Κεφαλίδα ##Αυτός που έχει περίεργη συμπεριφορά, που είναι λίγο λοξός.
Αυτό θα πει καλό μαγαζί, να είσαι όσο περιεργάκι θέλεις και να μην σε στραβοκοιτάνε!
Αυτό θα πει καλό μαγαζί, να είσαι όσο περιεργάκι θέλεις και να μην σε στραβοκοιτάνε!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Νιώθω έντονη αποστροφή και αηδία, φρικάρω.
Τι λένε ότι έχει καλή φωνή, εγώ τον ακούω και κριντζάρω κανονικά!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Ειδικότερα η έκφραση "για να σφίγγουν (λίγο) οι κώλοι" χρησιμοποιείται με τη σημασία "προληπτικά, για να προλάβουμε κάτι ενοχλητικό".
Καλού - κακού ρίξε και καμιά παρταριά για να σφίγγουν και λίγο οι κώλοι!
(πηγή)
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Και βεβαίως θηλυκό μακαρίτισσα, δεν έχουν μόνο οι γκόμενες μακάβριο χιούμορ :) Πιστεύω μάλιστα ότι η λέξη πρωτοχρησιμοποιήθηκε στο θηλυκό - ή μάλλον μπορώ να σας βεβαιώσω ότι εγώ την πρωτοάκουσα σε θηλυκό.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Μικροαντικείμενο, συνήθως με κάπως εντυπωσιακή εμφάνιση.
Τι μανία την έπιασε και γέμισε το σπίτι με αυτά τα κλαδιά που έχουν πάνω τους κόκκινα μπιρμπιλόνια;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Μικροαντικείμενο.
... παντού στολίδια, λαμπάκια και χριστουγεννιάτικα μπαρμπαδέλια.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Αυτός που υιοθετεί προσποιητή κοινωνική συμπεριφορά.
Είναι γνωστό ότι είμαστε κοντόφθαλμοι δηθενιστές που νομίζουμε γινόμαστε καλύτεροι αν πληρώνουμε ακριβά.
Βλ. και δηθενιά, δηθενισμός
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Η ίδια η προσποιητή συμπεριφορά. Συνώνυμο: δηθενιά.
Μας έχει φάει ο δηθενισμός και το θεαθήναι.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Στάση ζωής που υπαγορεύει την προσποίηση στην κοινωνική συμπεριφορά.
Μ' ενοχλεί αυτός ο δηθενισμός των εφημερίδων που, ενώ ενδιαφέρονται αποκλειστικά για το κέρδος, ισχυρίζονται ότι ασχολούνται με τα παγκόσμια προβλήματα.
Βλ. και δηθενιά, δηθενιστής.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Άνθρωπος, στον οποίο οι άλλοι δεν δίνουν σημασία, τον υποτιμούν και του φέρονται περιφρονητικά.
Κακό ποδοσφαιρικό παιχνίδι.
Η Εκκλησία είναι δύσκολο να γίνει κλωτσοσκούφι στα πόδια αυτών που έχουν έρθει για να ευτελίσουν τα πάντα σ΄ αυτόν τον τόπο. (Χριστόδουλος, 5/12/2006. Πηγή: http://ecclesianet.blogspot.com/2008/01/blog-post_3654.html)
Δεν άξιζε τον κόπο το ντέρμπι, η μία ομάδα μόνο κλωτσοσκούφι ήξερε να παίζει.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία