Πρόκειται για ένα μοναδικό συνδυασμό φαλακρού και χαζού άνδρα που πολλές φορές καταντάει εκνευριστικός.

Αυτός, και την μάνα του να βρίσεις. είναι ικανός να σου πει κι ευχαριστώ, ο καραφλοκεφτές!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Λέξη μπουζουκτζήδων, που σημαίνει τα χαρτονομίσματα τα οποία ο ικανοποιημένος ακροατής-πελάτης κολλάει στο μέτωπο του μαέστρου, αφού προηγουμένως φροντίσει να αφήσει πάνω τους 1-2 κολλώδεις ροχάλες. Συχνά αποτελούσε το κυριότερο μέρος του μερο- (ή καλύτερα νυχτο-)κάματου των οργανοπαιχτών.

Μεταξύ οργανοπαιχτών σε λαϊκή κομπανία :
- Ρε μαλάκες, κρατάτε γερά, πάω λίγο στα μετόπισθεν να τραβήξω λίγο μπάφο...
- Κάτσε ρε Σταύρο, τονε βλέπεις αυτόν με την γραβάτα; Ήταν εδώ και χθές, και τέτοια ώρα μας άφησε τρελλή χαρτούρα!

4.19: Κι άμα βρει τα σκούρα, κρύβει την χαρτούρα μέσα στο βρακί. (από Khan, 07/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο άντρας που μιλάει ακατάπαυστα. Έμεινε στην ιστορία σαν έκφραση από τον Γιώργο Γεωργίου όταν αναφερόταν σε γνωστό αθλητικό δημοσιογράφο.

- Για που τό 'βαλες μεσημεριάτικα ρε μαλάκα;
- Πάω για καφέ με τον Αντώνη, έρχεσαι;
- Ποιόν, τον πουρουπουπού; Από και κλείεται! Την άλλη φορά δεν προλάβαμε να αρθρώσουμε λέξη, αφού δεν το έκλεινε το ρημάδι με τίποτα!

(από polemarxos90, 29/03/10)(από Khan, 11/12/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι η δυσχερής εκείνη κατάσταση, κατά την οποία οι διαστάσεις του πρωκτού επιμηκύνονται κατά τον εγκάρσιο και επιμήκη άξονα, ούτως ώστε να ομοιάζει ωσάν φινιστρίνι πλοίου.

- Λένε ότι ο Βαγγέλης τον παίρνει, αλλά εγώ πιστεύω ότι είναι φήμες.
- Πραγματικά το ίδιο θα πίστευα κι εγώ αν δεν μου έλεγε ο Σάκης ο κωλομπαράς ότι προχθές βράδυ πήγε σπίτι του και τού 'κανε τον κώλο φινιστρίνι.

(από John Kar, 21/05/08)Στο 3:10! (από patsis, 30/05/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μόνιμα καβλωμένος με την κακή έννοια, αυτός που δεν μπορεί να σταυρώσει μουνί, που δεν μπορεί να γαμήσει για να ξεκαβλώσει, αυτός που προσπαθεί απεγνωσμένα να γαμήσει και την πέφτει ασύστολα από δω κι από κει, αλλά στο τέλος μένει πάντα με το καβλί στο χέρι. Εννοείται ότι είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να γαμήσει ό,τι βρεθεί, να φάει ό,τι του σερβίρουν.

Οι συγγενείς του: Είναι σύζυγος της χήρας με τα πέντε ορφανά και πρώτος ξάδερφος του Σάββα του Ουρογάμη.

- Τον είδες ρε μαλάκα τον νέοπα; Ακόμα δεν πρόλαβε να έρθει στο γραφείο και τις κυνηγάει να τις γαμήσει όλες! Με χαιρεκακία Αλλά είμαι σίγουρος ότι θα τον καταλάβουν και θα μείνει με το πουλί στο χέρι, ο καβλιάγγουρας!

