Η κοινή Φέτα, την οποία όλοι γνωρίζουμε με αυτό το όνομα, στην Β. Ελλάδα αποκαλείται αποκλειστικώς τυρί.

- Τι να έχει το τόστ;
- Εεεε... τυρί, γαλοπούλα... εεε... όχι φέτα... τυρί είπα!
- Ε τυρί έβαλα ρε φίλε!
- Φέτα είναι αυτό.
- Αυτό είναι τυρί. Το άλλο το κίτρινο είναι κασέρι. Λέγε τι θες;
- Να πάω στη μαμά μου που με καταλαβαίνει...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ξεφούσκωμα λάστιχου ποδηλάτου ή αυτοκινήτου. Η λέξη προέρχεται από τον ήχο που κάνει το λάστιχο όταν τρυπάει και χάνει αέρα. Χρησιμοποιείται κυρίως στη Β. Ελλάδα.

- Ρε συ! Κανε λίγο στην άκρη. Κοίτα την πίσω ρόδα.
- Τι ρε μαν;
- Μαλάκα έπαθες φούιτ!
- Πωωωω...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το πουλί μου. Μάλλον κρατάει από Λάρισα μεριά. Λέγεται είτε χαριτολογώντας σαν αντικατάσταση της προσφώνησης «πουλί μου» ή «πουλάκι μου», είτε πιο χυδαία σαν αντικατάστατο του γενετήσιου μορίου.

Το λένε πιο συχνά οι γιαγιάδες στα εγγονάκια τους, οι κοπέλες σε φίλους / φίλες, αλλά και οι σταρχιδιστές για όλους.

  1. - Έλα πλιμ να φας το αχλαδάκι που σου καθάρισα. - Άσε με ρε γιαγιά, έχω ήδη φάει 2 κοτόπουλα, μισή κατσαρόλα πατάτες, 3 χωριάτικες, 1 τζατζίκι, 4 τυριά, μισό καρπούζι, 2μισυ πεπόνια, μία γαβάθα μανταρίνια και 9 κάστανα.
    - Στην ανάπτυξη είσαι πλιμ. Πώς θα μεγαλώσεις αν δεν τρως;
    - 23 χρονών είμαι ρε γιαγιά.

  2. (σχόλιο κάτω από φωτογραφία στο facebook μίας κολλητής στην άλλη):
    - Α ώστε έτσι πλιμ! Εσύ έκανες τα μπανάκια σου ωραία και καλά, κι εγώ δούλευα στο γραφείο... Σε μισωωωώ!

  3. (σχόλιο από blog)
    - Ρε δεν γαμιέστε όλοι; Ένα έχω να πω εγώ... ΤΟ ΠΛΙΜ!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χτυπάω την μπάλα κάτω και αυτή αναπηδάει. Τριπλάρω. Συναντάται κυρίως στην Κρήτη όπου οι μπασκετμπολίστες «μπιστάνε» τη μπάλα. Επίσης πριν από κάθε φιλικό αγώνα ποδοσφαίρου ακούγεται η φράση: «μπιστάει τρεις!», φράση που σημαίνει ότι η μπάλα θα αναπηδήσει 3 φορές χωρίς κανείς να την ακουμπήσει μέχρι την τρίτη αναπήδησή της.

Άλλος ορισμός είναι ότι θα σε πετάξω κάτω. Θα σε δείρω. Συνοδεύεται κυρίως από το πρόθεμα κωλό-, που κάνει την έκφραση ακόμα πιο σκληρή.

  1. - Ρε τον είδες τον ψηλάγκουρα; Πρώτα έκανε βήμα και μετά μπίστηξε τη μπάλα. Βήηηηματα ρεεε!

  2. - Λοιπόν παίδες έτοιμοι; Άντε δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλο. Λοιπόν ξεκινάμε! Μπιστάει τρείς..

  3. - Μαλάκα κάτσε ήρεμα γιατί θα σε μπιστήξω κάτω.
    - Θα μου κλάσεις..
    - Θα σε κωλομπιστήξω λέμε....

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πρόσθεση σιλικόνης στο γυναικείο στήθος. Από το σιλικονίτσα. Χρησιμοποιείται ως πιο κομψός όρος όταν θέλουμε να ρωτήσουμε με τρόπο αν η συνομιλήτριά μας έχει κάνει προσθετική στήθους.

- Κονίτσα;
- Τι κονίτσα;
- Σιλικονίτσα;
- Όχι παιδί μου! Κληρονομικό χάρισμα. Όλες στην οικογένεια έτσι είμαστε.

δείτε το video που ακολουθεί.

(από john386, 24/05/09)

βλ. και κονάτο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φοβάμαι. Χέζομαι από το φόβο μου. Μάλλον βγήκε από τον ήχο «τριτς» (;) που κάνει ο κώλος όταν χέζει.

Χτες το βράδυ άκουσα έναν ήχο από κάτω αλλά δεν κατέβηκα να δω. Τριτσοκώλιασα άσχημα.

Τριστοκωλιάζοντας στο "Πάρκο Αντώνης Τρίτσης" (από Vrastaman, 23/05/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατουράω στα Κρητικά.

Συνηρημένο. Χρησιμοποιείται συνήθως από τα παιδάκια αλλά όχι απαραίτητα. Αλησμόνητη η ερώτηση προς τη δασκάλα στα κρητικά δημοτικά σχολεία: «Κυρία, κυρία! Να πάω να τσιρήσω

Το αποτέλεσμα του τσιράω λέγεται χαϊδευτικά τσιρί.

  1. - Κάνε λίγο στην άκρη να τσιρήσω.
    - Εδώ στην εθνική;
    - Ε τι να κάνω; Αφού γέμισε το ποτηράκι από το προηγούμενο τσιρί μου.

  2. - Μαλάκα μόλις μπω σπίτι θα τσιρήηηηηησωωωωω...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γυναίκα η οποία έχει λίγα κιλά παραπάνω, ανεξαρτήτως ύψους. Η ευσωμούλα.

- Τι έλεγε η φίλη της; Καλή;
- Καλή ρε συ... Λίγο βουζελάκι, αλλά εσένα θα σου αρέσει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα γυναικεία στήθη όλων των μεγεθών. Κάποιοι τα αποκαλούν και φουσκόνια.

  1. «Παραδεξου το, θα ηθελες ανετα να εισαι σαν εκεινους τους παπουληδες πριν καποια χρονια που φαγανε και το τελευταιο ευρω των κοπων τους στα Ρωσσιδια. Τουλαχιστον πεθαναν αναμεσα σε 2 ζουμερα στητα φουσκουνια

(από post στο forum του insomnia.gr)

  1. - Έβαλε μία μίνι φούστα, κόκκινες γόβες, πέταξε έξω τα φουσκούνια της και πήγε αποφασισμένη να περάσει τις εξετάσεις.
    - Τι εξετάσεις;
    - Αίματος. Εκεί κόλλησες εσύ ρε γκέουλα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση που την χρησιμοποιούμε με έκσταση όταν συμφωνούμε 100% με τον συνομιλητή μας, αλλά και πιο ήπια όταν θέλουμε να δηλώσουμε ότι αυτός έρχεται στα λόγια μας.

Ειδικά στη φράση «Α μπράβο!» τείνουμε συχνά να τονίζουμε το «μ» και να ακούγεται «Αμμμμπράβο».

Έχει παρατηρηθεί ότι στη Β. Ελλάδα λένε «Α να γεια σου!» και «Α να μπράβο!» αντίστοιχα.

- Ρε τελικά σαν τις Σουηδέζες, δεν υπάρχουν!
- Α μπράβο... Σ' τά 'λεγα εγώ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία