Αυτός που παίζει καλό ποδόσφαιρο. Ο «τεχνίτης της μπάλας».
- Πολύ μπαλαδόρος αυτός ο πιτσιρικάς της Κέρκυρας. Να μου το θυμηθείς, σε 1-2 χρόνια αυτός θα παίζει σε ομάδα της πρώτης εθνικής.
Αυτός που παίζει καλό ποδόσφαιρο. Ο «τεχνίτης της μπάλας».
- Πολύ μπαλαδόρος αυτός ο πιτσιρικάς της Κέρκυρας. Να μου το θυμηθείς, σε 1-2 χρόνια αυτός θα παίζει σε ομάδα της πρώτης εθνικής.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Κλασική μορφή έλληνα φιλάθλου που από την κερκίδα ή από τον καναπέ του παριστάνει τον προπονητή της ομάδας του με σχόλια όπως: «Πρέπει να τραβηχτεί ο Πατσατζόγλου λίγο προς τα πίσω και αριστερά ώστε να καλύψει το αμυντικό κενό ενώ ο Τζορτζεβιτς να προωθείται πιο πολύ και να αλλάζει γρήγορα πάσες με τον Ριβάλντο ο οποίος πρέπει να γυρίσει λίγο πιο πίσω ώστε να βοηθάει στο κόψιμο των αντεπιθέσεων...» ή: «Μα τι τον κρατάει μέσα; Να βγει ο Ανατολάκης και να μπει ο Μάριτς ώστε να προωθηθεί όλη η αμυντική γραμμή πιο μπροστά.»
Φυσικά θεωρεί τον προπονητή της ομάδας του άχρηστο επειδή δεν κάνει της αλλαγές που ο ίδιος θέλει και δεν σηκώνει και κουβέντα πάνω στις επιλογές του που είναι πάντα ολόσωστες (για τον ίδιο).
- Προωθηθείτε ρε!!!
- ...
- Καλύψτε τα κενά στην άμυνα, αμαρκάριστος είναι ο άλλος στην μικρή περιοχή!!
- ....
- Δώσε πάσα ρε, τι σουτάρεις από τα 40 μέτρα ρε γαμώτο;;;
- ...
- Μα γιατί δεν τον βγάζει, αφού σέρνεται!
- Σταμάτα πια ρε Νίκο, μου τα 'χεις πρήξει από την αρχή του παιχνιδιού. Προπονηταρά της κερκίδας! Ξέρεις εσύ καλύτερα από αυτόν που είναι η δουλειά του και είναι προπονητής 20 χρόνια;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
βλ. και τιγκανά
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ηρεμώ, έρχομαι στα ίσα μου.
Δεν μπορώ άλλο με την δουλειά, πρέπει να πάρω άδεια να πάω διακοπές να στανιάρω.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Αποχαιρετισμός σαν το «τα λέμε», αλλά πιο μάγκικος.
Φεύγω, πάω για καφέ με τον Νίκο. Τα λέγαμε.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Μελαχρινή.
Δεν είναι γνήσια ξανθή. Είναι μαυρομούνα βαμμένη.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο αναξιόπιστος ή ο «χαμένος». Χρησιμοποιείται και σαν φιλική βρισιά.
- Πού ήσουν χτες ρε μαλάκα, σε χάσαμε.
- Εε, με ένα γκομενάκι είχαμε βγει.
- Έτσι, ε, ...κουφάλα, και στον φίλο σου κουβέντα!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Μέρος που έχει μόνο άντρες. Μια παρέα όλο άντρες. Συνώνυμα: αρχιδόκαμπος, αρχιδαρία, ψωλαριό, πουτσαρία, πουτσοπανήγυρος.
- Τι έλεγε το μπαράκι χτες, γκομενάκια είχε;
- Σοβαρέψου ρε, στο Eindhoven είμαστε, σκέτη ψωλαρία!
Λέξεις για το συνωστισμό αντρών: αρχιδάλωνο, αρχιδαριό, αρχιδόκαμπος, καψιμί, λοσταρία, πουτσοπανήγυρος, πουτσοσπορά, πουτσοχώραφο, σβερκαρία, τίγκα στο αρχίδι, τσατσάρα, ψωλαρία, ψωλοχώρι.
Λέξεις για το συνωστισμό γυναικών: Αιδοίον πέλαγος, ακατάσχετη μουνορραγία, θεομουνία, μουνόβραση, μουνοθύελλα, μουνοκαλύβα, μουνόλακκος, μουνοπλαγιά, μουνοπλημμύρα, μουνώνας, μπαζοκαταιγίδα, μπουλογιόλι, του μουνιού το πανηγύρι, moon storm.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Συνεχής απασχόληση με το σεξ.
Όλη μέρα ο νους του είναι στο καυλομαχητό. Κολλημένη πυξίδα.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!