Αυτός που υιοθετεί προσποιητή κοινωνική συμπεριφορά.

Είναι γνωστό ότι είμαστε κοντόφθαλμοι δηθενιστές που νομίζουμε γινόμαστε καλύτεροι αν πληρώνουμε ακριβά.

Βλ. και δηθενιά, δηθενισμός

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μικροαντικείμενο, συνήθως με κάπως εντυπωσιακή εμφάνιση.

Τι μανία την έπιασε και γέμισε το σπίτι με αυτά τα κλαδιά που έχουν πάνω τους κόκκινα μπιρμπιλόνια;

(από σφυρίζων, 09/10/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Προσποιητή συμπεριφορά.

Άσε τις δηθενιές κι έλα στο ψητό!

Δές και δηθενισμός, δηθενιστής, ντεμέκ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Άνθρωπος, στον οποίο οι άλλοι δεν δίνουν σημασία, τον υποτιμούν και του φέρονται περιφρονητικά.

  2. Κακό ποδοσφαιρικό παιχνίδι.

  1. Η Εκκλησία είναι δύσκολο να γίνει κλωτσοσκούφι στα πόδια αυτών που έχουν έρθει για να ευτελίσουν τα πάντα σ΄ αυτόν τον τόπο. (Χριστόδουλος, 5/12/2006. Πηγή: http://ecclesianet.blogspot.com/2008/01/blog-post_3654.html)

  2. Δεν άξιζε τον κόπο το ντέρμπι, η μία ομάδα μόνο κλωτσοσκούφι ήξερε να παίζει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μικροαντικείμενο.

... παντού στολίδια, λαμπάκια και χριστουγεννιάτικα μπαρμπαδέλια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

  1. Εισπράττω, κυρίως μετρητά.

Τα παντελόνιασες τα λεφτά ή σ' έχουν ακόμα στο περίμενε;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μένω σε ένα μέρος περισσότερο από όσο χρειάζεται, κολλάω και μάλιστα πεισματικά.

Υπάρχει κάποιο πρόγραμμα που κατεβάζει τραγούδια χωρίς να μπαστακώνομαι πάνω από το pc.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Και βεβαίως θηλυκό μακαρίτισσα, δεν έχουν μόνο οι γκόμενες μακάβριο χιούμορ :) Πιστεύω μάλιστα ότι η λέξη πρωτοχρησιμοποιήθηκε στο θηλυκό - ή μάλλον μπορώ να σας βεβαιώσω ότι εγώ την πρωτοάκουσα σε θηλυκό.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κολλάω σε μία ιδέα ή επιθυμία.

Μ' αυτά που της είπε μπαστακώθηκε και ήθελε γάμο το ταχύτερο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στάση ζωής που υπαγορεύει την προσποίηση στην κοινωνική συμπεριφορά.

Μ' ενοχλεί αυτός ο δηθενισμός των εφημερίδων που, ενώ ενδιαφέρονται αποκλειστικά για το κέρδος, ισχυρίζονται ότι ασχολούνται με τα παγκόσμια προβλήματα.

Βλ. και δηθενιά, δηθενιστής.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία