Σχολιασμός για γυναίκες οι οποίες έχουν ως χόμπυ την ρουφοκαυλέτα, τα κλαρίνα και τα λοιπά, και γενικώς έχουν ως μοναδική ασχολία του τα γκομενιλίκια και τους έρωτες. Προφανώς η καραμπίνα είναι μεταφορικά το ανδρικό μόριο.
-Πατσαβούριασε η Μαρία, τόσα χρόνια άδειαζε καραμπίνες, τώρα στο ράφι θα μείνει.
- Φίλε είδες τις νέες δημοσκοπήσεις; Άρχισε να μικραίνει η ψαλίδα...
- Άρχισε να ξηλώνει το πουλόβερ, θα ανατραπούν οι ισορροπίες στο πολιτικό σκηνικό.
Χαρακτηρισμός για κάποια κατάσταση η οποία έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο και έχει φτάσει στο όριο. Από τον κόφτη του γκαζιού στις μηχανές κάθε είδους οχήματος και όχι μόνο.
Άσε φίλε, τον Τάκη τον χώρισε η δικιά του από το τηλέφωνο. Πριν ένα μήνα μπήκε φαντάρος. Δεν κόβω να την παλεύει το παλληκάρι, θα βαρέσει μπιραλάχ ή θα πάει να φουντάρει.
Ξεκωλώνομαι, μου βγαίνει η πίστη κλπ από σκληρή χειρωνακτική κυρίως εργασία, αλλά είναι δυνατή η χρήση και για πνευματική, η οποία είναι ασυνήθιστα σκληρή και χρειάζεται πολλαπλάσιος κόπος για να έρθει εις πέρας.
- Άσε ρε Μικέ, είδα του κώλου μου την τρύπα να αλλάξω φλάντζα κεφαλής στο μπουρδέλο αυτού του μαλάκα. Πιο στριφνή μηχανή δεν έχω ξανανοίξει.
Χρησιμοποιείται ως χαρακτηρισμός για εύρωστους και δυνατούς νέους άντρες, δεδομένης της δυσκολίας να ακολουθηθεί ο ρυθμός βαδίσματος του γαϊδάρου από τον άνθρωπο, πόσο μάλλον να την γαμήσει κιόλας κάποιος κατά τη διάρκεια της διαδρομής και ενώ την ακολουθεί.
- Δυνατό παιδί ο Γουίλι.
- Ναι ρε, αυτός γαμάει γαϊδάρα στον ανήφορο.
Ή και για ποδόσφαιρο, σε προχωρημένες καταστάσεις.
Χαρακτηρισμός για αντροπαρέα, 5 άτομα και άνω, μπακούρια συνήθως, που βγαίνουν βράδυ. Σχεδόν πάντα τρώνε πόρτα από τα καλά μαγαζιά και καταλήγουν να πίνουν μπύρες και να τρώνε βρώμικα στο δρόμο ή σε κάποιο παρακμή μαγαζί που παίζει να τους δεχτεί και να χωράνε. Συνήθως είναι λιγούρια και κοιτάνε τριγύρω σα μαλάκες αλλά ποτέ δεν κάνουν κίνηση.
- Καλά ρε μαλάκες, για μπάσκετ θα πάτε; Ποιός θα σας βάλει μέσα τόσα άτομα;
- Τι να κάνουμε ρε γαμώτο, μας έχει φάει η αγαμία.