Ο γαμίκουλας, που γαμεί πολύ.
- Έχω πάει με... μπορεί και 140 γυναίκες...
- Ίσα ρε γαμίκλα...
Ο γαμίκουλας, που γαμεί πολύ.
- Έχω πάει με... μπορεί και 140 γυναίκες...
- Ίσα ρε γαμίκλα...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο τρόμπας. Προκύπτει από τα τρόμπας + Ρόμπαξ (Flintheart Glomgold, Ducktales).
Λάκης: - Και μου είπε να βγούμε...
Σάκης: - Και τι της είπες;
Λάκης: - Ε, ότι είχα δουλειά...
Ο Λάκης είναι τρόμπαξ.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
μλκ, mlk
Σύντμηση του μαλάκας, στον –online κυρίως– γραπτό λόγο. Χρησιμοποιείται περισσότερο ως φιλική προσφώνηση και με λατινικούς χαρακτήρες (greeklish) (mlk).
ασε ρε μλκ που της το ειπες αυτο lol!!!11
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Από το τα λέμε και τα lebel. Χαιρετισμός που σημαίνει σκέτο τα λέμε, αλλά πιο κουλ.
- Την κάνω φίλε...
- Τα λέμπελ...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Από το κομπλέ + μπλέντερ. Συνώνυμο του κομπλέ.
Όταν βράσει, το σβήνεις με κρασί, ρίχνεις και το αλατοπίπερο και είναι κομπλέντερ...
βλ. και κομπλεδόν.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Εκ του αγγλικού newbie. Ο «νέος» και άρα περιορισμένων ικανοτήτων σε κάποιο αντικείμενο, κυρίως βιντεοπαίγνιο.
Βαρέθηκα να παίζω με σας τους νιούμπηδες πια. Δεν έχει και πολύ ενδιαφέρον πλέον... Neeeext;
Και νουμπάς.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο βρωμιάρης, που μυρίζει τυρίλες.
- Βρωμάς, ρε τυροβρωμίκουλα. Κάνε κάνα μπάνιο επιτέλους!
Βλ. και: ασβός, ο, βρωμέας, ο, βρωμύλος, λερέτης, λεχρίτης, λιμοξίφτερος, μπιχλάντεν, μπίχλερμαν, ο, μπόχας, Πασχάλης, χλέμπουρας, τυρί, τυρί, το, κεφαλοτύρι
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο δυσκίνητος και κατ' επέκταση άχρηστος παίχτης. Λέγεται και πάλτουρας.
Τι να κάνετε έξω ρε με τα παλτά που 'χετε μαζέψει στην ομάδα!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο έχων έναν τον όρχι.
- Κι εκεί που έπαιζε μπάσκετ, του στρίβει το ένα αρχίδι, και τελικά του το κόψανε με εγχείρηση...
- Τι λε ρε παιδί μου... μονάρχης δηλαδή ε...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Βλ. και πεπόνιας
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!