επιστήμονες του μέλλοντος. Το σχετικό υλικό παρατίθεται εδώ ώστε να αυξηθούν οι πιθανότητες διάσωσής του.

Να φύγει το βίντεο...

(από acg, 21/04/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος της πόκας. Κακό πράμα γενικώς κι εκνευριστικό για το υπόλοιπο καρρέ, αφού ο καραμπίνας κάνει τα εξής faux pas:

(α) Αφού έχει πάρει κάποια κόλπα κι έχει μαζέψει ένα πακέτο μπροστά του, πάει πάσο συ-νέ-χει-α, προσπαθώντας να διαφυλάξει τα κεκτημένα.

(β) Σα να μην έφτανε αυτό, σε κάποια φάση κι αφού έχει πασάρει περί τις 3,256 φορές, ανακοινώνει -ενώ ακόμη το παιχνίδι είναι σε καλό σημείο και δεν προμηνύεται ότι θα τελειώσει σύντομα- ότι σε ένα γύρω από το χέρι του θα πρέπει δυστυχώς να αφήσει το καρρέ γιατί θα φύγει η μπέιμπυ-σίττερ, αύριο έχει να ξυπνήσει ποοοοολύ νωρίς, η γυναίκα του δεν αισθανόταν και πολύ καλά και ανησυχεί, άσε που πρέπει να γουρδώσει το περπούτσι παράμοιρα...

- Κούκος μονός παζ σε ένα ταμπλό.
- Ναι... μη μου βγάλετε σ' αυτή τη γύρα γιατί πρέπει να κάνω ένα τηλέφωνο... Α, και μάλλον πρέπει σε λίγο να την κάνω γιατί...
- Γιατί είσαι μέγας καραμπίνας ρε γκιόζη. Μας έχεις φλομώσει στο πάσο εδώ και μία ώρα... Άντε τον πούλοβιτς μπας και παίξουμε καθόλου, το φελέκι μου μέσα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο καθ' έξιν εκφέρων παπαριές, κατά το κοινώς λεγόμενον μαλακίες. Οι παπαρολόγοι ευδοκιμούν ιδιαιτέρως στην Ελλάδα (ίσως το κλίμα...) και έχουν κατά κύριο λόγο τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α. Ανήκουν συνήθως στην συμπαθή επαγγελματική τάξη των δικηγόρων. Παπαρολόγοι υπάρχουν και σε άλλες επαγγελματικές τάξεις, αλλά σε μικρότερα νούμερα.

β. Εξ ορισμού το 97,2% των πολιτικών είναι παπαρολόγοι, εικάζεται δε ότι η ιδιότητα του παπαρολόγου προϋπάρχει αυτής του πολιτικού στα εν λόγω υποκείμενα. Μία τελευταία θεωρία υποστηρίζει ότι η εντρύφηση στην παπαρολογία (ακαδημαϊκά ή άλλως) είναι προαπαιτούμενο για την εισαγωγή στην πολιτική.

γ. Για κάποιον άγνωστο μέχρι σήμερα λόγο, πιθανότατα συναφή προς την συνάθροιση διαφόρων ζώων σε συγκεκριμένες περιοχές για πολλαπλασιασμό ή αποδήμηση, συχνάζουν σε τηλεοπτικά studios περί την ογδόη απογευματινή και παπαρολογούν ασυστόλως στα παράθυρα των τηλεοπτικών ειδήσεων, τα οποία παρεμπίπταμπλυ, αποτελούν ναό του νεολληνικού πολιτεύματος της τηλεποπτευομένης δημοκρατίας.

δ. Οι παπαρολόγοι έχουν μεν φυσικούς εχθρούς στο ζωϊκό βασίλειο, αλλά οι τελευταίοι είναι παντελώς ανίσχυροι μπροστά τους, αποδεικνύοντας την ορθότητα του ρητού «η ηλιθιότητα είναι ανίκητη». Τελευταίες μελέτες υποστηρίζουν ότι ως είδος παίζει στα ίσα τις κατσαρίδες για τον τίτλο του μοναδικού επιζώντος της πυρηνικής καταστροφής.

  1. - Είναι έγκριτος νομικός ο κ. Σκορδοπούτσογλου. Καθηγητής του ποινικού δικαίου.
    - Μωρέ μέγας παπαρολόγος είναι γι' αυτό κι έχει χεστεί στο τάλαρο...

  2. - Παιδί μου, σήκω να πας να ψηφίσεις. Μία πήγε η ώρα. Άντε παιδάκι μου.
    - 'Ασε μας ρε μάνα, μ' όλους τους παπαρολόγους, μας έχουν φλομώσει στη μαλακία τόσα χρόνια και χαΐρι δεν είδαμε. - Μη λες έτσι παιδάκι μου. Ο κ. Ξυσταρχιδόπουλος άμανε και βγει θα σε βάλει στο Δήμο παιδάκι μου, να κλείσω κι εγώ τα ματάκια μου ήσυχη... άντε καλό μου εσύ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία