Ο πολύ παραγωγικός και αποτελεσματικός εργάτης ή ο εργάτης που εισάγει μια καινούργια μέθοδο ("νόρμα") που εκτοξεύει την παραγωγή. Η λέξη προέρχεται από τον Αλεξέι Σταχάνοφ, σοβιετικό εργάτη ορυχείου κατά τη δεκαετία του '30, που ξεκίνησε το ομώνυμο κίνημα. Πιο συχνά ο όρος απαντάται ως σταχανοβίτης αλλά κάποιες φορές ως σταχανοφικός. Ξεκίνησε ως κουκουσλάνγκ αλλά πλέον χρησιμοποιείται ευρύτερα.

1) Δουλεύει από το πρωί έως το βράδυ σαν τον σταχανοβίτη, μυρμήγκι αθόρυβο κι ακούραστο (από εδώ)
2) «Άμα λευτερωθούμε Πίδα, θα πάμε στον Πειραιά να δουλέψουμε μαζί στο εργοστάσιο, θα φκιάνουμε τραχτέρ να οργώνουν τη γης, καράβια που θα ταξιδεύουν ως την άκρη του κόσμου, αεροπλάνα, παιχνίδια για τα παιδάκια, πολυθρόνες για τους γέρους. Θα γίνουμε σταχανοφικοί. Γιατί να μη γίνουμε; Όλα δικά μας θάναι», Κώστα Μπόση, "Εμείς θα νικήσουμε", 1953, Νέα Ελλάδα
3) Χθες τρεις ώρες προσπαθούσαμε να στήσουμε το κρεβάτι μέχρι να έρθει ο σταχανοβίτης ο Κώστας να μας βάλει σε σειρά

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ρωσική λέξη λατινικής ρίζας που ανάμεσα σε άλλες (προπαγάνδα, ιντελιγκέντσια, αγκιτάτσια, προβοκάτσια) πέρασε στην ελληνική πολιτική σλανγκ, ιδιαίτερα στην κουκουσλάνγκ. Κοοπτάτσια ή κοπτάτσια υπάρχει όταν ένα αρχηγικό στέλεχος κατ' εξαίρεση δεν εκλέχθηκε από τα μέλη στη θέση αυτή, αλλά διορίστηκε απ' ευθείας από ανώτερο όργανο.

1) Ο Ζαχαριάδης έφτασε στην Ελλάδα το 1931 και έγινε ΓΓ με κοοπτάτσια της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
2) Υπό συνθήκες παρανομίας τα όργανα δεν μπορούσαν να εκλεγούν και έμπαιναν με κοοπτάτσια μόνο.
3) Πότε διαλέξαμε εμείς τον βασιλιά; Με κοοπτάτσια δεν τον φέρανε;

Ορισμένες φορές η λέξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά και εκτός πολιτικής σλανγκ για να δηλώσει τον φυτευτό, κάποιον, δηλαδή, που τίθεται σε θέση ευθύνης χωρίς να έχει επιλεχθεί από τους υφισταμένους του.

1) - Άσε το αφεντικό μας έβαλε έναν καινούργιο προϊστάμενο πολύ μαλάκα και μας έχει πρήξει...
- Ποιος είναι αυτός;
- Δεν τον ξέραμε, τώρα ήρθε, με κοοπτάτσια.
2) - Και γιατί παρακαλώ να οδηγήσεις εσύ; Μας ρώτησες;
- Όχι δεν σας ρώτησα, θα οδηγήσω με κοοπτάτσια του μπαμπά μου που έχει το αυτοκίνητο. Γκέγκε;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αρνητικός χαρακτηρισμός που συνδυάζει τους χαρακτηρισμούς ξινή και καριόλα. Ξινιόλα είναι η γυναίκα που συγκεντρώνει στο πρόσωπό της παράλληλα ξινίλα και δηθενιά με συμπεριφορά καριόλας. Ο συγκεκριμένος τύπος είναι πιο ύπουλος από την καριόλα, αφού δρα πιο κεκαλυμμένα. Εξωτερικά αναγνωρίζεται από την έφεση στο να ξινίζει την μούρη.

