Έκφραση βγαλμένη από σελίδα φβ.

Η απαξίωση μιας γκόμενας (συνήθως ψωνάρας) η οποία έχει τουπέ ή το παίζει ιστορία. Συνήθως το λέμε σε όσους/όσες είναι swag και είτε προσπαθούν να μας την πούνε, είτε τραβάνε ποζερίστηκες photos στο Φουμπού.

- Δεν ξέρεις με ποια μιλάς. Με μένα δεν παίζουνε αγοράκι μου. Έχω όποιον άντρα θέλω, όποτε θέλω.
- Άσε μας κουκλίτσα μου.

Το ξέρεις ότι με θέλουνε πολλοί και με παρακαλάνε στο FB; Εγώ περιμένω τον άντρα gentleman, να έρχεται να με παίρνει απ' το σπίτι και να με κερνάει.
- Άσε μας κουκλίτσα μου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του αγγλικού «laughing out loud» που σημαίνει «γελάω δυνατά». Η λέξη «lol» χρησιμοποιείται κυρίως στο chat για λόγους συντομογραφίας. Για να το κάνω πενηνταράκια να με νοήσετε, αντί ο συνομιλητής μας να γράψει «Χαχαχαχαχαχα» ή «ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧ» (ακόμα χειρότερα, αν τον άκουσαν οι γειτόνοι) γράφει ένα σκέτο «lol» ή «LOL» αντίστοιχα για χάρη συντομογραφίας. Ενίοτε το lol συνοδεύεται με ένα θαυμαστικό.

Φυσικά υπάρχει και μία μειοψηφία που χρησιμοποιεί το «lol» ακόμα και στον προφορικό λόγο ή σε περιπτώσεις όπου θέλει να γελάσει, αλλά επειδή βαριέται να κλάσει πετάει ένα «lol» και το αντισταθμίζει.

(Στο chat)
- jhasjdhjhgeasdasda
- Τι γράφεις μωρέ;
- Όπα sorry, ανέβηκε η γάτα μου στο πληκτρολόγιο
- LOL!

(Στον προφορικό λόγο)
- Της πήρα δώρο για του Αγίου Βαλεντίνου.
- Και που θα την πας να περάσετε καλά;
- Allou Fun Park.
- Lol ρε μαλάκα.

(από HardcoreGR, 20/02/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ιδρώνω τη φανέλα αλλά στον υπερθετικό βαθμό. Όρος δανειζόμενος από την ποδοσφαιρική αργκό των γηπέδων, κατά την οποία ο ποδοσφαιριστής ο οποίος θα παλέψει με δυνατά τάκλιν, σπρωξίματα, διεκδικήσεις για κεφαλιά κι όλα τα συναφή, είναι αυτός που τελικά θα ματώσει κυριολεκτικά, άρα θα έχει ματώσει και τη φανέλα του. Αντίθετα, αυτός που θα είναι «ατσαλάκωτος» θεωρείται ότι έχει συνήθως παθητικό ρόλο στην ομάδα του.

Στην καθομιλουμένη, το να ματώσει κάποιος τη φανέλα χρησιμοποιείται τόσο όταν αναφερόμαστε σε ποδοσφαιριστές που θα τα δώσουν όλα στο γήπεδο, όσο και σε εκείνους που θα προσπαθήσουν με το 100% των δυνατοτήτων τους στη δουλειά, στις γκόμενες και γενικά στους στόχους που θέτουν.

  1. - Βλέπω αυτά τα σαπάκια που έχουμε σήμερα για επίθεση και θυμάμαι τον Κριστόφ Βαζέχα. Μεγάλη μπάλα.
    - Πω ρε Γιάννη, τι μου θύμισες τώρα...τεράστια παικτούρα. Αυτός μάτωνε τη φανέλα για λίγα εκατομμύρια ευρώ, όχι σαν κάτι άλλους που έρχονται τώρα μόνο για τα ένσημα!

  2. - Τι κάνει αυτός; Έχει πάρει πρέφα ότι συμπλήρωσε 60 ώρες δουλειάς στο γραφείο αυτή τη βδομάδα; Τι θα γίνει, θα ξεκουβαλήσει να πάμε για καμιά μπύρα; Έφτασε η Παρασκευή.
    - Δεν υπάρχει ρε, μην ασχολείσαι. Ματώνει τη φανέλα το παλικάρι.

(από HardcoreGR, 30/12/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του «παικταράς». Χρησιμοποιείται κυρίως στο ποδόσφαιρο κι αναφέρεται στον παίκτη που ξέρει μπάλα υψηλού επιπέδου.

Αυτός ο Μέσι τι παικτούρα που είναι ρε Γιώργη; Την Κυριακή έκανε χατ-τρικ. Μόνος του τους έπαιζε, πήρε την ομάδα στην πλάτη του. Σακούλες μοίραζε σου λέω!

(από HardcoreGR, 30/12/12)(από HardcoreGR, 30/12/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του αγγλικού «pervert» που σημαίνει «διεστραμμένος», κατά κύριο λόγο με τη σεξουαλική έννοια.

- Τα έμαθα σήμερα για τον Δημήτρη και έφαγα φρίκη. 22 χρονών μαλάκας πήγε και πήδηξε το γυμνασιάκι.
- Είναι μεγάλο περβέρι. Την προηγούμενη εβδομάδα την πήρε παρτούζα με μια φίλη της.

- Αυτός ο Alexander Pistoletov που βγαίνει με την ψωλή έξω στο Internet την παλεύει καθόλου;
- Άσε, τον έχει ακουμπήσει σε όλα τα βίντεα. Μεγάλο περβέρι σου λέω.

(από HardcoreGR, 13/12/12)the Pervert\'s Guide  (από gaidouragathos, 14/12/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ΟΦΑ, ο ό,τι να 'ναι. Ο Μπαμπινιώτης στην λέξη κρόκος αναφέρει ότι σημαίνει: πολύ, υπέρ του δέοντος κιτρινιάρης. Εξού και κίτρινος τύπος, δηλαδή κροκότυπος.

(Αναφορές)

- Μωρή τα 'μαθες; Ο Γιώργος την έπεσε χθες σε μένα. Και σήμερα έμαθα ότι προχθές την είχε πέσει στη Λουίζα και σήμερα στη Βίκυ!
- Ε είναι λίγο κρόκος το παλικάρι, τι περιμένεις;

(από HardcoreGR, 05/09/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ξέκωλο, νεαρής ηλικίας.

- Ξεκωλάαακιιιιι μουυυυυυυυυ!
(ατάκα-copyright του φίλου μου του Λευτέρη, την οποία λέει όλο χαμόγελο)

(από HardcoreGR, 24/07/12)(από HardcoreGR, 24/07/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η βενζίνη εν συντομία. Από το: Βενζίνη -> Βενζίνα -> Τζίνα.

Ρε μαλάκα έχεις λεφτά για τζίνα; Γιατί το κόβω να αδειάζει. Αν είναι να τσοντάρω κάνα ψιλό.

Adriano Celentano - Svalutation (από allivegp, 15/07/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του «ψιλά». Προσδιορίζει τα μικρά χρηματικά ποσά που δίνονται, συνήθως σε κέρματα.

Ρε φιλαράκι, παίζει κάνα ψιλό να πάρω ζουζού;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Χρησιμοποιείται στις παρακάτω περιπτώσεις:

  1. Το «γαμάω και δέρνω» κάποια σε πιο light εκδοχή. Το λέει συνήθως ο άντρας στη γυναίκα χωρίς να αποκλείεται και το ανάποδο.

  2. Όταν θέλουμε να σπάσουμε κάποιον στο ξύλο.

  3. Όταν αναλύουμε μια κατάσταση και εξετάζουμε την επόμενή μας απόφαση.

- Τάκη, σου αρέσει το νέο κόκκινο μαγιώ που πήρα; Να, κοίτα...
- Άμα θα σε βάλω κάτω...τώρα θα δεις!

- Δε το βλέπεις το Stop ρε μαλάκα να πατήσεις φρένο;
- Ποιον είπες «μαλάκα» ρε; Άμα έρθω εκεί, θα σε βάλω κάτω και θα σε γαμήσω πατώκορφα!

- Με έχει φάει η Μαίρη να πάρουμε ένα δεύτερο αυτοκίνητο να πηγαίνει στη δουλειά.
- Κοίτα, με μία δουλειά που κάνετε ο καθένας, με το νοίκι να τρέχει και τώρα με το παιδί, αν τα βάλεις κάτω δε θα σου βγούνε οι δόσεις, με τίποτα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία