Οτιδήποτε είναι χάλια ποιοτικώς.
- Ωραία η ταινία που είδατε χτες;
- Μπααα... τρελή πίπα!! Μην κάνεις τον κόπο να τη δεις.
Οτιδήποτε είναι χάλια ποιοτικώς.
- Ωραία η ταινία που είδατε χτες;
- Μπααα... τρελή πίπα!! Μην κάνεις τον κόπο να τη δεις.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Η γραβάτα, που λόγω του σχήματος και της διεύθυνσής της παραπέμπει σε βέλος που δείχνει το πέος.
-Θα με βοηθήσεις να δέσω τη γραβάτα μου;
-Καλά 30 χρονών μαντράχαλος και δεν ξέρεις να τη δένεις;
-Ε δεν συνηθίζω να φοράω πεοδείκτες και μαλακίες...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Έκφραση που δηλώνει απαξίωση. Την χρησιμοποιούμε για κάτι το οποίο θεωρούμε ανόητο, τιποτένιο, ευτελές, ανυπόστατο, μαλακία, ψέμα, κτλ.
Από τη λέξη πίπα.
Μόνο στον πληθυντικό.
Συνώνυμα: πούτσες, πούτσες μπλε, μαλακίες, αρχίδια, κλπ.
Το ερώτημα είναι: θεωρούμε πράγματι την πίπα κάτι το ασήμαντο; Κι αν ναι, προς τι τότε τόση λύσσα για δαύτην; Αν όχι, γιατί παρομοιάζουμε κάτι το ασήμαντο με την πίπα; Είναι μήπως σύμφωνο με την λογική τού ότι η πίπα είναι μέρος (ταπεινό;) της ιεροτελεστίας του σεξ, και κατά ορισμένους δεν θεωρείται καν κέρατο, καθότι δεν αποτελεί ολοκληρωμένη πράξη;
Το ίδιο ερώτημα σε παραλλαγή, πρέπει να τεθεί και για τα συνώνυμα της λέξης...
...και άρχισε να μου λέει κάτι πίπες!... ότι εκεί που κολυμπούσε υπήρχαν και καρχαρίες αλλά αυτόν δεν τον πείραζαν, ίσα-ίσα μπορούσε και να τους χαϊδέψει άμα ήθελε, ότι η γκόμενά του είναι η δίδυμη αδελφή της Ναόμι, ότι εργάζεται για λογαριασμό των μυστικών υπηρεσιών, όλο τέτοια.
-Έλα ρε, και φαινόταν σοβαρός άνθρωπος...
-Κααλά, πίπες....
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Τα πολύ παχειά χείλη, αυτά που σε κάνουν να σκεφτείς ότι η γκόμενα που τα έχει κάνει καλές πίπες. Ο όρος χρησιμοποιείται κοροϊδευτικά για τις γυναίκες που έχουν φουσκώσει τα χείλη τους με σιλικόνη κλπ.
- ...και από κει που δεν είχε στόμα, έσκασε μύτη με κάτι τσιμπουκόχειλα!
- Καλή;
- Τέρας, σου λέω! Στα εξήντα της;;;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο ειδικός υπόγειος εκσκαφέας που χρησιμοποιείται στη διάνοιξη μιας σήραγγας του Μετρό. Παράφραση του τυφλοπόντικας = ζώο που σκαλίζει υπογείως για να κινηθεί.
Μεταφορικά: το μεγάλο μέσο που χρειάζεται να επιστρατευθεί στην περίπτωση που μια γυναίκα είναι πολύ σφιχτή ή μεγαλοπαρθένα.
- Τα έμαθες; Επιτέλους η Λένα πηδήχτηκε!
- Ποιος ήταν ο τυχερός;
- Δεν ξέρω, αλλά ο τύπος θα χρειάστηκε μετροπόντικα για να τα καταφέρει!
- Μπα, κάτι τέτοιες μην τις φοβάσαι, τα έχουν κανονίσει όλα μόνες τους!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η γραβάτα.
- Είναι να πάω σε γάμο και πρέπει να φορέσω πουτσοδείκτη.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Το σπέρμα. Από το χύσι + αμολάω.
Εκεί που παρακολουθούσαμε με αγωνία τον Πήτερ Νορθ να εκτοξεύει τα χυσαμόλια του στο υπερπέραν, άνοιξε η πόρτα και μπήκαν οι γονείς μου που είχαν γυρίσει νωρίτερα...
Λέξεις για το σπέρμα: αγιασμός, γιαούρτια, κατάθεση, λάβα, μαλακία, ματσαφλόκια, μυτζήθρα, παπαροζούμι, παχιά, πέο τζους, πηχτή, σκάγια, σως, το άσπρο που κολλάει, του πουλιού το γάλα, τσουτσού σορόπ, τσουτσουνόζουμο, τυρί, φλόκια, χοντράδια, χυσαμόλι, χύσια, ψωλόχυμα.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Fucked
Up
Beyond
All
Recognition
Ακρωνύμιο το οποίο εικάζεται ότι εφευρέθη πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο από μηχανικούς/επισκευαστές τηλεφωνικών θαλάμων, οι οποίοι φτάνοντας στον θάλαμο προς επισκευή έπρεπε να αναφέρουν την κατάσταση στα κεντρικά, συχνά μέσω πολύ κακής γραμμής άρα έπρεπε να χρησιμοποιούν σύντομες φράσεις για να ακουστούν. Η φράση σημαίνει ότι μια κατάσταση/αντικείμενο είναι εντελώς χάλια.
Η πρώτη καταγεγραμμένη περίπτωση χρήσης αναφέρεται στο περιοδικό Yank του Αμερικάνικου στρατού τον Ιανουάριο του 1944.
Παρόμοιο ακρωνύμιο είναι το SNAFU: Situation Normal - All Fucked Up με πρώτη καταγραφή το περιοδικό «Notes and Queries» τον Σεπτέμβριο του 1941.
Όπως είναι λογικό (για τη δεκαετία του '40) και οι δύο αναφερθείσες καταγραφές, δεν ανέφεραν τη λέξη fucked αλλά fouled.
- Μεγάλε άκουσα ότι έσκασες με 100 σε κολώνα χθες το βράδυ. Το αυτοκίνητο πώς είναι;
- Άσ' τα αδερφέ, FUBAR...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο πούτσος, εις την Κυπριακήν.
- Του Μάρκου η βίλλα γκαστρώνει και καμήλα!
(Επευφημίες Κυπρίων φιλάθλων, οπαδών του τενίστα Μάρκου Παγδατή)
Βλέπε και πέος.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η μακαρονάδα. Λέγεται έτσι επειδή μπορεί να παρασκευαστεί με μεγάλη ταχύτητα και χωρίς να απαιτούνται μαγειρικές γνώσεις. Αυτή η ευκολία εξυπηρετεί τις πουτάνες, λέει, οι οποίες, εκτός από πολυάσχολες, είναι, στη μαγειρική τουλάχιστον, ανεπρόκοπες και ακαμάτρες, όπως θα έλεγε και η Μαλβίνα.
Η μακαρονάδα ως «μακαρονάδα» είναι πολύ νόστιμο αλλά «παιδικό» (κι ως ωσεκτουτού αντισέξ) φαγητό κι ας είναι το φαγητό της πουτάνας -είναι μάλλον η αντισέξ πλευρά της). Μπορεί όμως να καταστεί πολύ δήθεν και γκουρμέ αν την περιποιθούμε (τη μακαρονάδα) αναλόγως και βάλουμε μέσα κάτι άλλο εκτός από τυρί, ντομάτα ή κιμά.
- Α ρε τυχερέ, έχεις και τη Λίτσα να σου μαγειρεύει, τι να πουν οι καημένοι οι φίλοι σου τα μπακούρια... Μη μιλάς καθόλου.
- Ναι καλά, το φαγητό της πουτάνας τρώω κάθε μέρα ο μίζερος. Μακαρόνια, μακαρόνια, μακαρόνια, έχω γαμηθεί στο ζυμαρικό.
- Τουλάχιστον γαμείς και τίποτα;
- Ε, που λέει ο λόγος.
- Μεγάλε, μάλλον έχει πιάσει γκόμενο και σε ξεπετάει.
- Α την πουτάνα, λές;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!