1) Νομίζω η Μάρα παίρνει άνετα το βραβείο της ξινιόλας... Μαλάκα το παίζει φίλη μας και μας σκάβει το λάκκο...
2) - Μα γιατί δεν τη συμπαθείς τη Γεωργία;;
- Έλα ρε είναι ξινιόλα η τύπισσα. Όλη τη μέρα μας μίλησε μόνο και μόνο για να μας πει πόσο ανώτερη είναι από εμάς...

Σχετικά: ξινός, ξινομούνα, ξινίχλας, ξινομουνίαση, ξινόπουστα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σλανγκική διατύπωση που δηλώνει τον αναρχικό μηδενιστή. Συνήθως χρησιμοποιείται από άλλους πολιτικούς χώρους (μαζί με τους όρους μπάχαλοι, φρικιά), αλλά και από αναρχικούς άλλων αποχρώσεων. Αλλιώς λέγονται και νετσαγιεφικοί, από τον Ρώσο αρχιμηδένι Νετσάγιεφ.

  1. Όλα πήγαιναν καλά στην πορεία μέχρι που σκάσανε κάτι μηδένια και κάψανε ένα περίπτερο
  2. Μηδένια επιτέθηκαν σε συντρόφους στην Πάτρα (από εδώ)
  3. - Πρόσεξε σήμερα μπορεί να έρθουν καβλωμένα μηδένια..
    - Μα εγώ τα αγαπάω τα μηδένια... τα γλυκούλια με τις μολότοφ τους και τις φωτιές τους...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση που έχει κυκλοφορήσει στο ίντερνετ το τελευταίο διάστημα και αναφέρεται σε μια διαδεδομένη άποψη, ότι το Βέλγιο (ναι, η χώρα) στην πραγματικότητα δεν υφίσταται. Την άποψη έχουν συζητήσει και υιοθετήσει αρκετοί, όπως φαίνεται εδώ, εδώ και εδώ.

1)-Ταξιδάκι ετοιμάζεις;
-Ναι, θα πάμε Βέλγιο!
-Πού θα πάτε; Αφού δεν υπάρχει τέτοια χώρα..
2)-Περάσαμε από την Ολλανδία στη Γαλλία
-Α δηλαδή περάσατε από το Βέλγιο
-Χμμ, δεν θυμάμαι να υπήρχε κάποια χώρα ενδιάμεσα..

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλαιά αγροτοσλάνγκ. Δανεικαριά καλείται η μέθοδος αγροτικής συνεργασίας μεταξύ δύο αγροτών ή δύο ομάδων αγροτών, κατά την οποία συμφωνείται να δουλευτούν τα κτήματα και των δύο αγροτών από κοινού και τους δύο. Η συμφωνία έχει ξεκάθαρο σκοπό την αποφυγή εργατικού κόστους.

1) Σημερα θα μαζέψουμε τις ελιές σου και αύριο τις δικές μου. Θα το πάμε δανεικαριά. Είσαι μέσα;
2) Ευτυχώς με τη δανεικαριά μας βγαίνει φτηνότερα μάναμ'

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άκλιτο ουδέτερο (το καμός, του καμός κτλ). Σημαίνει και προέρχεται από παραφθορά του "ο χαμός". Αιτία της πλατιάς χρήσης της λέξης είναι το τραγούδι του μεγάλου Αλβανού ράπερ Ρόνο "Ποιος το κάνει το καμός", το οποίο και πέρασε τη λέξη στη λαϊκή κουλτούρα.

1) Σήμερα θα βγούμε με τα αλάνια για μπαρότσαρκα. Θα γίνει το καμός!
2) Έτσι και σε ξαναδώ να κλέβεις απ΄το πιάτο μου θα γίνει το καμός!
3) Θα παώ στο ΙΚΑ και αν πάλι δεν μου δεχθούν την αίτηση θα κάνω ένα καμός που θα τρέχουν να κρυφτούν

Σημειώνεται ότι συχνά η λέξη συνοδεύευται απο τη φράση "ποιος το κάνει το καμός"

1) Ποιός το κάνει το καμός; Ο Βαρουφάκης! (από εδώ)
2) Πήγα στις απόκριες ντυμένος Μπιν Λάντεν και όλοι έπαθαν! Ποιος το κάνει το καμός!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ευρείας χρήσης σλανγκική προσβόλα, της οποίας η ακριβής σημασία αμφισβητείται. Οι κυριότερες ερμηνείες με τις οποίες αυτή εμφανίζεται στο διαδίκτυο είναι οι εξής:
1) Ο άπλυτος, ο βρωμιάρης, ο άσχημος. Ενδεχομένως με ρατσιστική αναφορά από εδώ.
2) Ο άσχετος, ο άνιωθος, ο τυχαίος από εδώ
3) Ο κακομοίρης, ο κομπλεξικός από εδώ, κάντε ctrl+F

Αντίστοιχα παραδείγματα:

1)Πρέπει να παώ να αλλάξω ρούχα! Πώς θα πάω έξω έτσι σαν το ξεπλένι;
2)Θα κάνω καναδυό μήνες μαθήματα για να δώσω για το δίπλωμα, τώρα είμαι φουλ ξεπλένι!
3)Το ξεπλένι ο λοχίας, δεν του κάθεται η γυναίκα και γαμάει εμάς!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στη γυμναστηριακή σλανγκ, ο γυμναζόμενος δηλώνει με αυτή τη φράση ότι βρίσκεται σε αυτό το στάδιο του γυμναστικού προγράμματος, κατά το οποίο αυξάνεται ο μυϊκός όγκος.

  1. Σε βλέπω πολύ δυνατό, σφίχτερμαν κανονικός έχεις γίνει!
    - Εδώ και δύο μηνές φορτώνω κρέας. Το καλοκαίρι θα είμαι τζετ!
  2. Πόσο καιρό θα μου πάρει να φορτώσω κρέας;
    - Αναλόγως του πότε θα κόψεις τις πίτσες..

Ορισμένες φορές η φράση διατυπώνεται ως "φορτώνω καλό κρέας". Όπου "καλό κρέας" υποδηλώνεται ο μυϊκός όγκος σε αντιδιαστολή με το "κακό κρέας", που σημαίνει το λίπος.

  1. Δεν μου κάνει πια καμία μπλούζα, αλλά χαίρομαι γιατί έχω φορτώσει καλό κρέας!
  2. Πήγα διακοπές και έχω πέσει. Άσε... φόρτωσα και κακό κρέας... σκατά όλα, σου λέω..

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είδος συμμαθητή/συμφοιτητή που ευδοκιμεί στις εξεταστικές περιόδους. Πρόκειται για τον τύπο που συνεχώς κάνει προβλέψεις για το περιεχόμενο των θεμάτων που θα εξεταστούν και επαναλαμβάνει συχνά τη φράση "θα πέσει". Ο θαπεσάκιας πέφτει κατά κανόνα έξω στις προβλέψεις του αλλά αυτό δεν τον πτοεί στο να συνεχίσει την εκνευριστική του συνήθεια.

  1. -Διάβασες το κείμενο 46; Σοσάρα να ξέρεις, αυτό θα πέσει!
    -Άσε ρε θαπεσάκια της κακιάς ώρας, σε είδαμε και στην ιστορία πόσο μέσα έπεσες..
  2. Για να μην αγχωθείς την προηγούμενη μέρα των πανελληνίων απόφυγε την επαφή με τη μάνα σου και τους αμέτρητους θαπεσάκιες που θα σου την πέσουν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία