Αναφερόταν αρχικά σε αλλαγή ρόλων κατά τη διάρκεια της ερωτικής πράξης μεταξύ ομοφυλοφίλων, αλλά σήμερα σημαίνει περιπαικτικά ή χιουμοριστικά την όποια αμοιβαία ανταλλαγή, κυρίως μεταξύ φίλων.
- Αυτό το αμάξι που οδηγάς δεν είναι του Γιώργου;
- Ναι, αυτός πήρε το δικό μου!
- Τι; Αλλαξοκωλιές κάνατε;
ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ
Υπάρχει και η έκφραση άλλαξ'ο κολιές κι έγινε βραχιόλι :).
Αποκλείεται, ούτε να το σκέφτεσαι, αποτελεί έκφραση αποδοκιμασίας που χρησιμοποιούνταν στο στρατό και σήμαινε ότι αποκλείεται να πραγματοποιηθεί αυτό που ζητείται ή απαιτείται
Συνώνυμο: γρηγοροκατούρητος
Αντίθετο (με την έννοια αυτού που δεν πάει συχνά στην τουαλέτα, ή που δεν έχει πάει ακόμα, ιδίως στην Κρήτη απαντάται): ακατούρητος.
-Καλά ήρθες κιόλας από την τουαλέτα;
-Ναι, είμαι γρηγοροκατουρλής!
Δεν σκέφτομαι προτού μιλήσω και λέω το πρώτο που μου έρχεται στο νου, η οποία αποστροφή εκτιμάται ως ανόητη ή προσβλητική ή αδιάκριτη από τον συνομιλητή.
-Άσε, ξεχάστηκα και πέταξα ένα άκυρο χθες μπροστά στην κοπέλα μου για την πρώην μου και τη στενοχώρησα!
-Αφού όταν μιλάς βουτάς τη γλώσσα στον κώλο και όχι στο μυαλό πρώτα, καλά να πάθεις!
Χρησιμοποιείται μεταφορικά σε περίπτωση που κάποιος αποδεικνύεται ιδιαίτερα τυχερός -κωλόφαρδος- σε κάποιο παιχνίδι, πχ. τάβλι και χάριν αστειότητας είναι το όργανο που θα μετρήσει το βάθος της κωλοφαρδίας.
-Τρίτη φορά εξάρες!
-Δεν παίζεσαι με τίποτα, να φέρουμε το κωλοβυθόμετρο!
Η γυναίκα κάπως μεγάλης ηλικίας που συμπεριφέρεται και ντύνεται σαν νεαρή κοπέλα και προσπαθεί ατυχώς να μιμηθεί τους σεξουαλικούς κώδικες του φλέρτ των νεαρών κοριτσιών.
Αρσενικό: πουρότεκνο, πουρογκόμενος.
-Η Χ στο Ψ σόου στην τηλεόραση κάνει τη μπέμπα και όλο χαριεντίζεται με τους παίκτες!
- Κλασική πουρογκόμενα, είναι τουλάχιστον 50 και το παίζει εικοσάρα!