Ποιός έχει το όνομα (από Galadriel, 16/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο λαγοπόδαρος, αυτός που το βάζει γρήγορα στα πόδια, ο εξαφανιζόλ εν ριπή οφθαλμού, ο τιγκανά σε κλάσμα δευτερολέπτου. Προέρχεται από παραφθορά του ονόματος του γνωστού ολυμπιονίκη Αιθίοπα δρομέα Said Auita, πόσο δε μάλλον λόγω και της ακουστικής ομοιότητας με την σαΐτα, συνώνυμης της ταχύτητας.

- Ο μαλάκας το παίζει μαγκιά, κλανιά κι εξάτμιση και πήγε να την πέσει στην Ελένη που ξέρει ότι είναι δικιά μου. Με το που σκάω μύτη όμως, σαΐτα ουίτα ο δικός σου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επιφώνημα χαιρετισμού Έλληνα νεοράπερ σε άλλον «ράπερ», κραδαίνοντας και κουνώντας με χαρακτηριστικό τρόπο τα χέρια του (άπλωμα μπροστά και περιστροφή προς τα έσω όλου του άκρου από τον ώμο και κάτω). Συχνά συνοδεύεται από την λέξη «μαν», για να ολοκληρωθεί ο χαιρετισμός.

Στον δρόμο :
- Γιο μαν, τι κάνεις μαν, σου βρίσκεται κάνα τσιχλόνι;
- (Του δίνει τσίχλα) Καβάτζωσέ το μαν. Ωραίο εργαλείο αγόρασες έμαθα. Σεβρολέ με ανάρτηση μπιτάτη που πατάς το κουμπέτο και κουνιέται πάνω κάτω.
- Καλό είναι το αμαξόνι δικέ μου, αλλά θέλω να του περάσω φιμάτο τζάμι και ζαντολαστιχουλέξ χρωμίου και θα γίνει πολύ ραπεράτο, γιο!

Το "γιο" είναι να το \'χεις, σε φάση. (από Galadriel, 18/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άλλη εκδοχή για το σουτιέν που αποδίδει στο εσώρουχο έξτρα υποστηρικτικές ιδιότητες (κάτι δηλαδή σαν ανάρτηση με σούστες), απαραίτητες βέβαια για βυζιά μεγάλου μεγέθους.

(Στο δοκιμαστήριο μαγαζιού γυναικείων ρούχων μία κυρία με πλούσιο μπούστο δοκιμάζει διάφορα ρούχα.) (Στην υπάλληλο)
- Κοπέλα μου, ωραία αυτή η μπλούζα, αλλά είναι λίγο διαφανής και φαίνεται ο σουστιές!
(Υπάλληλος, χωρίς να καταλαβαίνει)
- Ο ποιος;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μουσικό όργανο για καβλωμένους σολίστ, οι οποίοι αναλαμβάνουν τον ρόλο του μαέστρου, του εκτελεστή και του ακροατή ταυτόχρονα συνθέτοντας μία ολοκληρωμένη μουσική πράξη, την μαλακία.

Στο στρατόπεδο :
- Ρε Μήτσο, χθες είχα έξοδο και γνώρισα δυο θεόμουνα, γαμώ τις γκόμενες σου λέω!
- Σοβαρά;
- Ναι, αλλά η επόμενη έξοδος είναι σε δυο βδομάδες.
- Κατάλαβα. Άντε αγόρι μου, πιάσε δουλειά να ηρεμήσεις. Ε ρε, έχει να πάει η χουφτοβιόλα σύνεφο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απευθύνεται σε κάποιον μεγαλύτερης ηλικίας από τη δικιά μας, που θέλουμε για οποιοδήποτε λόγο να τον βρίσουμε.

Έχουμε ανάψει τα αλάρμ για να παρκάρουμε, αλλά πίσω μας ένας οδηγός γύρω στα πενήντα έχει ξεσκιστεί στο κορνάρισμα. - Σκάσε ρε μαλάκα! Κάτσε πρώτα να παρκάρω, και μετά θα κατέβω να σε γαμήσω, κωλόγερα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία