Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Σλανγιωτατισμός για τον αυνανισμό.

Η Τζέσικα πεομαλάσσει στο πριβέ με ένα εξτραδάκι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αυνανίζομαι. (Δες).

Φαλλομυζεί όλη μέρα, θα τυφλωθεί.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αυνανίζομαι. (Δες).

Ο μικρός γιατί έχει κάτσει στην άκρη της παραλίας και πεανίζει;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Στα καλιαρντά σημαίνει αυνανίζομαι, ως ένα εργόχειρο που το κάνει κανείς μοναχός του.

Βουέλει μουντζά και καλογεροκεντάει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αυνανίζομαι.

Πήρε θεματάκι από την παραλία και τον έχει αβγοκόψει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αυνανίζομαι. (Δες).

Έχει χειροτονωθεί και είναι έτοιμος να προχωρήσει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αυνανίζομαι (δες).

Χειρογλεντάει όλη μέρα ο γρόθος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αυνανίζομαι εκ του καλιαρντής προέλευσης φλοκάρω.

Σολοφλοκάρει όλη μέρα, τον έχει κάνει λάστιχο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ψευδοαρχαίος σλανγιωτατισμός που σημαίνει αυνανίζομαι.

Πεοταλαντώνει ενδοπαλαμικώς καθ' εκάστην ο μάλαξ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

  1. Γδέρνω κάποιον κυριολεκτικά ή μεταφορικά, δηλαδή του αφαιρώ πολλά λεφτά ή τον κατατροπώνω σωματικά ή λεκτικά.

«Με ξεπέτσιασε η θεια Χρίσταινα. Κόντεψε να μου πάρει τα μισά. Προξενήτρα είναι αυτή ή λαιμητόμος;» (Εδώ)

2.Γδέρνω το πέος μου από υπερβολικό αυνανισμό, αυνανίζομαι. Συνήθως ως τον έχω ξεπετσιάσει.

Πρέπει να βρει γυναίκα επειγόντως, γιατί τον έχει ξεπετσιάσει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε