Slang της μαύρης (ή μπορεί και της άσπρης) μαγείας. Μανόγαλο είναι το ειδικο εκείνο γάλα που παράγεται από ανάμιξη του μητρικού γάλακτος μιας μητέρας και της κόρης της, πράγμα που προϋποθέτει ότι θα μείνουν έγκυες και θα γεννήσουν την ίδια περίοδο. Είναι σπανιότατο, και θεωρείται ότι έχει μαγική δύναμη και χαρίζει υπερφυσικές δυνάμεις σε όποιον το πιει.

- Τι έγινε ρε μαλάκες, πέρασε σε καμιά σχολή ο Γιάννης, ή πήγαν και αυτές οι Πανελλήνιες στον βρόντο;
- Ο τύπος είναι τελείως άχρηστος. Αυτός και το μανόγαλο να του δώσεις να πιει, πάλι τις ίδιες μαλακίες θα κάνει!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο άνθρωπος που δεν κάνει σφάλματα, ο αλάθητος. Λέγεται ότι το copyright της φράσης ανήκει στην ανεπανάληπτη λεξιπλάστρια και επίτιμο μέλος του slang (χωρίς να το ξέρει) Κα Άντζελα Δημητρίου.

Στο μαγαζί : - Πάλι έδωσες λάθος παραγγελία! Το τραπέζι 10 παρήγγειλε κοκορέτσι, όχι το 9!
- Ά, για να σου πω Γιώργο! Το λάθος είναι του μάγειρα. Πόσες φορές θα σου πω ότι εγώ είμαι άσφαλτος;

Για περισσότερα τέτοια κόπιραϊτ της εθνικής μας αοιδού, δείτε και στο λήμμα αντζελισμός.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Gay αρκτικόλεξο που σημαίνει multile anal penetration (πολλαπλή πρωκτική διείσδυση) η οποία είναι σεξουαλική πρακτική κατά την οποία ένας (ευτυχής) κάθεται και τον παίρνει ταυτόχρονα από πολλούς μαζί από το ίδιο (οπίσθιο) μονοπάτι.

Μεταξύ δύο Άγγλων gay (σε πούστικο ύφος) :
- What do you like most Peter? MAP or fist fucking?
(Τι γουστάρεις περισσότερο Πετρούλα, να σου σκίζουν το κωλί 5 μαζί, ή να σε γαμάει 1 με τη γροθιά του;)
- Oh, Ι'd like both, but what Ι favor most is MAP!
(Αχ αχ, κανένα δε με χαλάει, αλλά αυτό που πάω με τα μπούνια είναι το MAP).
- Why?
(Γιατί;)
- Cause Ι like the feeling of multiple ejaculations into my hole!
(Γα δύο λόγους. 1ον : Μου αρέσει να μου κάνουν τον κώλο φινιστρίνι, και 2ον : Προσπαθώ να μείνω έγκυος)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εν αντιθέσει με την λυματολάσπη, η οποία αποτελείται από βιολογικά κεκαθαρμένες ακαθαρσίες, η λημματολάσπη δεν υπεβλήθη στην εν λόγω διαδικασία με αποτέλεσμα να απαρτίζεται από άχρηστα προϊόντα και μόνον. Αντιπροσωπεύει τον μεγάλο σωρό μέσα στον οποίο καταλήγουν εκατοντάδες λημμάτων, των οποίων μοναδική φιλοδοξία είναι να περάσουν απαρατήρητα (στο 0-0, ούτε πράσινο ούτε κόκκινο). Στην δημιουργία βέβαια του οποίου έχω προλάβει να βάλω κι εγώ ένα χεράκι (ο λημματολάσπουρας).

.

- Μαλάκα, θα τους γαμήσω το Σαββατοκύριακο στο slang! Σού χω κάτι λήμματα μπερκέτι!
- Καλά, χέσε ψηλά κι αγνάντευε, τ'αρχίδια μας κουνιούνται, λημματολάσπουρα!

Ψάχνοντας στη λημματολάσπη (από GATZMAN, 24/04/09)

Βλ. και λύμα, το

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι η μικρή απόσταση, παρόμοια με αυτήν μεταξύ μουνιού-κώλου. Αυτά τα δύο τρυπόνια δεν απέχουν και πολύ μεταξύ τους, γι' αυτό και μερικές φορές πάμε για το πρώτο και «όλως τυχαίως» μπαίνουμε ή προσπαθούμε να μπούμε στο δεύτερο.

Δυό φίλοι κάθονται για καφέ σε καφετέρια.
- Έλα σου λέω ρε μαλάκα, σήκω να πάμε στην Espresso, μόλις με πήρε η Μαρία, κάθεται με μια φίλη της.
- Άσε με τώρα και βαριέμαι να αλλάξω μαγαζί.
- Έλα σου λέω, δυό βήματα είναι, απ' το μουνί στον κώλο, μισό λεπτό με την μηχανή.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει γαμάω, τονε βάζω, τον ακουμπάω.

Μεταξύ νεοσυλλέκτων :
- Ρε Πέτρο, δεν αντέχω άλλο 2 μήνες κλεισούρα στο στρατόπεδο. Έχω να γαμήσω 2 μήνες και 1 ώρα.
Πέτρος: - Άντε, μεθαύριο βγαίνουμε με άδεια, τράβα να πετσώσεις σε κανά μπουρδέλο να γίνεις αρντάν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι αυτός του οποίου η μόνιμη σεξουαλική προτίμηση και πρακτική είναι η παρά φύση ηδονή, το γαμίσι από τον κώλο (πάντα σε φυσιολογικά πλαίσια). Σχετική είναι και η έκφραση: Σε γαμώ στον κώλο, και με λες μογκώλο...

Ελένη : - Τι έγινε Μαιρούλα, τα είπατε χθες με τον Γιάννη;
Μαιρούλα : - Τα είπαμε, και τώρα δεν μπορώ να πιάσω καρέκλα από τον πόνο.
Ελένη : - Γιατί, τι έγινε;
Μαιρούλα : - Ο Γιάννης είναι μογκώλος, και δεν του φαινότανε...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι η γυναίκα που ενσωματώνει μερικά ή όλα από μια σειρά χαρακτηριστικών που αποτελούσαν κάποτε βασικά για τους θιασώτες της ΚΝΕ θηλυκού γένους:
α) Αξύριστα πόδια
β) Αξύριστες μασχάλες
γ) Αξύριστο μπικίνι
δ) Άβαφτο πρόσωπο χωρίς make-up
ε) Φούστα στον αστράγαλο (για να μην φαίνονται τα αξύριστα πόδια) πλισέ με tribal σχέδια
στ) Εναλλακτικά, τζιν-σωλήνας
ζ) Σανδάλι δερμάτινο με τη φούστα, ή
η) Παπούτσι ελβιέλα με το τζιν, και
θ) Τσάντα ταγάρι τύπου.

- Ρε μαλάκα, για κοίτα τι πηδάει ο Γιώργος! Πες μου τώρα, σ' αρέσει αυτή η γκόμενα;
- Κνιέρχ!
- Πως;
- Μα δε την βλέπεις ρε μαλάκα την κνίτισσα; Πως μπορείς να πηδήξεις μια γκόμενα που η τρίχα της είναι πιο μακριά απ' τη δικιά σου;

Βλέπε και το πολύ το Κάπα Κάπα κάνει το παιδί μαλάκα και ταγάρι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προέρχεται από παράφραση της λέξης απινιδωτής, που είναι ειδική συσκευή που εμφυτεύεται στο ανθρώπινο σώμα σαν ένας βηματοδότης, και μπορεί να σώσει έναν άνθρωπο χορηγώντας αυτόματα ηλεκτροσόκ.

- Γιατρέ, πότε θα μου βάλετε τον απιδονητή;
Γιατρός: - Θα στον εβάλω καλή μου, αλλά φοβάμαι ότι θα σου αρέσει πολύ....

(από Galadriel, 16/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι η γκόμενα, κατά προτίμηση ανοικτόχρωμη, ωσάν ανατολικοευρωπαϊκής προελεύσεως, η οποία γαμιέται ασύστολα.

- Την είδες την Ελένη;
- Ποια Ελένη ρε μαλάκα; Αυτή είναι η Ελενούσκα η Γαμησομούνοβα. Έχεις χάσει επεισόδια. Από τότε που την πήδηξα και της άνοιξα τα μάτια, έχει πάρει φαλάγγι όλα τα Νότια Προάστια.

Δες και -ίδης, -όγλου/-ογλου, -όπουλος, χατζη-.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία