Παίχτης ποδοσφαίρου του οποίου το κύριο χαρακτηριστικό είναι ότι, με την παραμικρή (ή πολλάκις και ανύπαρκτη) αφορμή, πέφτει στο χόρτο, με απώτερο σκοπό να αποσπάσει πέτσινο φάουλ, πέναλτυ, έμμεσο κτλ ανάλογα τη γκαβομάρα (ή μεροληψία) του άρχοντα του αγώνα (βλ. διαιτητής). Η λέξη κάνει και ρίμα παίχτης-πέφτης, κάτι που συντελεί στη βιωσιμότητά της. Η πτώση σχεδόν πάντα συνοδεύεται από θετρινισμούς ντεμέκ, «με σκότωσε», «με σακάτεψε», όπερ σημαίνει καλός πέφτης ίσον και καλός ηθοποιός.

- Σφύρα το ρε κοράκι. Δε βλέπεις που τον σακάτεψε; Σφαδάζει ο άνθρωπος!!!
- Τι να το δώσει ρε μεγάλε; Λες και δεν τον ξέρουμε τον καραγκούνη. Μεγάλος πέφτης!

Kαραγκούνης σε ύπτιο (από allivegp, 03/08/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για slang στιχομυθία, συνέχεια του λήμματος τιγκανά.

Το αντερσον αποτελεί πρόταση, τύπου άντε να την κάνουμε σγα-σγα, ενώ το γκούσταφσον, απάντηση του γουστάρω, άραξε ακόμα λίγο. Αμφότερες οι λέξεις, επίθετα ποδοσφαιριστών με ενεργή παρουσία στα ελληνικά ποδοσφαιρικά δρώμενα

Σχετικά λήμματα Τιγκανά Τιμούρ (και) Κετσπάγια, Τομπούλογλου.

- Μεγάλε τιγκανά; Άντερσον;

- Άραξε λίγο ρε μεγάλε. Γκούσταφσον!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση η οποία δηλώνει ότι κάποιος κάνει με το μυαλό του πανηγύρια, δεν «πατάει» καλά στα μυαλά του, λασκάρισε κ.τ.λ.

Ο φέρων αυτή την ιδιότητα αδυνατεί να επικοινωνήσει με τη πραγματικότητα, αδυνατεί να συμβαδίσει με την κοινή λογική και γενικά απέχει παρασάγγας από την κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά και σκέψη.

Ως γνωστόν μπαϊράμι είναι μουσουλμανική εορτή διάρκειας πολλών (μεγάλο μπαϊράμι) ή λιγότερων ημερών (μικρό μπαϊράμι). Ίσως και γι’ αυτό να συναντάται σε περιοχές με έντονο μουσουλμανικό στοιχείο (Ξανθη κ.τ.λ.), αλλά παρεισέφρησε και σε άλλες περιοχές (Θεσ/νίκη).

Συνώνυμα: αγγελοκρουσμένος, αλαφροΐσκιωτος, νεραϊδογλειμμένος, «αψήλωσε ο νους του» (Καζαντζάκης).

  1. - Τι θα γίνει ρε παιδιά με τον Θωμά; Ολημερίς αραδιάζει κάτι ιστορίες για τους Ελωχίμ, Μουσελίν και τέτοιες παπαριές.
    - Άστα πουρέδιασε με τον Λιακόπουλο και τα ‘χασε. Το είχε που το είχε το μπαϊράμι στο μυαλό, τώρα χέσ’ τα...

  2. -Θα παίξουμε κανα ταβλάκι;
    -Αφού αύριο δίνουμε ρε μαλάκα! Καλά ε, εσύ έχεις μπαϊράμι στο μυαλό!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η σέσουλα στα γιούφτικα.

Γεωργικό εργαλείο, ίδιο στη μορφή με τη γνωστή σέσουλα που χρησιμοποιείται στα καζίνο από τον γκρουπιέρη για να μαζεύει τις μάρκες, αλλά μεγαλύτερο σε διαστάσεις το οποίο χρησιμοποιείται για τη δημιουργία σωρού ή άπλωμα γεωργικού προϊόντος π.χ σιταριού, ή για τον καθαρισμό στάβλων από ακαθαρσίες και περιττώματα.

- Ίτσιο (ο Χρήστος στα γιούφτικα), σκίστηκε το τσουβάλι και με χύθηκε το κριθάρι.Τι κάνουμε τώρα;
- Άκου ερώτηση. Πιάσε το σεμστερέκι και μάζεψτο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση η οποία προκύπτει από την ενστικτώδη διάγνωση ότι τα υγρά του αντικειμένου του πόθου διακρίνονται από την γλυκιά τους γεύση, την ωραία μυρωδιά και ενδεχομένως από θεραπευτικές ιδιότητες. Παίζει επίσης και η προσμονή της αγιοσύνης μετά την κατάποση, ιδιότητα που, αν και αποδίδεται από την εκκλησία στην μαυροδάφνη, εντούτοις και άλλες ουσίες την διεκδικούν.

Τυχόν ταύτιση του λήμματος με την πασίγνωστη έκφραση: «Σφάξε με αγά μου να αγιάσω» είναι υπό συζήτηση.

-Πω ρε μάγκα τι κόμματος είναι τούτος;
-Πού ρε συ;
-Να πίσω σου. Χύσε πασά μου να μεταλάβω!!!

(από Khan, 28/01/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ανατινάζω, κάνω κάτι να εκραγεί, κάνω κάτι να σκάσει. Κάνω μια οποιαδήποτε μια ενέργεια που προκαλεί θόρυβο.

Τοπικός ιδιωματισμός της Μακεδονίας.

- Θα σε βάξω καμιά κροτίδα να σκιαχτείς.

- Βούτηξε στο ποτάμι, αλλά ήταν ρηχό κι έβαξε στις πέτρες.

- Στη βάξω τη μπάτσα α σε κουνηθεί το μυαλό.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη, η οποία γεννήθηκε, μεσ' στους κόλπους του σλανγκοσάιτ από λεξιπλαστική φρενίτιδα του γράφοντος και η οποία, ναι μεν ηχομιμείται θεσπέσια το θεσπέσιο, αλλά επιπλέον εμπεριέχει και το σπεκ. Μ' ένα σμπάρο, διολημμήδης!

πλεονάζει

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όπως είναι ολόκληρο το τσαμπί με τα σταφύλια, το διαχωρίζω στην πιο ''απλή'' μορφή του, στις ρώγες. Με λίγες ρώγες δλδ τα κάνω λιανά, τα κάνω φραγκοδίφραγκο, τα σπάω σε κέρματα, ώστε να με νιώσει ο συνομιλητής.

- Από αύριο κομμένες οι μαλακίες.
- Για κάντα ρώγες, να σε νιώσω.
- Προσέχουμε τι λέμε, που το λέμε(έχει και πολλά καρφιά ρε πστμ), πότε το λέμε κτλ... γιατί μας έχει βάλει στο μάτι η Στριμμενίδου, και μας βλέπω να τη χάνουμε τη χρονιά αμίγκο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έτσι αποκαλείται όποιος ρουφάει ψειρίζει τα ντουμάνια από αναμμένο γάρο παρακείμενης παρέας, ελλείψει δικής του ποσότητας ινδικής κάνναβης.

- Ρε μάγκες ασφαλίτης είναι αυτός;

- Μπα μη ψαρώνεις, για ντουμανόψειρα τον κόβω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία