Απαξιωτικός, υποτιμητικός και μειωτικός χαρακτηρισμός που απευθύνεται ή χαρακτηρίζει πρόσωπα του στενού ή ευρύτερου περιβάλλοντος, χάριν αστεϊσμού, πειράγματος ή εμπαιγμού.

Κυριολεκτικά ο όρος δεν σημαίνει κάτι συγκεκριμένο. Μπορεί άφοβα και χαλαρά να χρησιμοποιηθεί σε χαβαλεδο-αντροπαρέες νεαρών.

Συνώνυμα χλεχλές, κασόμπρα, φιρφιρής, μαλάκας κλπ

  1. Άντε ρε παλιομαγλύφα. Κάτσε φρόνιμα, τι ειν' αυτά που λες πάλι!

  2. Α τον παλιομαγλύφα! Τι μαλακία έκανε πάλι;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιώ βαριά (βαρύτερη του αναμενόμενου) ύβρι η υβριστική έκφραση.

Δηλαδή παρακάμπτω τη sequence ενός τυπικού υβρεο-φρασεολογικού πινγκ-πονγκ.

'Η, αλλιώς, ξεκινώ τον καυγά με γκολ απ' τα αποδυτήρια, πριν ακόμα εκδηλωθεί σαφής διάθεση φιλονικίας.

Η φράση ακούγεται ιδιαίτερα στη περιοχή της Αχαΐας.

  1. - Σταμάτα τις μαλακίες, μη σου πω την τελευταία πρώτη.

  2. - Τι το 'πες τούτο πάλι τώρα; Μας είπες την τελευταία πρώτη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η έκφραση απευθύνεται σε μοσχαναθρεμμένους, δηλαδή σε άτομα χωρίς εμπειρία ζωής, χωρίς επίγνωση δυσκολιών, ασθενειών, φτώχειας και γενικότερα δύσκολων καταστάσεων.

Κατά κυριολεξία, το τομάρι ενός ζώου είναι ολόκληρο το δέρμα του, για το οποίο η επιστήμη της βιολογίας δεν έχει αποφανθεί τελεσίδικα για τις γνωστικές και γνωσιολογικές του ικανότητες.

Όμως το τομάρι ενός εκάστου, ως αδιάψευστος και αεί παρών μάρτυρας, γνωρίζει καλύτερα απ' οποιονδήποτε άλλο, καταγράφοντας σαν κρυφή κάμερα τις προσωπικές δυσκολίες και κακουχίες που έχει υποστεί και αντεπεξέλθει.

- Καλέ Βαγγέλη, είδες πώς αντέχει ο σκύλος χωρίς ρούχα, στη παγωνιά του χειμώνα;
- Χμ ...το τομάρι του το ξέρει.

(από iwn, 30/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ιδιαίτερα ευμεγέθες και ντούρο πέος.

Ο κέφαλος, το κεφαλόπουλο (Liza aurata), είναι ο γνωστός ιχθύς που παραπέμπει σε μέγεθος και σχήμα τρανού, παχιού φαλού.

Το νύχι σημειολογεί σκληρότερη επιφάνεια, αιχμηρή άκρη με δυνατότητα ξυστριού που σκαλίζει, ξύνει, διεγείρει, ερεθίζει (κι απλουστεύει τη ζωή), αλλά και μια επιθετικότητα αιλουροειδούς η ένα brutality Γκοντζίλα, συνεπώς έναν κάτοχο αρκούντως νταβραντισμένο, ορμητικό και ασυγκράτητο.

Από το απαγορευμένο άσμα Η Βαρβάρα (1936) του Παναγιώτη Τούντα που τραγούδησε ο Στελλάκης Περπινιάδης, και φυσικά ταλαιπωρήθηκαν απο τη δικτατορία του Μεταξά.

Παρέλκει να διευκρινιστεί, ως ευκόλως εννοούμενη, η σημασία του καλαθιού της Βαρβάρας του άσματος, όπου τοποθετείται η σπαρταριστή ψαρούκλα.

  1. Από περιγραφή τσοντοταινίας:
    - Και αμολάει ενα πράγμα, δε σου λέω τίποτα. Κέφαλος με νύχι.

  2. Η Βαρβάρα

Η Βαρβάρα κάθε βράδυ στη Γλυφάδα ξενυχτάει
και ψαρεύει τα λαβράκια, κεφαλόπουλα, μαυράκια
Το καλάμι της στο χέρι, κι όλη νύχτα στο καρτέρι
περιμένει να τσιμπήσει το καλάμι να κουνήσει

Ένας κέφαλος βαρβάτος, όμορφος και κοτσονάτος
της Βαρβάρας το τσιμπάει, το καλάμι της κουνάει
Μα η Βαρβάρα δεν τα χάνει τον αγκίστρωσε τον πιάνει
τον κρατά στα δυο της χέρια και λιγώνεται στα γέλια

Κοίταξε μωρή Βαρβάρα, μη σου μείνει η λαχτάρα
τέτοιος κέφαλος με νύχι, δύσκολα να σου πετύχει
Βρε Βαρβάρα μη γλιστρήσει και στη θάλασσα βουτήξει
βάστα τον απ' το κεφάλι μη σου φύγει πίσω πάλι

Στο καλάθι της τον βάζει κι από την χαρά φωνάζει
έχω τέχνη έχω χάρη ν' αγκιστρώνω κάθε ψάρι
Για ένα κέφαλο θρεμμένο όλη νύχτα περιμένω
που θα 'ρθεί να μου τσιμπήσει το καλάμι να κουνήσει

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έτσι αποκαλείται στους κύκλους των μουσικών ο οργανοπαίκτης που παίζει γρήγορα και φιγουρατζίδικα τα πάντα για να εντυπωσιάσει, πλην όμως το παίξιμό του είναι ασαφές, μπερδεμένο, πρόχειρο, με πολλή Γαλλία, καλαμπόρτσικο, εκτός χρόνου και μέτρου και με πολλά λάθη. Συχνά τον συναντούμε να δουλεύει κανονικά σε πατάρια. Κατά κανόνα, άλλα όχι απαρέγκλιτα, παίρνει χαμηλό μεροκάματο. Δεν χαίρει εκτίμησης και υπόληψης (ένεκα παιξίματος) στους κύκλους των αξιοπρεπών μουσικών και θεωρείται παράδειγμα προς αποφυγή.

Ο κιθαρίστας ερώτηση:
- Καλά ρε συ, πήγατε και παίξατε σε κείνη τη δουλειά μ' αυτόν τον παπαρδέλα;
Ο τζαζμπανίστας απάντηση:
- Παπαρδέλας- ξεπαπαρδέλας η δουλειά βγήκε κανονικά και σηκώσαμε και χοντρή χαρτούρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατ' αρχήν είναι το γνωστό υγρό που επικαλύπτει για να γυαλίσει και να προστατεύσει έπιπλα, μουσικά όργανα, πατώματα, χρώματα αυτοκινήτων, πέτρα κλπ, κλπ.

Μεταφορικά ο αυστηρός, τυπολάτρης, ιδιότροπος, ιδιόρρυθμος, λεπτομερειακός, ισχυρογνώμων, άκαμπτος, εριστικός, κολλημένος κλπ, από το «κέρατο βερνικωμένο», που σημαίνει ακριβώς το ίδιο.

- Ωχ, σ αυτόν τον υπάλληλο έπεσες; Αυτός είναι κέρατο βερνικωμένο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άλλη μια γείωση. Απάντηση στο: - Μη φοβάσαι.

Σώζεται και ως:

- Φοβάσαι; - Όχι, σκιάζομαι.

- Μη φοβάσαι. - Δε φοβάμαι, μόνο που σκιάζομαι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο γυναικάς, τουρκική προέλευση, σημαίνει ακριβώς το ίδιο.

Επίσης πεφτοπηδίκουλας, καζανόβας.

- Κάτω τα χέρια σου από μένα γιατί έμαθα ότι είσαι μεγάλος ζαμπαράς.

(από iwn, 16/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άλλη μια γείωση. Απάντηση στο: - Ορίστε;

- Ορίστε; - Τον κώλο μου μυρίστε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βαρύτατη προσβλητική η απειλητική έκφραση που χρησιμοποιείται για κάποιον που ανακρίνεται και καταθέτει πράγματα που γνωρίζει κατόπιν βασανισμού.

Σημαίνει ότι κατέθεσε τα πάντα, εξωτερίκευσε όλα όσα γνώριζε ή έμαθε καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του μέχρι και τη βρεφική ηλικία του, (αν είναι δυνατόν), και, καθ' υπερβολή, έβγαλε από μέσα του μέχρι και το γάλα που θήλασε από τη μητέρα του. Δηλαδή, τα κατάθεσε όλα, τα μαρτύρησε όλα, τα ξέρασε όλα, τα πρόδωσε όλα.

Η φράση σήμερα πλέον, πέραν της αρχέγονης ερμηνείας, προσδιορίζει είτε γερό ξυλοδαρμό είτε έντονη ταλαιπωρία, λόγω του ξυλοδαρμού και της ταλαιπωρίας που περιεχέι ένας τυπικός βασανισμός.

Συχνά συγχέεται με το εκεί που φτύνουμε, δε γλείφουμε.

Συνώνυμο: εδώ θα φτύσεις αίμα.

  1. Μετά από τόσο ξύλο που έφαγε στο καρακόλι, τα ξέρασε όλα, έφτυσε και της μάνας του το γάλα.

  2. Θα σας περιμένουμε έξω από τη θύρα 4 , θα φτύσετε της μάνας σας το γάλα.

  3. Άσε Βούλα μου, χάλασε το ασανσέρ και ανέβηκα με τα πόδια στο 5ο, τι να σου πω, έφτυσα της μάνας μου το γάλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία