Άνθρωπος θηλυκού γένους, σταρχιδιστής και με παντελή έλλειψη της σύλληψης «υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι σε αυτόν τον κόσμο» που κυκλοφορεί με ομπρέλα την ώρα της βροχής και την κρατάει με τόσο απρόσεκτο τρόπο που στο διάβα του βγάζει μάτια περαστικών, σκίζει τα ρούχα τους, χαρακώνει τα πρόσωπά τους κλπ κλπ

- Σας παρακαλώ αγοράστε ένα στυλό, είμαι άνεργη και ο άντρας μου είναι τυφλός από τότε που τον τραυμάτισε μία ομπρελοφόνισσα, ο θεός να σας έχει καλά, ευχαριστώ, ένα στυλό ένα ευρώ!

(από provato, 31/01/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που έχει, ή θεωρεί ότι έχει, ειδικές γνώσεις επί κάποιου θέματος και με αφορμή αυτές είναι όλο ιδιοτροπία και δυσκολία στην συμπεριφορά. Συνήθως, δε,το θέμα που κατέχει ένας κονεσέρης είναι είναι εντελώς ασήμαντο (ποια είναι τα καλά μανιτάρια για να στολίσεις τούρτα π.χ.).

Η επιμονή του να κυνηγάει αυτά που η «γνώση» του υπαγορεύει έχει σαν αποτέλεσμα να σπάει τα νεύρα όλων.

5 ταβέρνες βρήκαμε ανοιχτές, καμία δεν άρεσε στον μαλάκα τον κονεσέρη. «Αυτή δεν έχει καλό γύρο, αυτή έχει άθλιες σαλάτες, εδώ το σέρβις είναι κακό». Τελικά, φάγαμε τσιπς γιατί πήγε αργά και τα εστιατόρια κλείσανε.

Η Έλλη θέλει σκότωμα με δίκοπο μαχαίρι,  που άφησε τον άντρα της και πήρε κονοσέρη... (από HODJAS, 05/10/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σεξουαλική πράξη που γίνεται με χαλαρή διάθεση από τους εμπλεκόμενους και χωρίς δεσμεύσεις και υποχρεώσεις.

Επειδή το σεξάκοι δεν σέρνει από πίσω θέματα τύπου «μ' αγαπά», «τώρα τα έχουμε ή όχι» και γίνεται με ξεκάθαρο κίνητρο (να μαζευτούν τα χοντρά) και χωρίς υποσχέσεις συνήθως είναι σούπερ επιτυχημένο.

Με έχει κουράσει το μονογαμικό σεξ. Πάω στο Γκάζι και ελπίζω να γνωρίσω κανένα ωραίο παιδί να κάνουμε σεξάκοι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

ρισπέκ, ρισπέκτ, ρησπέκτ

Χρησιμοποιείται σαν ουσιαστικό μόνο (όχι σαν ρήμα) για να δηλώσει τον σεβασμό του χρήστη του προς κάποιον ή κάτι.

  1. Ο Φανούρης είναι πολύ καλός στο σεξ. Και έχει και απίστευτη διάρκεια! Ρησπέκτ!

  2. Είδα την νέα ταινία του Τάκη Βουγιουκλάκη. Ρησπέκτ.

  3. Έσκισες πάλι στην παρουσίαση. Ρησπέκτ.

  4. Διάβασα το βιβλίο σου. Ρησπέκτ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο λαίμαργος άνθρωπος, που τρώει βιαστικά και αχόρταγα. Αυτός που κάνει το φαγητό του μία χαψιά και μετά θέλει κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο.

3 φορές μου ζήτησε να του ξαναγεμίσω το πιάτο ο γλούπος. Έφαγε το μισό παστίτσιο, και εμείς ακόμα στην πρώτη μπουκιά ήμασταν. Ασταδγιάλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο του «πάτος», «κωλοτρυπίδα». Χρησιμοποιείται και μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά.

  1. Άμα ξαναργήσεις θα σου σκίσω το πατούρι. Δεν είμαι μαλάκας να σε περιμένω με τις ώρες.

  2. Κατά την διάρκεια οθωμανικού σεξ: «Έχεις πολύ στενό πατούρι, την έχω καταβρεί μαζί σου».

  3. Έχω πήξει στην δουλειά αυτήν την βδομάδα. Μου 'χει ματώσει το πατούρι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γυναίκα που κάνει παρέα μόνο με gays, από τους οποίους σχεδόν αποκλειστικά περιτριγυρίζεται. Συνήθως είναι χοντρή, όχι όμορφη και με υποτονική ερωτική ζωή (to put it mildly) και λειτουργεί ως μητρική φιγούρα για πολλούς από τους gay φίλους της που βλέπουν σε αυτή μία σύμβουλο / εξομολόγο / σύντροφο στο κουτσομπολιό.

Βάλε μέσα στην καρδιά σου την αδελφομάνα
και θα νιώσεις κάθε είδους μεγαλείο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο του «αδελφή», «ντιγκιντάγκα». Ομοφυλόφιλος. Απαξιωτικό και χιουμοριστικό.

«Πάμε στο gay parade να χαζέψουμε κανέναν κουδουνίστρα; It's gonna be fun» είπε ο Φανούρης και αμέσως κέρδισε ομόφωνα το βραβείο Μίστερ Υφήλιος Ομοφοβικός 2007

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άνθρωπος εφηβικής ηλικίας που δίνει έντονα την αίσθηση ότι όταν γίνει ενεργός σεξουαλικά θα γίνει γκέης.

Ο Γιώργος ήταν φοβερό πουστάκι μικρός. Πώς έγινε τόσο μουνάκιας μεγαλώνοντας, είναι απορίας άξιο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξαφνική, συνήθως, μεταβολή της ψυχικής διάθεσης προς το χειρότερο.

Ήμουν μία χαρά όλη μέρα, τι ήθελα και έκατσα να δω ειδήσεις, έπαθα φοβερό νταούνιασμα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία