Τα λευκά εσώρουχα, μάρκας κυρίως μινέρβα. Ο χαρακτηρισμός προέρχεται από την παρατήρηση ότι η παραμικρή απροσεξία γίνεται εύκολα αντιληπτή από οποιονδήποτε έχει την ατυχία να δει τον φέροντα χωρίς παντελόνι.

Ο αδερφός μου μου καβατζώνει όλα τα καλά εσώρουχα και στο τέλος μένω μόνο με τους κουραδορουφιάνους.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γκρίνια που ακούει το ένα από τα δύο μέρη μίας σχέσης (συνήθως το Άρρεν, ή ο ενεργητικός, αν δεν μιλάμε για ετεροφυλοφιλική σχέση) από το άλλο.

Η παντόφλα δεν είναι κάτι αρκετά σοβαρό για να καταλήξει σε ξύλο ή σε χωρισμό, αλλά όταν επαναλαμβάνεται γίνεται εκνευριστική και προκαλεί άγχος σε αυτόν που τη λαμβάνει.

Παιδιά πρέπει να σας αφήσω γιατί αν αργήσω κι άλλο να πάω σπίτι με περιμένει παντόφλα.

βλ. και Γκραν Γκρινιόλ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το προφορικό πλησίασμα δύο ανθρώπων σε χώρο με πολύ δυνατή μουσική, κλαμπ ως επί το πλείστον, με σκοπό την ερωτική συνεύρεση. Επειδή ότι και να πει ο κάθε ένας ακούγεται μόνο ένα «θου θου θου» και το άλλο άτομο υποκρίνεται πως καταλαβαίνει και βρίσκει τα λεγόμενα ενδιαφέροντα, μπορεί ο ένας ή η άλλη να μιλάει για αιμορροΐδες ή για ποίηση, αλλά τίποτα δεν αλλάζει στο αποτέλεσμα.

- Ο Βάγγος δεν θα έρθει στο άφτερ;
- Τον αφήσαμε πίσω, είναι στα «θου θου θου» με μία κοπελίτσα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα ρασταφάρια που έχουν τέσσερις-πέντε τεράστιες τζίβες οι οποίες αποτελούνε το σύνολο της κόμης τους.

Προήλθε από τα κείμενα του Λάβκραφτ που θέλουν τους κθούλου να έχουνε πλοκάμια στο κεφάλι τους.

Δεν ξαναπάω σε ρέγγε πάρτι. Είναι γεμάτα κθούλου που την πίνουν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άτομο –κυρίως νεαρής ηλικίας– που δεν ασχολείται σχεδόν καθόλου με την πολιτική, αλλά έχει μπει σε κάποια αριστερή πολιτική νεολαία για λόγους κοινωνικοποίησης.

Υπάρχουν παρόμοια στοιχεία σε όλες τις πολιτικές νεολαίες, αλλά για κάποιο περίεργο λόγο δεν υπάρχουν αντίστοιχες λέξεις για τη δεξιά ή το κέντρο.

Δες το τυπάκι με τη γλοιωδώς φροντισμένη κοτσίδα από την ΑΡΕΝ. Χθες μου έλεγε ότι ο Μαρξ είναι καλός αλλά προτιμάει τον Σπένσερ. Κλασική περίπτωση αριστεροχαρούμενου.

(από Vrastaman, 20/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άτομο με αριστερή ιδεολογία που θεωρεί ότι θα κερδηθούν πανεύκολα όλες οι διεκδικήσεις του κι έχει καβάτζα μπύρες και γαμάτα ηχοσυστήματα για να είναι ωραίο το πάρτι τη μέρα που θα αρχίσει η επανάσταση.

Ο αριστεροχαρούμενος μου λέει ότι έχει ετοιμάσει γιαούρτια για τους ματατζήδες κι είναι μέσα στην καλή χαρά. Πάω να τον ενημερώσω για τον κίνδυνο να βρεθεί με ανοιγμένο κεφάλι κι ύστερα ας πάρει την απόφασή του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ιδιωματισμός της Λήμνου. Λέγεται και «κομματάκι». Χρησιμοποιείται χωρίς άρθρο κι εκφράζει πολύ λίγη ποσότητα μη μετρήσιμου ουσιαστικού.

Δώσε κομμάτι φαΐ και σε μένα ρε μπάρμπα, έχω να φάω από χθες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ιδιωματισμός της Λέσβου που εκφράζει τον πολύ μεθυσμένο άνθρωπο. Συνώνυμο του κομμάτια. Από το τούρκικο davul που σημαίνει τύμπανο. Συνήθως το λάμδα και το γιώτα συγχωνεύονται στο τέλος, λόγω της Μυτιληναϊκής διαλέκτου.

Η γιανεπρόκουπους η γιάντρας 'ημ χθες γύρισι τα ξημηρώματα κι ήταν νταβούλ'. Θα' πινε παλ' ούζα μι τσ' φίλοι τ'...
(Ο ανεπρόκοπος ο άντρας μου χθες γύρισε πάλι τα ξημερώματα κι ήταν νταβούλι. Θα έπινε πάλι ούζα με τους φίλους του)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λευκοί λεκέδες στο ανδρικό μόριο που προκαλούνται από την μακροχρόνια έλλειψη καθαρισμού, η μυρωδιά των οποίων θυμίζει το ομώνυμο έδεσμα.

- Πόσο καιρό έχεις να κάνεις μπάνιο ρε μαλάκα;
- Ε... κανέναν μήνα.
- Κι αν σου κάτσει γκομενάκι τι θα κάνεις;
- Τι να κάνω; Θα σκουπίσω την τυροσαλάτα από το πουλί μου και θα ορμήξω.

αυτά έβγαλα εγώ προχθές... (από Τσακ εις την μέσην, 16/01/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ως φλωρέγκε ορίζεται η πλειονότητα της εξωτζαμαϊκανικής ρέγκε, αλλά και μέρος της τζαμαϊκανικής. Οι κλίμακές της είναι πολύ εύκολες για το αυτί, το target group της είναι αριστεροχαρούμενα πλουσιόπαιδα κι ο προορισμός της είναι να γίνει soundtrack σε χλιδάτες παραλίες εν μέσω καλοκαιριού.

Oh my Jah! (από Vrastaman, 26/01/11)(από Khan, 01/04/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία