Σλανγκιά για να περιγραφεί η απίστευτη μπόχα όσων μπίχλερμαν (εξαιρούνται πάντα οι κυριες) δεν ασχολούνται με την σωματική τους υγιεινή. Φονικός αρωματικός συνδιασμός που περιλαμβάνει σκατίλα και ουρδεσάνς.

Χρησιμοποιείται ενίοτε και μεταφορικά για να χαρακτηρίσει άτομα (συμπεριλαμβάνονται και οι κυρίες) που δρούν χωρίς ηθικούς ή αξιακούς φραγμούς.

  1. Α! τον πούστη πως βρωμάει και ζέχνει... μας ξεπάτωσε, αρμάνι χαρμάνι δικέ μου!
  2. Παπαπαπα...πολύ βρώμα η προϊσταμένη, αρμάνι χαρμάνι σου λέω!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Τρομερά βρωμερό / αηδιαστικό χέσιμο. Τόσο, που ο επόμενος δεν μπορεί να πλησιάσει το μπάνιο για αρκετή ώρα. Τις περισσότερες φορές, συμβαίνει λόγω κακής ποιότητας τροφής, δηλητηρίασης ή απλά πολύ πικάντικου/καυτερού φαγητού.

Ο όρος φυσικά προέρχεται από το κόμμα / παραμιλιταριστική /τ ρομοκρατική οργάνωση του Λιβάνου, λόγω της προφανής ηχητικής ομοιότητας της λέξης και ταυτόχρονα της τρομερής επικινδυνότητας των δύο εννοιών. Για το λόγο αυτό, αυτού του είδους το χέσιμο διατηρεί το θηλυκό γένος του όρου (βλ. παράδειγμα).

- Ωραία τα μεξικάνικα χτες, αλλά το πρωί αμόλησα μια χεζμπολάχ που γκρίνιαζε όλη η γειτονιά από τη βρώμα.

- Ρε μαλάκες, ποιος εξαπέλυσε τη χεζμπολάχ μέσα στο μπάνιο μου; Πώς θα κάνω μπάνιο τώρα;

(από Vrastaman, 23/12/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το γυάλινο-τζαμένιο άγαλμα με το όνομα «Δρομέας», που βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας έξω από το Hilton. Λέγεται έτσι εξαιτίας της βρώμας που συγκεντρώνει και της ουσιαστικής αδυναμίας καθαρισμού του, λόγω της μορφολογίας του (χιλιάδες πτυχώσεις).

Κανονικά το άγαλμα δεν θα έπρεπε να λέγεται «Δρομέας», αλλά «Βρωμέας»!

Το εν λόγω άγαλμα. (από terry, 22/01/11)(από terry, 22/01/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός χρησιμοποιημένης κάλτσας (4ο Στάδιο), κατά το οποίο ενδέχεται να τραπεί σε φυγή (προς αποφυγήν επαναχρησιμοποίησής της) δια της πτητικής οδού. Πληθυντικός «οι μπεκάλτσες» ή ένα «μπεκάλτσικο σμήνος». Ιδιαίτερα επικίνδυνο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.

1ο Στάδιο - Σκοτώνει κουνούπια από απόσταση

2ο Στάδιο - Την πετάς και κολλάει στο ταβάνι

3ο Στάδιο - Την πετάς στο ταβάνι και σπάει

4ο Στάδιο - Πετάει μόνη της (μπεκάλτσα)

- Πώπω, ρε συ Μήτσο, τι μπόχα είναι αυτή! Η κάλτσα σου βρωμάει..,
- Ναι ρε άσε, και να φανταστείς μόνη της έμεινε από χθες. Η άλλη έγινε μπεκάλτσα και την κοπάνησε.

Μπεκ προσαρμοζόμενο σε κάλτσα για κατευθυνόμενη έκχυση βρωμιάς σε συγκεκριμένο στόχο (από GATZMAN, 20/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τρισύνθετη λέξη (από τις λέξεις κάτω+ουρώ+ντουζ) που φωτογραφίζει το πανανθρώπινο φαινόμενο του άρρενος που κατουράει κατά τη διάρκεια του σχολαστικού κι επιμελούς 3λεπτου μπανιαρίσματός του, συνδυάζοντας έτσι το τερπνόν μετά του ωφελίμου.

Όπως όλοι ξέρουμε, ο έλεγχος των σφιγκτήρων αποτελεί μείζονα σταθμό στην ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη του ατόμου. Υπό αυτήν την οπτική, το άτομο που νίπτει το απενοχοποιημένο σώμα του, απεκδυόμενο τις κοινωνικές συμβάσεις κατουράει ελεύθερα, χωρίς ταμπού, χωρίς αναστολές και λοιπές ενοχές του εξωλεκάνιου πιτσιλίσματος, αμολώντας και μια κομπολογάτη άμα λάχει.

Απαραίτητες προϋποθέσεις για ένα επιτυχημένο κατουρντούζ είναι οι κάτωθι:

  1. Το πέος να βρίσκεται σε θέση χαλάρωσης, ουχί εν πλήρει στύσει (αλλιώς θα τα κάνετε όλα πουτάνα)

  2. Η ούρηση να συμβαίνει νωρίς στην αρχή του ντους (όχι στο τέλος, βρωμίλοι!!)

  3. Βεβαιωθείτε για τη συναίνεση της παρτενέρ (σε περίπτωση που δεν παίρνετε μόνος το ντουζάκι).

Και μη μου πει κανείς ότι δεν το έχει κάνει ποτέ...

- Θες τίποτα απ'το μπάνιο; Πάω να ουρήσω κάτω.
- Δεν κάνεις κάνα κατουρντουζ λέω'γω, που βρωμάς σαν τράγος;
- Γιατί;; Σάββατο είναι;
- ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία