Πακιστανός, Μπαγκλαντεσιανός, Ινδός και λοιποί.

Το επίθετο «πράσινος» προέρχεται από το γεγονός ότι οι παραπάνω φαίνονται φαιοπράσινοι υπό υπεριώδες φως (black light) σε νυχτερινά κέντρα.

Ο χαρακτηρισμός πιθανολογείται να προέρχεται από Έλληνες που ζουν / σπουδάζουν στο Ηνωμένο Βασίλειο.

- Κώστα, έχεις πάει στο νεό κλαμπάκι που άνοιξε στη George str; - Άσε φίλε, και μη μπεις στον κόπο, παίζει πολύ πρασινιά μέσα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Με πιάνει ακατάπαυστη διάρροια από τροφική δηλητηρίαση.

Κατά το ήμισυ πιθανολογείται ότι προέρχεαι από το όνομα του δρομέα Σπύρου Λούη μιας και ο δηλητηριασμένος τρέχει προς την τουαλέτα.

Χθες έφαγα βρώμικο έξω από το γήπεδο και με πήγε λούι-αίμα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο φαλακρός.

- Βλέπεις αυτόν τον φαλακρό κάτω από την ομπρέλα;
- Ποιον ρε; Τον εχθρό του κουρέα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απεριόριστες Δυνατότητες.

- Με έχει ξεσκίσει ο λοχαγός στα χωσίματα!
- Αφου ρε μάπα πήγες κι εσύ και είπες οτι είσαι για όλα: βαψίματα, χτισίματα, ηλεκτρολογικά. Αυτοδηλώθηκες Α.Δ. φίλε μου, τώρα είναι αργά...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η νήσος Σάμος. Χρησιμοποιείται από στρατιώτες κυρίως.

- Μου ήρθε χαρτί για μετάθεση.
- Για πού είσαι; - Ανγκόλα, σε δύο μέρες φεύγω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραπληγικός, σακατεμένος. Χρησιμοποιείται συνήθως για περιγραφή ατόμων μετά από ατύχημα με μηχανάκι.

- Πώς πάει έτσι αυτός ρε συ, σαn το πολύσπαστο;
- Ποιος ρε; Άσε, στούκαρε σε μια κολώνα σουρωμένος, είναι θαύμα που περπατάει...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φεύγω ακριβώς στην ώρα μου στο τέλος της εργασιακής ημέρας. Παρομοιάζει δρομείς στίβου που ξεκινούν με το άκουσμα του πιστολιού.

- Έφυγε ο Γιώργος;
- Ναι ρε 'συ, πήγε 17:02. Αφού ξέρεις ό,τι το πιστολιάζει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χειριστής Ελαστικής Λέμβου

- Τί ειδικότητα σου ήρθε ρε σκαπανέα; - ΧΕΛίστας μου ήρθε. - Θα σε φάει η αρμύρα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κοιτάω ψηλά, στα πρέκια, συνήθως σε στάση προσοχής.

Χρησιμοποιείται κυρίως στις ένοπλες δυνάμεις, όταν οι στρατεύσιμοι είναι ήδη σε στάση προσοχής.

Κωλόψαρα, προσοχή, στην τέντα όλοι. Στο ένα θα κοιτάτε μόλις με βλέπετε! Μη δω κανέναν να ρίχνει βλέμμα κάτω τη βάψατε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

'Άνθρωπος που βρίσκεται σε χαμηλό πολιτιστικό επίπεδο, ιδίως από άποψη οικονομική, κοινωνική ή πνευματική. Συν.: αγενής, άξεστος. Αυτός που συμπεριφέρεται με τους νόμους της ζούγκλας.

Χρησιμοποιείται επίσης στις ένοπλες δυνάμεις για χαρακτηρισμό μη προβλεπόμενου στρατεύσιμου.

Λοχίας: Λοιπόν ακούστε κωλόψαρα, μη μου ξαναπαρουσιαστείτε αγυάλιστοι σα ζουγκλαίοι. Σας πήρε και σας σήκωσε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία